Κυρίες και κύριοι, σήμερα έχουμε σειρά θεμάτων στην ημερήσια διάταξη, όπως είναι οι κανόνες δεοντολογίας για την πολιτική ηγεσία, μια αξιόλογη θα έλεγα προσπάθεια για τη δημιουργία κανόνων ως προς τη λειτουργία μας, ένα σχέδιο νόμου για το σύστημα επιλογής Προϊσταμένων οργανικών μονάδων..., με αντικειμενικά και αξιοκρατικά κριτήρια, που είναι ιστορικής σημασίας για τη Δημόσια Διοίκηση. Επίσης, ένα σχέδιο νόμου για τις εγγυήσεις κατά της εργασιακής ανασφάλειας και άλλες διατάξεις, καθώς είναι πάρα πολύ σημαντικό, αυτή την εποχή, να εξασφαλίσουμε ένα αίσθημα προστασίας σε κάθε εργαζόμενο. Και βεβαίως, το θέμα της δικαιοσύνης υπέρ των πολιτών, της δίκαιης και ταχείας απονομής της δικαιοσύνης. Επιπλέον, στο τέλος, θα εισηγηθεί ο κ. Παμπούκης για την πολυνομία και πώς θα την αντιμετωπίσουμε.
Θα ήθελα όμως σήμερα να καλωσορίσω, σε αυτή την ιδιαίτερη στιγμή ενός Υπουργικού Συμβουλίου, κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, τους Προέδρους, του Συμβουλίου της Επικρατείας, κ. Πικραμένο, του Αρείου Πάγου, κ. Καλαμίδα, και του Ελεγκτικού Συνεδρίου, κ. Κούρτη, καθώς και τον Εισαγγελέα του Αρείου Πάγου, κ. Τέντε. Να τους ευχαριστήσω για την αποδοχή της πρόσκλησής μας, να συζητήσουμε μαζί τα κρίσιμα θέματα που αφορούν στη Δικαιοσύνη.
Είναι η πρώτη φορά που δίνεται η ευκαιρία να υπάρξει, σε συνεδρίαση του Υπουργικού Συμβουλίου της χώρας, ένας ανοιχτός και ουσιαστικός διάλογος μεταξύ της εκτελεστικής και της δικαστικής εξουσίας. Είναι ιδιαίτερης σημασίας αυτός ο θεσμικός μας διάλογος. Αναδεικνύει και σφυρηλατεί την έννοια της διάκρισης των εξουσιών, που είναι τόσο σημαντική για τους δημοκρατικούς θεσμούς.
Έχει σημασία αυτός ο διάλογος, γιατί επιτρέπει και μια θεσμική συνεννόηση για προβλήματα του τόπου, που σχετίζονται με τη λειτουργία των δύο πυλώνων, της εκτελεστικής και της δικαστικής εξουσίας.
Και σήμερα, η πατρίδα μας βιώνει βαθύτατη και πολύπλευρη κρίση. Το γνωρίζετε καλά. Όπως έχω επαναλάβει πολλές φορές, η κρίση της χώρας μας δεν περιορίζεται στο δημοσιονομικό μας πρόβλημα. Αποτελεί μόνο την κορυφή του παγόβουνου το δημοσιονομικό πρόβλημα. Είναι όμως εξαιρετικά επείγον να το αντιμετωπίσουμε, γιατί έχει λάβει δραματικές διαστάσεις, γιατί απειλεί να μας αφαιρέσει κάθε δυνατότητα να ορίζουμε εμείς την τύχη μας. Και θα το κάνουμε.
Δεν πρόκειται να αφήσουμε την Ελλάδα να κατρακυλήσει κι άλλο, να βουλιάξουμε οριστικά.
Όμως, μικρή σημασία θα έχει να περιορίσουμε το έλλειμμα και να μειώσουμε το χρέος, αν παράλληλα δεν αντιμετωπίσουμε όλα τα δομικά αίτια, που οδήγησαν τη χώρα στο σημείο όπου βρίσκεται σήμερα. Διότι αν δεν το κάνουμε, ο κίνδυνος να βρεθούμε ξανά, στο εγγύς μέλλον, στο σημείο όπου βρισκόμαστε σήμερα, είναι πολύ μεγάλος.
Ένα από τα αίτια της σημερινής κρίσης είναι η διαφθορά, η εκτεταμένη ανομία και η ατιμωρησία, με αποτέλεσμα να λυγίσει το κράτος κάτω απ’ το βάρος της κακοδιαχείρισης, της σπατάλης πόρων και της πελατειακής διασπάθισης των χρημάτων του Ελληνικού λαού.
Μαζί, αναδείχθηκε και μια άλλη κρίση, η αδυναμία των θεσμών της Πολιτείας να ελέγξουν τα φαινόμενα που οδηγούν στην αυθαιρεσία και στην υπέρβαση κάθε κανόνα, χωρίς συνέπειες για κανέναν.
Με τη σειρά της, αυτή η ανομία έφερε και την καταρράκωση της αυτοπεποίθησης του Ελληνικού λαού. Αυτό καλούμαστε να αντιστρέψουμε. Να δώσουμε ξανά αυτοπεποίθηση στον Ελληνικό λαό.
Ζητάμε σήμερα απ’ τους Έλληνες και τις Ελληνίδες, να συστρατευθούν στην κοινή προσπάθεια για τη σωτηρία της χώρας μας και, στη συντριπτική τους πλειοψηφία, οι πολίτες είναι διατεθειμένοι να το κάνουν. Παρά το κόστος, παρά την επιβάρυνση που θα βιώσει ο κάθε πολίτης, όλοι λένε «ναι». Όλοι οι Έλληνες, οι άνθρωποι του ενός μισθού, της καθημερινής σκληρής εργασίας, όλοι εκείνοι που δεν κρύβουν τα εισοδήματά τους, είναι έτοιμοι να βοηθήσουν για τη σωτηρία της πατρίδας.
Συγκινούμαι ειλικρινά, όταν άνθρωποι του μόχθου με πιάνουν στο δρόμο και μου λένε «για την πατρίδα, και το μισθό μου να θυσιάσω». Είναι μια απτή απόδειξη του μεγαλείου του Ελληνικού λαού, που απαντά και στην ατέρμονη και άδικη δυσφήμισή του, τον τελευταίο καιρό.
Είμαστε έτοιμοι σήμερα, ο Ελληνικός λαός είναι έτοιμος, να δώσει την απάντηση στην κρίση που βιώνουμε. Με θάρρος και με αποφασιστικότητα. Όμως, όλοι απαιτούν, και δικαίως το κάνουν, να δουν αυτή τη φορά τα χρήματα και τις προσπάθειές τους να πιάνουν τόπο. Και μαζί με αυτό, να δουν ότι το κράτος παίρνει πλέον το ρόλο του στα σοβαρά, ότι τους προστατεύει, ότι δεν επιτρέπει την αδικία, ότι δεν ανέχεται την ανομία, ότι εφαρμόζει, πρώτα απ’ όλους το ίδιο, τους νόμους και τιμωρεί άμεσα και παραδειγματικά τους επίορκους και τους παράνομους.
Δυστυχώς, μέχρι σήμερα αυτά δεν γίνονταν. Αυτό που σε οποιαδήποτε σύγχρονη δημοκρατία θεωρείται αυτονόητη πραγματικότητα, στη χώρα μας, δεν είναι. Ούτε το κοινό περί δικαίου αίσθημα των πολιτών ικανοποιείται, ούτε η Δικαιοσύνη λειτουργεί με έναν τέτοιο τρόπο που οι πολίτες να αισθάνονται ότι υπάρχει μια εξουσία που τους προστατεύει και ελέγχει κάθε ανομία.
Δεν είναι τυχαίο ότι ακούμε από όλους και συνεχώς ότι, στην Ελλάδα, κανείς δεν τιμωρείται και ότι, δύσκολα και μετά από μεγάλη ταλαιπωρία, βρίσκει κανείς το δίκιο του. Μου λένε και ακούω, όπως ακούμε όλοι μας, να μας ρωτούν, στη χώρα μας, δεν φταίει κανένας για τα κακώς κείμενα; Δεν είναι υπερβολή, και το γνωρίζετε καλά. Και δυστυχώς, ακούω πια αυτό το ερώτημα και από συναδέλφους ηγέτες άλλων χωρών, οι οποίοι ρωτούν: «Στην Ελλάδα, Δικαιοσύνη δεν υπάρχει;».
Αλλά δεν μιλώ μόνο για τα μεγάλα πολιτικά σκάνδαλα και τη διαφθορά. Υπάρχουν και τα καθημερινά. Το οικονομικό έγκλημα μένει πολύ συχνά, ουσιαστικά, ατιμώρητο. Τα Διοικητικά Δικαστήρια κάνουν χρόνια ολόκληρα να εκδικάσουν μια αίτηση ακύρωσης, ή μια προσφυγή από έναν πολίτη ή μια επιχείρηση.
Το κράτος δεν μπορεί να εισπράξει ένα πρόστιμο, ή να κλείσει μια επιχείρηση που παρανομεί, λόγω της αδιανόητης καθυστέρησης και της γραφειοκρατίας.
Το αίτημα του πολίτη, η υπόθεσή του να κρίνεται σε εύλογο χρονικό διάστημα, φαίνεται να συνθλίβεται κάτω από το βάρος μιας γραφειοκρατικής αδράνειας και μιας απάδουσας για το χώρο της Δικαιοσύνης νοοτροπίας, ήσσονος προσπάθειας.
Δεν είναι νοητό να περιμένει κανείς έτη επί ετών για να κριθεί η περίπτωσή του και, την ίδια ώρα, ο δικαστικός λειτουργός που καθυστερεί να εκδώσει αποφάσεις για δύο ή και περισσότερα χρόνια, να επιθεωρείται, να κρίνεται ικανός και να προάγεται.
Δεν είναι δυνατόν να δικάζεται μια αίτηση ασφαλιστικών μέτρων 3 και 4 μήνες μετά την κατάθεσή της, την ώρα που ένα πρόβλημα ζητά άμεση ρύθμιση. Την ίδια ώρα που η καθυστέρηση αυτή, δίνει την ευχέρεια σε εκείνους που παρανομούν εις βάρος των άλλων, να εκμεταλλεύονται το χρόνο υπέρ τους και, τελικά συχνά, να μην υφίστανται καμία κύρωση.
Τα παραπάνω είναι μόνο ελάχιστα παραδείγματα, από αυτά που συμβαίνουν εις βάρος του πολίτη και εις βάρος της ίδιας της απονομής της δικαιοσύνης, από όσα είμαι βέβαιος ότι γνωρίζετε, αφού τα ζείτε εσείς από κοντά.
Κανείς φυσικά δεν υποστηρίζει ότι η ποιότητα της δικαστικής κρίσης πρέπει να υποχωρήσει, κάτω από μια πιεστική ανάγκη χρονικών περιθωρίων και περιορισμών. Η αλήθεια ωστόσο είναι ότι, στις περιπτώσεις του αξιόλογου και ποιοτικού έργου των εξαίρετων δικαστών, δεν παρατηρούνται καθυστερήσεις τέτοιας έκτασης, και αν υπάρξουν, είναι και μεμονωμένες, αλλά και δικαιολογημένες, από τη δυσκολία του εγχειρήματος και την υπευθυνότητα στην αντιμετώπισή του.
Καθυστερήσεις παρατηρούνται εκεί όπου, με την επίκληση του φόρτου εργασίας και τη μορφή αδικαιολόγητων επαναλήψεων και αναιτιολόγητων απορρίψεων των αιτημάτων των διαδίκων, αποφεύγεται, με τις αντίστοιχες δικονομικές εγγυήσεις, η ουσιαστική εξέταση του αντικειμένου της δίκης.
Δεν μπορούμε όμως να συνεχίσουμε έτσι. Η Δικαιοσύνη είναι θεμέλιο πάνω στο οποίο χτίζεται η Δημοκρατία μας και οφείλει να απονέμεται γρήγορα, δίκαια και αποτελεσματικά. Είναι καθολικό αίτημα των πολιτών και αυτή η Κυβέρνηση είναι αποφασισμένη να το ικανοποιήσει.
Γι' αυτό και είναι απολύτως χρήσιμη η συνάντηση της εκτελεστικής με τη δικαστική εξουσία, σε μια κοινή προσπάθεια για την αντιμετώπιση αυτής της κρίσης. Μόνο μαζί θα καταφέρουμε να αλλάξουμε αυτό το τοπίο. Έχουμε κοινό χρέος να κάνουμε τον πολίτη να αισθανθεί ότι ζει σε μια ασφαλή και ευνομούμενη Πολιτεία, στο πλαίσιο της οποίας προστατεύονται με απόλυτο τρόπο τα δικαιώματά του και του παρέχεται έννομη προστασία με ταχύ και αποτελεσματικό τρόπο.
Η Δικαιοσύνη οφείλει να στηρίζει την πρόοδο και την ευημερία ενός λαού. Από το δικαίωμά του στο επιχειρείν, μέχρι την προστασία της τιμής και της ζωής του, ο πολίτης πρέπει να αισθάνεται ότι η Δικαιοσύνη τον προστατεύει, σύμφωνα με όσα επιτάσσει ο νόμος.
Και βέβαια, πέρα από την κατάσταση αρνησιδικίας, με την οποία οι πολίτες βρίσκονται αντιμέτωποι, λόγω των αργών ρυθμών στην απονομή της δικαιοσύνης, υπάρχουν κι άλλα, πολύ σοβαρά προβλήματα, που πρέπει να δούμε όλοι κατάματα και να αντιμετωπίσουμε.
Τα αποτυπώματα αλληλοχειραγώγησης μεταξύ εκτελεστικής και δικαστικής εξουσίας, όπως πολύ εύκολα μπορεί κανείς να διακρίνει στο απώτερο αλλά και στο πολύ πρόσφατο παρελθόν, έχουν δημιουργήσει στο λαό σοβαρά ερωτήματα για την ανεξαρτησία της Δικαιοσύνης, αλλά και για τη διάκριση των εξουσιών.
Γι' αυτό και ήταν αναγκαία η απεξάρτηση της επιλογής της ηγεσίας της Δικαιοσύνης, από τον ασφυκτικό εναγκαλισμό της εκτελεστικής εξουσίας της εκάστοτε Κυβέρνησης. Χωρίς να μπορεί η συγκεκριμένη πρωτοβουλία μας να λύσει από μόνη της τα ουσιαστικά προβλήματα της Δικαιοσύνης, κάναμε το πρώτο σημαντικό βήμα, ώστε στο πλαίσιο του Συντάγματος, να αλλάξουμε τον τρόπο επιλογής της ηγεσίας της Δικαιοσύνης. Να πάμε σε ένα σύστημα δημοκρατικότερης και αντιπροσωπευτικότερης επιλογής.
Πραγματικά, είναι καθολικό αίτημα της κοινωνίας, να περάσουμε στην εποχή, όπου η Δικαιοσύνη θα ανταποκρίνεται στο θεσμικό της ρόλο.
Η έννοια της δίκαιης δίκης έχει συγκεκριμένο νομικό περιεχόμενο. Ωστόσο, θα ήταν χρήσιμο να γνωρίζουν ο πολίτης και η Κυβέρνηση, ποια είναι η θέση της ηγεσίας της Δικαιοσύνης για την αντιμετώπιση μιας σειράς προβλημάτων και παραμέτρων, που εμποδίζουν την υλοποίηση του περιεχομένου αυτής της έννοιας.
Αναφέρομαι πρωτίστως στην ανάγκη επαναπροσδιορισμού των κριτηρίων, με τα οποία οργανώνεται το πρόγραμμα και η λειτουργία της Σχολής Δικαστών, αλλά και αναμόρφωσης και εκσυγχρονισμού των κριτηρίων της επιθεώρησης και της προαγωγής των εν ενεργεία δικαστικών λειτουργών, καθώς και των κανόνων της δια βίου επιμόρφωσής τους.
Είναι βέβαιο ότι δεν είναι μικρότερης αξίας η αίσθηση των πολιτών, ότι η δικαστική λειτουργία έχει μετεξελιχθεί, από υπηρεσία προς το λαό, σε Σώμα, δημιουργώντας την εντύπωση, αφ' ενός ότι αυτοπροστατεύεται και αντιμετωπίζει με εσωστρέφεια συμπτώματα χαμηλής απόδοσης και αφ' ετέρου, ότι αυτορυθμίζεται σε άξονα πολιτικών και όχι δικαϊκών επιλογών.
Έτσι, ενώ η κοινωνία παρακολούθησε με πολύ μεγάλη αγωνία την αποκάλυψη παραδικαστικού κυκλώματος για παράδειγμα, ο χαμηλός αριθμός καταδικαστικών αποφάσεων για τέτοιες ποινικές εκτροπές, υποδηλώνει με σαφήνεια, είτε ότι παρά την έκταση του προβλήματος, στην πορεία η αποκάλυψη παρέμεινε ουσιαστικά αδικαίωτη, είτε ότι η έκταση του προβλήματος δεν ήταν εκείνη που αρχικά εμφανίστηκε και, επομένως, χρησιμοποιήθηκε ως πρόσχημα για την κάμψη του φρονήματος και της παρρησίας των λοιπών δικαστικών λειτουργών.
Παράλληλα, τα τελευταία χρόνια, είδαν το φως της δημοσιότητας κρίσεις, σύμφωνα με τις οποίες είναι δυνατόν, άνθρωποι οι οποίοι κατέχουν τα υψηλότερα αξιώματα στο χώρο της Δικαιοσύνης, να βρίσκονται υπό καθεστώς νομικής πλάνης, ή άλλοι, οι οποίοι τελούν σε υποδικία για σοβαρά κακουργήματα, να θεωρείται ότι μπορούν ευόρκως να συνεχίζουν να ασκούν τα καθήκοντά τους.
Αυτά τα παραδείγματα, αφ' ενός προβληματίζουν και ως ένα βαθμό αποθαρρύνουν και απομονώνουν τους εξαιρετικούς δικαστικούς λειτουργούς, που είμαι βέβαιος ότι με αυταπάρνηση εργάζονται από τη θέση ευθύνης, την οποία και οι ίδιοι επέλεξαν, ενώ από την άλλη, δημιουργούν τεράστιες αμφιβολίες σε όλους τους Έλληνες και τις Ελληνίδες, ως προς την έκταση της εμπιστοσύνης που πρέπει να έχουν, για τη δίκαιη αντιμετώπιση των υποθέσεών τους στο Δικαστήριο, αλλά και για το σύνολο τελικά των θεσμών της χώρας μας.
Είναι προφανές ότι και η Πολιτεία, η εκτελεστική εξουσία, έχει ευθύνες που της αναλογούν. Έχουμε συνείδηση ότι ο πολίτης θεωρούσε την πολιτική τάξη της χώρας μας, ως ένα κατεστημένο που κοίταζε μόνο τα συντεχνιακά του συμφέροντα, που έβλεπε το κράτος μόνο ως λάφυρο του εκάστοτε νικητή των εκλογών, που εμπέδωνε με τη συμπεριφορά του την αντίληψη ότι δεν υπάρχει η ισχύς του Δικαίου, ένα κράτος Δικαίου, αλλά επικρατούσε μόνο το δίκιο του ισχυρού.
Ήρθε λοιπόν ο καιρός να αναλάβουμε τις ευθύνες μας.
Να τις αναλάβουμε, μαζί με τη δικαστική εξουσία, με την οποία έχουμε κοινό καθήκον να υπηρετήσουμε την πατρίδα μας και τους πολίτες, για να ανακτήσουμε το χαμένο έδαφος και να μην αφήσουμε άλλο χρόνο να πάει χαμένος.
Στο πλαίσιο αυτό, παρακαλώ πολύ, να έχω τις ειλικρινείς απόψεις σας για τα θέματα που απασχολούν τους πολίτες και την κοινωνία συνολικά. Παρακαλώ να έχω τις δημιουργικές, και γιατί όχι καινοτόμες -ας μην φοβηθούμε να αλλάξουμε- προτάσεις σας, για μια δικαιοσύνη αντάξια των προσδοκιών του Ελληνικού λαού.
Παρέμβαση του Προέδρου του Συμβουλίου της Επικρατείας, Παναγιώτη Πικραμένου, του Προέδρου του Αρείου Πάγου, Γεωργίου Καλαμίδα, του Προέδρου του Ελεγκτικού Συνεδρίου, Γεωργίου-Σταύρου Κούρτη και του Εισαγγελέα του Αρείου Πάγου, Ιωάννη Τέντε.
Γ. A. ΠΑΠΑΝΔΡΕΟΥ: Να ευχαριστήσω όλους σας, για τις προτάσεις, αλλά και τις παρατηρήσεις σας. Θα συνεχίσουμε βεβαίως τη συζήτησή μας πιο λεπτομερώς, αμέσως μετά, για τα προβλήματα στα οποία αναφερθήκατε.
Είναι πολλά τα ζητήματα, τα οποία είναι και πολύπλοκα όπως είπατε. Αυτό το οποίο θέλουμε να εκφράσουμε από τη δική μας πλευρά, είναι ότι υπάρχει η πολιτική βούληση, και του Υπουργικού Συμβουλίου, και του αρμόδιου Υπουργού, να προχωρήσουμε στις απαραίτητες τομές, ώστε να διευκολύνουμε στη σωστή απονομή της δικαιοσύνης, αλλά και να διαμορφώσουμε ένα πλαίσιο, μέσα στο οποίο να εγγυηθούμε τη διάκριση των εξουσιών, που είναι βάση και θεμέλιο της Δημοκρατίας μας.
Θέλω να κλείσω αυτή την πρώτη κουβέντα που κάνουμε, με αναφορά σε αυτό που είπε και ο Πρόεδρος του Συμβουλίου της Επικρατείας, ότι οραματίζεται μια διαφορετική, μια άλλη Δικαιοσύνη. Νομίζω ότι όλοι μας μπορούμε να συμφωνήσουμε, ειδικά σε αυτή τη φράση - «την ελπίδα στο όνειρο» - και να την κάνουμε πράξη.
Ευχαριστώ.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου