Αν δεν αλλάξει κάτι δραματικά μέσα στο β’ δεκανθήμερο του μήνα, στο τέλος Νοεμβρίου θα συζητάμε για το ποιες θα είναι οι αυξήσεις στα πράσινα τιμολόγια -κυμαινόμενα και απολύτως εξαρτημένα από το χρηματιστήριο- αλλά και ποιο θα είναι το ύψος των επιδοτήσεων που θα πρέπει να δώσει η κυβέρνηση (με πόρους που θα αντλούνται από τις εταιρείες ηλεκτρικής ενέργειας) ώστε να μην ξεφύγει η λιανική πάνω από τα 15 λεπτά.
Το πρόβλημα προκαλείται όχι από τον νόμο της προσφοράς και της ζήτησης ηλεκτρικής ενέργειας εδώ στην Ελλάδα αλλά από το γεγονός ότι υπάρχει αυξημένη ζήτηση για ηλεκτρική ενέργεια από την Ουκρανία, η οποία εξάγεται από την Ελλάδα και τις υπόλοιπες χώρες των Βαλκανίων. Με τον τρόπο που λειτουργεί η αγορά όμως, αυτή η αυξημένη ζήτηση -η οποία θα γίνεται ολοένα και μεγαλύτερη καθώς έρχεται ο χειμώνας- επηρεάζει τις τιμές και στην Ελλάδα αλλά και στις υπόλοιπες βαλκανικές χώρες.
Ουσιαστικά δηλαδή, ο καταναλωτής στην Ελλάδα πληρώνει το γεγονός ότι η ηλεκτρική ενέργεια που παράγεται (και) στην Ελλάδα εξάγεται σε υψηλές τιμές εκτός συνόρων. Αυτός είναι και ο λόγος για τον οποίο η κυβέρνηση μιλά για κερδοσκοπία και ρίχνει στο τραπέζι τη φορολόγηση των υπερκερδών (σ.σ. ουσιαστικά μιλάμε για επαναφορά του πλαφόν στις τιμές χονδρικής ανάλογα με την πηγή από την οποία παράγονται) και φορολόγηση της διαφοράς κάθε φορά που οι τιμές θα ξεπερνούν αυτό το όριο ώστε να χρηματοδοτούνται οι επιδοτήσεις.
To πρόβλημα που δημιουργείται από την αύξηση της χρηματιστηριακής τιμής του ρεύματος δεν περιορίζεται μόνο στα νοικοκυριά αλλά και στις επιχειρήσεις οι οποίες έρχονται αντιμέτωπες με το υψηλό ενεργειακό κόστος. Εκεί μάλιστα, τα πράγματα είναι πολύ πιο δύσκολα καθώς το ισχύον πλαίσιο δεν επιτρέπει επιδοτήσεις και για τα επαγγελματικά τιμολόγια. Αυτό είναι ένα ακόμη θέμα που θα πέσει στο τραπέζι στις διαβουλεύσεις της ελληνικής πλευράς με τους Ευρωπαίους. Αν δεν βρεθεί τρόπος να συγκρατηθεί το ενεργειακό κόστος για τις επιχειρήσεις, θα δημιουργηθεί μια ακόμη εστία ανόδου των τιμών. Γι’ αυτό και το σενάριο αυτή τη φορά περιλαμβάνει και την επιδότηση των επιχειρήσεων.
Το πετρέλαιο πιο φθηνό ακόμα και από την αντλία θερμότητας
Το τρίτο μεγάλο πρόβλημα είναι ότι ανατρέπονται τα σχέδια για τον εξηλεκτρισμό των νοικοκυριών. Στην πράξη, αποδεικνύεται ότι -προς το παρόν τουλάχιστον- η στροφή στο ρεύμα για να καλυφθούν οι ανάγκες θέρμανσης και ψύξης των νοικοκυριών δεν είναι τόσο επωφελής οικονομικά καθώς η τιμή της κιλοβατώρας μαζί με όλα τα "βαρίδια" που προστίθενται στον λογαριασμό του ρεύματος, έχει ήδη εκτιναχθεί πάνω από τα επίπεδα των 23 λεπτών. Έτσι, ακόμη και μια οικονομική αντλία θερμότητας δεν εξασφαλίζει τόσο μεγάλη οικονομία συγκριτικά με το πετρέλαιο, το οποίο φέτος πωλείται φθηνότερα, ή το φυσικό αέριο που έχει (παρά τα σκαμπανεβάσματα των τελευταίων ημερών) τιμή λιανικής περίπου στο ένα τρίτο της αντίστοιχης του ηλεκτρικού ρεύματος.
Προς το παρόν, τα νοικοκυριά έχουν ως διέξοδο τη στροφή στα σταθερά μπλέ τιμολόγια καθώς εκεί μπορούν να βρουν μια φθηνότερη λύση και μια εξασφάλιση από τον κίνδυνο ανατιμήσεων για τουλάχιστον έξι μήνες. Όσοι παραμείνουν στο πράσινο, θα περιμένουν να δουν πως θα διαμορφωθεί η κατάσταση στο χρηματιστήριο το επόμενο διάστημα αλλά και ποιες θα είναι οι αποφάσεις που θα ληφθούν σε πολιτικό επίπεδο για τη φορολόγηση των υπερκερδών και την επιδότηση των τιμολογίων.
thetoc.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου