Διαβάστε ένα αποκαλυπτικό κείμενο του καθ’ όλα έγκυρου επιστημονικού περιοδικού «Αρχαιολογία», σε ένα θέμα για την Αλχημία, που αναφέρεται, πέραν των άλλων, και στο πρόσωπο του Ιησού Χριστού και τις συνήθειες της εποχής εκείνης!..
Αναπαράσταση του μακρόκοσμου του 17ου αιώνα. A. Cellarius, Harmonia Macrocosmica, 1660.
Η Αλχημία από το 1829 έως σήμερα
Νικόλαος Βασ. Λίτσας (επιστ. επιμέλεια)
Η Αλχημία από τους ύστερους βυζαντινούς έως τους νεότερους χρόνους.Για χιλιάδες χρόνια, ήταν παραδεκτή από τους αλχημιστές η άποψη ότι όλες οι μορφές της ύλης αποτελούνται από στοιχειώδη μικροσκοπικά σωματίδια, τα άτομα (δηλαδή μη τεμνόμενα) όπως τα ονόμασε ο Έλλην φυσικός φιλόσοφος Δημόκριτος (460-370 π.Χ.). Όμως, μόλις στα τέλη του 18ου αιώνα, αυτή η ατομική υπόθεση διατυπώθηκε ως επιστημονική θεωρία, αφού προηγουμένως είχαν ανακαλυφθεί καινούργια αέρια, μέταλλα και άλλες χημικές ουσίες, και οι επιστήμονες ήσαν πλέον σε θέση να μελετούν πολλές χημικές αντιδράσεις και να μετρούν με ακρίβεια τα βάρη των ενώσεων, οι οποίες έπαιρναν μέρος σ’ αυτές, Σε αυτό το πλαίσιο ανεπτύχθη η ατομική θεωρία του John Dalton (1766-1844), ο οποίος άσκησε αποφασιστική επιρροή στην εξέλιξη της Χημείας. Η συστηματική «επιστημονική» διερεύνηση των αερίων άρχισε τον 18ο αιώνα, με πρώτο αέριο το διοξείδιο του άνθρακος, το οποίο μελετήθηκε διεξοδικά από τον Σκωτσέζο γιατρό και χυμευτή Joseph Black (1728-1799). Ο Άγγλος κληρικός Joseph Pristley (1733-1804), ανεκάλυψε και το οξυγόνο, χωρίς όμως να αντιληφθεί τις ιδιότητές του. Ο Γερμανός χυμευτής Georg Ernst Stahl (1660-1734) είχε υποστηρίξει ότι κάθε υλικό, το οποίο καίγεται απελευθερώνει μια υποθετική ουσία, το «φλογιστόν, και αυτή του η θεωρία είχε βοηθήσει πολλούς ερευνητές της εποχής του να εμβαθύνουν στην ουσία των αντιδράσεων καύσεως. Είχε έλθει πλέον στο προσκήνιο η αναγνώριση των χαρακτηριστικών του οξυγόνου ως αέριου στοιχείου. Ο Antoine Lavoisier (1743-1794), στον οποίο το οξυγόνο οφείλει την ονομασία του, άρχισε να εξετάζει τις ιδιότητες αυτού του αερίου καθώς και εκείνες του ατμοσφαιρικού αέρα και συνέταξε, το 1789, έναν πρώτο κατάλογο στοιχείων, στον οποίον περιέλαβε –λανθασμένα- την θερμότητα και το φως. Έκτοτε ο αριθμός των στοιχείων μεγάλωσε κατά πολύ, καθώς οι γεωλόγοι ανέλυαν μεταλλεύματα και ανεγνώριζαν καινούργια μέταλλα, ενώ οι χημικοί ανεκάλυψαν και άλλα στοιχεία με την βοήθεια και νέων πειραματικών συσκευών που είχαν επινοηθεί, όπως το φασματοσκόπιο (π.χ. ο Robert Bunsen, 1811-1899 και ο William Crookes, 1832-1919). Ο μεγάλος Ρώσος καθηγητής της Φιλοσοφίας της Χημείας (Dimitri Ivanovic Mendeleev, 1834-1907), γνώστης των αλχημικών διδαχών του μύστου Ευγενίου Βούλγαρη, ανακοίνωσε τον περίφημο περιοδικό νόμο του, το 1869, και δημοσίευσε έναν πίνακα στον οποίο είχε καταχωρίσει τα μέχρι εκείνη τη στιγμή γνωστά στοιχεία, στον οποίο άφησε κενές ορισμένες θέσεις, για τις περιπτώσεις που δεν φαίνονταν να συμβιβάζονται με τον περιοδικό νόμο, προβλέποντας ότι αντιστοιχούν σε χημικά στοιχεία, τα οποία θα ανακαλύπτονταν στο μέλλον, και πράγματι επιβεβαιώθηκε. Στις αρχές του 20ού αιώνα (1904), ο Νεοζηλανδός φυσικός Ernest Rutherford (1871-1937) ήταν από τους επιστήμονες οι οποίοι κατόρθωσαν να διασπάσουν το άτομο. Ο Γάλλος Ανρί Μπεκερέλ (Henri Becquerel) διεπίστωσε ότι τα άλατα ουρανίου επιδρούν σε φωτογραφικές πλάκες, ακόμη κι όταν είναι τυλιγμένες σε μαύρο χαρτί, οπότε αντελήφθη ότι αυτά εξέπεμπαν άγνωστες, για τότε, διαπεραστικές ακτίνες, ήσαν «ραδιενεργά». Ο Άγγλος φυσικός Ουίλιαμ Κρουκς κατασκεύασε τον, από ύελο, σωληνωτό αγωγό των καθοδικών, λεγομένων, ακτίνων, ο οποίος υπήρξε ο πρόγονος του αγωγού της τηλεοράσεως. Ο J. J. Thompson ανακάλυψε ότι τα δύο από τα κύρια συστατικά του ατόμου είναι τα πρωτόνια και τα ηλεκτρόνια και επιβεβαίωσε πειραματικά την ύπαρξη ισοτόπων. Ο Γερμανός φυσικός Wilhelm Conrad Roentgen ανακάλυψε την ακτίνα Χ, η οποία κατά τους επιστήμονες έχει ατομική πηγή. Ο Πιερ και η Μαρί Κιουρί απομόνωσαν και μελέτησαν το στοιχείο ράδιο. Η μεγάλη διάνοια Άλμπερτ Αϊνστάιν (Albert Einstein) έδειξε, το 1905, ότι η μάζα μπορεί να μετατραπεί σε ενέργεια και αντιστρόφως, με τον περίφημο μαθηματικό του τύπο: Ε=m•c2. Το 1919, και πάλι ο Ράδερφορντ ανακοίνωσε ότι πέτυχε τη μεταστοιχείωση ενός στοιχείου σε άλλο, διότι είχε μετατρέψει στο εργαστήριό του άζωτο σε οξυγόνο. Το πείραμα ανέτρεψε την επιμονή του επιστημονικού κατεστημένου, ότι η μεταστοιχείωση ήταν αδύνατη, και δικαίωσε την αρχαία αλχημική παράδοση. Η μετουσίωση ενός πράγματος σε ένα άλλο προϋποθέτει αρχικά την καταστροφή του πρώτου αντικειμένου προκειμένου να δημιουργηθεί το άλλο αντικείμενο, π.χ. ένα τεμάχιο αγενές μέταλλο σε χρυσό. Αυτή ήταν μια κοινή πεποίθηση μεταξύ των αλχημιστών, της οποίας η μακραίωνη ύπαρξη συντηρήθηκε από τη λογική, που υπάρχει πίσω από όλες τις αρχαίες τελετές γονιμότητας, όπου μόνον ο θάνατος, και συνήθως και ο διαμελισμός του θύματος, η θυσία ενός ανθρώπινου όντος ή ζώου μπορούσε να εξασφαλίσει την πλούσια σοδειά του επόμενου χρόνου. Από τον θάνατο προβάλλει η ζωή, ή όπως αναφέρει το Ευαγγέλιο του Ιωάννη, τον προσφιλή στους αλχημιστές στίχο: «αμήν, αμήν, λέγω υμίν, εάν μη ο κόκκος του σίτου πεσών εις την γην αποθάνη, αυτός μόνος μένει, εάν δε αποθάνει, πολύν καρπόν φέρει…» (Ιωάνν. ΙΒ, 24). Ο κάθε επίδοξος αλχημιστής άρχισε να σκέπτεται μήπως μια παρόμοια απλή αριθμητική σχέση μπορούσε να οδηγήσει στην μετατροπή του μολύβδου Pb82 ή του υδραργύρου Hg80 σε χρυσό Αu79. Ένας εξ αυτών που ενθαρρύνθηκαν από το πείραμα του Ράδερφορντ ήταν και ο, νεαρός τότε, χημικός βιομηχανίας του Μονάχου Franz Tausend, ο οποίος μπόρεσε να κατασκευάσει χρυσό, δημόσια. Το 1932 ο Άγγλος μαθητής του Ράδερφορντ James Chadwick ανεγνώρισε τα νετρόνια. Τον ίδιο χρόνο, ο Αμερικανός Harold Urey ανακάλυψε το «βαρύ υδρογόνο», ή δευτέριο. Το 1938, οι ΓερμανοίOtto Hahn και Fritz Strassmann κατάφεραν να διασπάσουν τον πυρήνα του ουρανίου βομβαρδίζοντάς τον με νετρόνια, επιτυγχάνοντας έτσι την πρώτη ατομική σχάση. Το 1942, ο Ιταλός Ενρίκο Φέρμι (Enrico Fermi), στο Πανεπιστήμιο του Σικάγου στις Ηνωμένες Πολιτείες, πέτυχε να πραγματοποιήσει μια ελεγχόμενη «αλυσιδωτή αντίδραση» πυρηνικών σχάσεων, στον πρώτο πυρηνικό αντιδραστήρα του κόσμου. Οι εξελίξεις αυτές θα έπρεπε να σημάνουν τον θάνατο της Αλχημίας, πράγμα το οποίο όμως δεν επετεύχθη παρ’ όλες τις άοκνες, αν όχι και φιλότιμες, προσπάθειες του 98% του εκάστοτε επιστημονικού κατεστημένου. Ωστόσο, τα αποτελέσματα του ατομισμού στην Αλχημία έγιναν φανερά, πολύ αργότερα από ό,τι θα περίμενε κανείς και με έμμεσο τρόπο, αλλά αρκετά δραματικά στο τέλος. Η ατομική φιλοσοφία αντικατέστησε την οργανική θεωρία και τη θεωρία των ιδιοτήτων που πρέσβευαν οι αλχημιστές, με ένα μηχανικό πρότυπο αλλαγής, το οποίο ενεθάρρυνε τα ποσοτικά πειράματα που οδήγησαν στην παρακμή της Αλχημίας. Από πολλές απόψεις, φαίνεται πως σήμερα βρισκόμαστε ακριβώς στο σημείο που ο τελευταίος αλχημιστής της Δύσεως εγκατέλειψε την αναζήτηση της αιώνιας ζωής και του φιλοσοφικού χρυσού και στράφηκε προς εξεύρεση ενός κανονικού επαγγέλματος. Όμως, ο Έλλην αλχημιστής διατηρεί ακόμα την ελπίδα για μια περαιτέρω πρόσβαση στην κατανόηση του γύρω μας κόσμου ορατού και αοράτου. Αυτού του κόσμου ο οποίος ουδέποτε απεμπόλησε τα μυστικά του, αλλά κοιμάται μακάρια τη νύχτα και ξυπνάει αναζωογονημένος το πρωί, που είναι όλα και στον οποίον όλα είναι ένα. Μπορεί ο Έλλην αλχημιστής, εάν το επιδιώξει, να χειροτονηθεί ιερεύς της ορθοδόξου εκκλησίας της Ελλάδος και τότε, σίγουρα θα εκπληρώνει τα οράματά του, τουλάχιστον κάθε Κυριακή πρωί, όπως μας υποδεικνύει η Σταύρωσις του Κυρίου Ημών Ιησού Χριστού και όπως την επικυρώνει ο Συναξαριστής.
Με τον ίδιο τρόπο, μπορούμε να κατανοήσουμε όλες τις τελετουργίες –που από πρώτη όψη φαίνονταν ανεξήγητες– οι οποίες επικαλούνται τη θυσία ενός βασιλέως. Σε αυτό το σημείο, ας θυμηθούμε την περίπτωση του Κόδρου, του βασιλιά της Αθήνας που, μόνος του, το 1063 π.Χ. αποφάσισε να θυσιαστεί γιατί, σύμφωνα με τον δελφικό χρησμό, μόνο αν πέθαινε ο ίδιος θα σωζόταν η πόλη από τους εχθρούς της. Όμως και 1.000 έτη αργότερα, ένας άλλος Βασιλεύς θυσιάζεται και κάνει το ίδιο, επειδή γνωρίζει ότι έτσι πρέπει να γίνει. Είναι αυτός τον οποίον ο Ευαγγελιστής χαρακτηρίζει ως «ο Αμνός του Θεού, ο αίρων την αμαρτία του κόσμου» (Κατά Ιωάννην, α’ 29). Είναι ο «Ιησούς Ναζωραίος Βασιλεύς Ιουδαίων», κατά τη ρωμαϊκή γραφή που αιτιολογούσε τον σταυρικό του θάνατο. Η παρωδία της δίκης του υποδεικνύει ακριβώς με πόση επιμέλεια το ιουδαϊκό ιερατείο θεμελίωσε μια νέα θρησκεία, η οποία θα χρησίμευε στο διπλό ρόλο της στήριξης της ρωμαϊκής εξουσίας του Σενέκα και των πέριξ αυτού Ρωμαίων αριστοκρατών, αφ’ ενός, και την καταρράκωση του ελληνικού πνεύματος αφ’ ετέρου. O εβραϊκός όχλος κλήθηκε να αποφασίσει τον σταυρικό θάνατο ενός εκ των δύο ανδρών. Του Ιησού ή του Βαραββά. Όμως, όποιον και να διάλεγε, το αποτέλεσμα της θυσίας θα ήταν το ίδιο. Oύτως ή άλλως, το θύμα τους ήταν ένας από αυτούς, αλλά διαφορετικός από αυτούς. Oι Εβραίοι αποκαλούνται και αναγνωρίζονται ως γιοι των μητέρων τους, γι’ αυτό και ο Ιησούς μας είναι γνωστός ως γιος της Μαρίας. Όμως ο ίδιος πάντοτε διακήρυττε ότι ήταν γιος του Πατέρα του (Κατά Ιωάννην, ζ’ 39, ιδ’ 2, ιδ’ 10-13),χαρακτηριστικό ανέκαθεν των Ελλήνων, οι οποίοι αποκαλούνται και αναγνωρίζονται ως γιοι των πατέρων τους (**). Όμως το πιθανότατα πλαστό όνομα του ληστού του Ευαγγελίου, Βαραββάς, σημαίνει ακριβώς «γιος του πατέρα», από το βαρ=γιος και αββάς=πατήρ. Oύτως ή άλλως δηλαδή, ο λαός θα παρέδιδε στον σταυρικό θάνατο έναν «γιο του πατέρα του».
Και έτσι, με μία βία δικονομικού χαρακτήρα, η θυσία ενός «γιου του πατέρα του» έδωσε το έναυσμα για τη γέννηση μιας νέας θρησκείας. Μιας θρησκείας ωμηστών πάλι, σαν τις άλλες, αλλά σε αιθερικό επίπεδο, όπως προδίδουν πολλές ιστορίες μέσα από τα ιερά της κείμενα. (*)
--------
(*) ΠΗΓΗ: Περιοδικό «Αρχαιολογία», Τεύχος 108, Σεπέμβριος 2008(**) Η υπογράμμιση δική μας.
Αναπαράσταση του μακρόκοσμου του 17ου αιώνα. A. Cellarius, Harmonia Macrocosmica, 1660.
Η Αλχημία από το 1829 έως σήμερα
Νικόλαος Βασ. Λίτσας (επιστ. επιμέλεια)
Η Αλχημία από τους ύστερους βυζαντινούς έως τους νεότερους χρόνους.Για χιλιάδες χρόνια, ήταν παραδεκτή από τους αλχημιστές η άποψη ότι όλες οι μορφές της ύλης αποτελούνται από στοιχειώδη μικροσκοπικά σωματίδια, τα άτομα (δηλαδή μη τεμνόμενα) όπως τα ονόμασε ο Έλλην φυσικός φιλόσοφος Δημόκριτος (460-370 π.Χ.). Όμως, μόλις στα τέλη του 18ου αιώνα, αυτή η ατομική υπόθεση διατυπώθηκε ως επιστημονική θεωρία, αφού προηγουμένως είχαν ανακαλυφθεί καινούργια αέρια, μέταλλα και άλλες χημικές ουσίες, και οι επιστήμονες ήσαν πλέον σε θέση να μελετούν πολλές χημικές αντιδράσεις και να μετρούν με ακρίβεια τα βάρη των ενώσεων, οι οποίες έπαιρναν μέρος σ’ αυτές, Σε αυτό το πλαίσιο ανεπτύχθη η ατομική θεωρία του John Dalton (1766-1844), ο οποίος άσκησε αποφασιστική επιρροή στην εξέλιξη της Χημείας. Η συστηματική «επιστημονική» διερεύνηση των αερίων άρχισε τον 18ο αιώνα, με πρώτο αέριο το διοξείδιο του άνθρακος, το οποίο μελετήθηκε διεξοδικά από τον Σκωτσέζο γιατρό και χυμευτή Joseph Black (1728-1799). Ο Άγγλος κληρικός Joseph Pristley (1733-1804), ανεκάλυψε και το οξυγόνο, χωρίς όμως να αντιληφθεί τις ιδιότητές του. Ο Γερμανός χυμευτής Georg Ernst Stahl (1660-1734) είχε υποστηρίξει ότι κάθε υλικό, το οποίο καίγεται απελευθερώνει μια υποθετική ουσία, το «φλογιστόν, και αυτή του η θεωρία είχε βοηθήσει πολλούς ερευνητές της εποχής του να εμβαθύνουν στην ουσία των αντιδράσεων καύσεως. Είχε έλθει πλέον στο προσκήνιο η αναγνώριση των χαρακτηριστικών του οξυγόνου ως αέριου στοιχείου. Ο Antoine Lavoisier (1743-1794), στον οποίο το οξυγόνο οφείλει την ονομασία του, άρχισε να εξετάζει τις ιδιότητες αυτού του αερίου καθώς και εκείνες του ατμοσφαιρικού αέρα και συνέταξε, το 1789, έναν πρώτο κατάλογο στοιχείων, στον οποίον περιέλαβε –λανθασμένα- την θερμότητα και το φως. Έκτοτε ο αριθμός των στοιχείων μεγάλωσε κατά πολύ, καθώς οι γεωλόγοι ανέλυαν μεταλλεύματα και ανεγνώριζαν καινούργια μέταλλα, ενώ οι χημικοί ανεκάλυψαν και άλλα στοιχεία με την βοήθεια και νέων πειραματικών συσκευών που είχαν επινοηθεί, όπως το φασματοσκόπιο (π.χ. ο Robert Bunsen, 1811-1899 και ο William Crookes, 1832-1919). Ο μεγάλος Ρώσος καθηγητής της Φιλοσοφίας της Χημείας (Dimitri Ivanovic Mendeleev, 1834-1907), γνώστης των αλχημικών διδαχών του μύστου Ευγενίου Βούλγαρη, ανακοίνωσε τον περίφημο περιοδικό νόμο του, το 1869, και δημοσίευσε έναν πίνακα στον οποίο είχε καταχωρίσει τα μέχρι εκείνη τη στιγμή γνωστά στοιχεία, στον οποίο άφησε κενές ορισμένες θέσεις, για τις περιπτώσεις που δεν φαίνονταν να συμβιβάζονται με τον περιοδικό νόμο, προβλέποντας ότι αντιστοιχούν σε χημικά στοιχεία, τα οποία θα ανακαλύπτονταν στο μέλλον, και πράγματι επιβεβαιώθηκε. Στις αρχές του 20ού αιώνα (1904), ο Νεοζηλανδός φυσικός Ernest Rutherford (1871-1937) ήταν από τους επιστήμονες οι οποίοι κατόρθωσαν να διασπάσουν το άτομο. Ο Γάλλος Ανρί Μπεκερέλ (Henri Becquerel) διεπίστωσε ότι τα άλατα ουρανίου επιδρούν σε φωτογραφικές πλάκες, ακόμη κι όταν είναι τυλιγμένες σε μαύρο χαρτί, οπότε αντελήφθη ότι αυτά εξέπεμπαν άγνωστες, για τότε, διαπεραστικές ακτίνες, ήσαν «ραδιενεργά». Ο Άγγλος φυσικός Ουίλιαμ Κρουκς κατασκεύασε τον, από ύελο, σωληνωτό αγωγό των καθοδικών, λεγομένων, ακτίνων, ο οποίος υπήρξε ο πρόγονος του αγωγού της τηλεοράσεως. Ο J. J. Thompson ανακάλυψε ότι τα δύο από τα κύρια συστατικά του ατόμου είναι τα πρωτόνια και τα ηλεκτρόνια και επιβεβαίωσε πειραματικά την ύπαρξη ισοτόπων. Ο Γερμανός φυσικός Wilhelm Conrad Roentgen ανακάλυψε την ακτίνα Χ, η οποία κατά τους επιστήμονες έχει ατομική πηγή. Ο Πιερ και η Μαρί Κιουρί απομόνωσαν και μελέτησαν το στοιχείο ράδιο. Η μεγάλη διάνοια Άλμπερτ Αϊνστάιν (Albert Einstein) έδειξε, το 1905, ότι η μάζα μπορεί να μετατραπεί σε ενέργεια και αντιστρόφως, με τον περίφημο μαθηματικό του τύπο: Ε=m•c2. Το 1919, και πάλι ο Ράδερφορντ ανακοίνωσε ότι πέτυχε τη μεταστοιχείωση ενός στοιχείου σε άλλο, διότι είχε μετατρέψει στο εργαστήριό του άζωτο σε οξυγόνο. Το πείραμα ανέτρεψε την επιμονή του επιστημονικού κατεστημένου, ότι η μεταστοιχείωση ήταν αδύνατη, και δικαίωσε την αρχαία αλχημική παράδοση. Η μετουσίωση ενός πράγματος σε ένα άλλο προϋποθέτει αρχικά την καταστροφή του πρώτου αντικειμένου προκειμένου να δημιουργηθεί το άλλο αντικείμενο, π.χ. ένα τεμάχιο αγενές μέταλλο σε χρυσό. Αυτή ήταν μια κοινή πεποίθηση μεταξύ των αλχημιστών, της οποίας η μακραίωνη ύπαρξη συντηρήθηκε από τη λογική, που υπάρχει πίσω από όλες τις αρχαίες τελετές γονιμότητας, όπου μόνον ο θάνατος, και συνήθως και ο διαμελισμός του θύματος, η θυσία ενός ανθρώπινου όντος ή ζώου μπορούσε να εξασφαλίσει την πλούσια σοδειά του επόμενου χρόνου. Από τον θάνατο προβάλλει η ζωή, ή όπως αναφέρει το Ευαγγέλιο του Ιωάννη, τον προσφιλή στους αλχημιστές στίχο: «αμήν, αμήν, λέγω υμίν, εάν μη ο κόκκος του σίτου πεσών εις την γην αποθάνη, αυτός μόνος μένει, εάν δε αποθάνει, πολύν καρπόν φέρει…» (Ιωάνν. ΙΒ, 24). Ο κάθε επίδοξος αλχημιστής άρχισε να σκέπτεται μήπως μια παρόμοια απλή αριθμητική σχέση μπορούσε να οδηγήσει στην μετατροπή του μολύβδου Pb82 ή του υδραργύρου Hg80 σε χρυσό Αu79. Ένας εξ αυτών που ενθαρρύνθηκαν από το πείραμα του Ράδερφορντ ήταν και ο, νεαρός τότε, χημικός βιομηχανίας του Μονάχου Franz Tausend, ο οποίος μπόρεσε να κατασκευάσει χρυσό, δημόσια. Το 1932 ο Άγγλος μαθητής του Ράδερφορντ James Chadwick ανεγνώρισε τα νετρόνια. Τον ίδιο χρόνο, ο Αμερικανός Harold Urey ανακάλυψε το «βαρύ υδρογόνο», ή δευτέριο. Το 1938, οι ΓερμανοίOtto Hahn και Fritz Strassmann κατάφεραν να διασπάσουν τον πυρήνα του ουρανίου βομβαρδίζοντάς τον με νετρόνια, επιτυγχάνοντας έτσι την πρώτη ατομική σχάση. Το 1942, ο Ιταλός Ενρίκο Φέρμι (Enrico Fermi), στο Πανεπιστήμιο του Σικάγου στις Ηνωμένες Πολιτείες, πέτυχε να πραγματοποιήσει μια ελεγχόμενη «αλυσιδωτή αντίδραση» πυρηνικών σχάσεων, στον πρώτο πυρηνικό αντιδραστήρα του κόσμου. Οι εξελίξεις αυτές θα έπρεπε να σημάνουν τον θάνατο της Αλχημίας, πράγμα το οποίο όμως δεν επετεύχθη παρ’ όλες τις άοκνες, αν όχι και φιλότιμες, προσπάθειες του 98% του εκάστοτε επιστημονικού κατεστημένου. Ωστόσο, τα αποτελέσματα του ατομισμού στην Αλχημία έγιναν φανερά, πολύ αργότερα από ό,τι θα περίμενε κανείς και με έμμεσο τρόπο, αλλά αρκετά δραματικά στο τέλος. Η ατομική φιλοσοφία αντικατέστησε την οργανική θεωρία και τη θεωρία των ιδιοτήτων που πρέσβευαν οι αλχημιστές, με ένα μηχανικό πρότυπο αλλαγής, το οποίο ενεθάρρυνε τα ποσοτικά πειράματα που οδήγησαν στην παρακμή της Αλχημίας. Από πολλές απόψεις, φαίνεται πως σήμερα βρισκόμαστε ακριβώς στο σημείο που ο τελευταίος αλχημιστής της Δύσεως εγκατέλειψε την αναζήτηση της αιώνιας ζωής και του φιλοσοφικού χρυσού και στράφηκε προς εξεύρεση ενός κανονικού επαγγέλματος. Όμως, ο Έλλην αλχημιστής διατηρεί ακόμα την ελπίδα για μια περαιτέρω πρόσβαση στην κατανόηση του γύρω μας κόσμου ορατού και αοράτου. Αυτού του κόσμου ο οποίος ουδέποτε απεμπόλησε τα μυστικά του, αλλά κοιμάται μακάρια τη νύχτα και ξυπνάει αναζωογονημένος το πρωί, που είναι όλα και στον οποίον όλα είναι ένα. Μπορεί ο Έλλην αλχημιστής, εάν το επιδιώξει, να χειροτονηθεί ιερεύς της ορθοδόξου εκκλησίας της Ελλάδος και τότε, σίγουρα θα εκπληρώνει τα οράματά του, τουλάχιστον κάθε Κυριακή πρωί, όπως μας υποδεικνύει η Σταύρωσις του Κυρίου Ημών Ιησού Χριστού και όπως την επικυρώνει ο Συναξαριστής.
Με τον ίδιο τρόπο, μπορούμε να κατανοήσουμε όλες τις τελετουργίες –που από πρώτη όψη φαίνονταν ανεξήγητες– οι οποίες επικαλούνται τη θυσία ενός βασιλέως. Σε αυτό το σημείο, ας θυμηθούμε την περίπτωση του Κόδρου, του βασιλιά της Αθήνας που, μόνος του, το 1063 π.Χ. αποφάσισε να θυσιαστεί γιατί, σύμφωνα με τον δελφικό χρησμό, μόνο αν πέθαινε ο ίδιος θα σωζόταν η πόλη από τους εχθρούς της. Όμως και 1.000 έτη αργότερα, ένας άλλος Βασιλεύς θυσιάζεται και κάνει το ίδιο, επειδή γνωρίζει ότι έτσι πρέπει να γίνει. Είναι αυτός τον οποίον ο Ευαγγελιστής χαρακτηρίζει ως «ο Αμνός του Θεού, ο αίρων την αμαρτία του κόσμου» (Κατά Ιωάννην, α’ 29). Είναι ο «Ιησούς Ναζωραίος Βασιλεύς Ιουδαίων», κατά τη ρωμαϊκή γραφή που αιτιολογούσε τον σταυρικό του θάνατο. Η παρωδία της δίκης του υποδεικνύει ακριβώς με πόση επιμέλεια το ιουδαϊκό ιερατείο θεμελίωσε μια νέα θρησκεία, η οποία θα χρησίμευε στο διπλό ρόλο της στήριξης της ρωμαϊκής εξουσίας του Σενέκα και των πέριξ αυτού Ρωμαίων αριστοκρατών, αφ’ ενός, και την καταρράκωση του ελληνικού πνεύματος αφ’ ετέρου. O εβραϊκός όχλος κλήθηκε να αποφασίσει τον σταυρικό θάνατο ενός εκ των δύο ανδρών. Του Ιησού ή του Βαραββά. Όμως, όποιον και να διάλεγε, το αποτέλεσμα της θυσίας θα ήταν το ίδιο. Oύτως ή άλλως, το θύμα τους ήταν ένας από αυτούς, αλλά διαφορετικός από αυτούς. Oι Εβραίοι αποκαλούνται και αναγνωρίζονται ως γιοι των μητέρων τους, γι’ αυτό και ο Ιησούς μας είναι γνωστός ως γιος της Μαρίας. Όμως ο ίδιος πάντοτε διακήρυττε ότι ήταν γιος του Πατέρα του (Κατά Ιωάννην, ζ’ 39, ιδ’ 2, ιδ’ 10-13),χαρακτηριστικό ανέκαθεν των Ελλήνων, οι οποίοι αποκαλούνται και αναγνωρίζονται ως γιοι των πατέρων τους (**). Όμως το πιθανότατα πλαστό όνομα του ληστού του Ευαγγελίου, Βαραββάς, σημαίνει ακριβώς «γιος του πατέρα», από το βαρ=γιος και αββάς=πατήρ. Oύτως ή άλλως δηλαδή, ο λαός θα παρέδιδε στον σταυρικό θάνατο έναν «γιο του πατέρα του».
Και έτσι, με μία βία δικονομικού χαρακτήρα, η θυσία ενός «γιου του πατέρα του» έδωσε το έναυσμα για τη γέννηση μιας νέας θρησκείας. Μιας θρησκείας ωμηστών πάλι, σαν τις άλλες, αλλά σε αιθερικό επίπεδο, όπως προδίδουν πολλές ιστορίες μέσα από τα ιερά της κείμενα. (*)
--------
(*) ΠΗΓΗ: Περιοδικό «Αρχαιολογία», Τεύχος 108, Σεπέμβριος 2008(**) Η υπογράμμιση δική μας.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου