Του Φαήλου Μ. Κρανιδιώτη, υποψήφιου βουλευτή της ΝΔ στη Β΄ Πειραιά
Μοιραστείτε το στο facebook
Αδέρφια, όταν πολεμάμε, δεν γκρινιάζουμε. Τώρα ήδη τρέχουμε με εφ΄ όπλου λόγχη για να πάρουμε το ύψωμα. Δεν σταματάς στα μισά για να γυρίσεις την πλάτη στον εχθρό, για να γκρινιάξεις στο Διοικητή και τους δικούς σου..
Τώρα, μόνο μπροστά. Προς την κορυφή. Εγώ δεν το κρύβω: θέλω Αντώνη αυτοδύναμο Πρωθυπουργό και τα μυαλά στα κάγκελα. Θέλω να πάρει το τιμόνι, μ’ έναν Ιερό Λόχο πίσω του και χωρίς να τηρεί ισορροπίες με τυχάρπαστους και υπόλογους της διαπλοκής, να εφαρμόσει τις ιδέες μας, τις Ιδέες της μεγάλης λαϊκής και πατριωτικής παράταξης, της Λαϊκής Δεξιάς και του αληθινού Κέντρου της Ιστορίας, που ήταν οι πιο ριζοσπάστες μαχητές του ελληνικού εθνισμού. Χωρίς φρου φρου κι αρώματα, χωρίς μεσαιοχωρίτικη διαχείριση. Μ’ ότι απαιτούν οι άγριοι καιροί γι’ αυτόν τον Λαό, που δεν είναι απλά πληθυσμός κι αυτή τη χώρα, που δεν είναι απλά χώρος. Θέλω να του δώσουμε τη δύναμη ενός Έθνους, για να αλλάξει τα φώτα στις δυνάμεις της παρακμής.
Σελίδες θα μπορούσα να σας γράψω για την ως τώρα εμπειρία μου με τον κακόφημο τίτλο του «πολιτευτή». Για γκρούεζες με βρώμικο μάτι που κοιτάνε λοξά την μύτη του παπουτσιού σου ή πάνω από τον ώμο σου και ποτέ κατάματα. Για όσους πλησιάζουν με το χέρι απλωμένο. Για τύπους που φοράνε τα παντελόνια μόνο για το κρύο και φέρνουν γύρα τα πολιτικά γραφεία. Γι’ αυτούς που δεν πιστεύουν σε τίποτα και είναι καταδικασμένοι να μην κάνουν τίποτα.
Αλλά θα σας πω και για τους άλλους, τους πολλούς, αυτούς που είναι το αληθινό κόμμα, η αληθινή κοινωνία. Γι’ απλούς ανθρώπους που σου απευθύνουν τα ερωτήματα με γνήσια οργή αλλά και την μικρή φλόγα της ελπίδας να σιγολάμπει στα μάτια τους. Που περιμένουν με λαχτάρα να τους πείσεις, να δουν ότι εννοείς όσα λες κι ότι θα τα κάνεις. Θέλουν να πιστέψουν ότι υπάρχει επιτέλους ένα σχέδιο κι ότι δεν θα ψωνίσουν πάλι από σβέρκο.
Θα σας πω για την κοπελιά που ήρθε με την μάνα της. Επτά άτομα στο σπίτι και τώρα είναι όλοι άνεργοι, γιατί απολύθηκε κι ο τελευταίος που έφερνε μεροκάματο αλλά παρ’ όλα αυτά ελπίζουν ότι ο Σαμαράς θ’ αλλάξει κάτι, επιτέλους. Περιμένουν λίγο χρώμα στο γκρίζο. Θα σας πω για παλιούς συμμαθητές και συμμαθήτριες, συντρόφους σε «αμερικάνικο» στις αλάνες, που κατέληγε από ποδόσφαιρο σε κατς και σε άφραγκες τσάρκες στη Μέμου και στον μώλο, στο Πασαλιμάνι. Χαρούμενοι, που κάποιος δικός τους αποπειράται να «περάσει» το ποτάμι, εκεί που σταματάει το μυωπικό βλέμμα του κράτους της Πλατείας Συντάγματος. Να σας πω για τον φίλο μου τον γιατρό, τον παντελονάτο, που όχι μόνο χορεύει το καλύτερο μάγκικο ζεϊμπέκικο του Πειραιά αλλά με πήρε «επ’ ώμου», λες κι είμαι αδερφός του, λες και είναι ο ίδιος υποψήφιος.
Να σας πω για εργάτες, υπαλλήλους και χαροκαμένους μικρομαγαζάτορες που ζουν για την χαρά της νίκης το βράδυ των εκλογών, για το αριστείο ανδρείας μιας θερμής χειραψίας. Γι’ αυτούς που κρατάνε με τα δόντια και το υστέρημα τους οργανώσεις και μικρά γραφεία με τις σημαίες και τα εμβλήματα μιας παράταξης που μια ζωή αδικεί τα παιδιά της, γιατί τα θεωρεί δεδομένα.
Δεν ξέρω τι θα γίνει. Μόνο ο θάνατος είναι δεδομένος, η τελευταία μας περιουσία, μια φτυαριά χώμα στα μούτρα. Όμως ο αγώνας είναι ωραίος. Τα καθαρά μάτια που ανακαλύπτεις κάθε τόσο στην παρέα που σε δέχεται σε κάποιο σπίτι, για να σε σφυροκοπήσει με αμείλικτα ερωτήματα. Εκεί δεν πας σφιγμένος, πρέπει η ψυχή σου να μπαίνει αγραβάτωτη. Πριν μπεις πετάς τους πολύπλοκους όρους και προσγειώνεσαι στην αμείλικτη πραγματικότητα της αληθινής κοινωνίας, που ωθεί στο περιθώριο χτεσινούς νοικοκυραίους. Γιατί ο μέσος Έλληνας, αγωνισταράδες μου του φουά γκρα που δεν χώραγε το Πολυτεχνείο την ντεμέκ επαναστατικότητα σας, είναι νοικοκύρης. Αγωνιά για τα παιδιά του, το σπίτι που έφτυσε αίμα να φτιάξει ή να αγοράσει, το μεροκάματο του, το κωλομάγαζο που έστησε με τις σάρκες του και δωδεκάωρη εργασία. Με νταβαντζήδες το ΤΕΒΕ, το ΙΚΑ κι άλλους δώδεκα φορείς φαλιρημένους σαν κι αυτόν, καίτοι τους πλήρωσε χρυσούς. Ελπίδα κι αξιοπρέπεια ζητάνε. Βράζει η πληγωμένη περηφάνεια τους. Και θέλουν συγκεκριμένα πράγματα. Ένα κι ένα να κάνει Ελλάδα.
Την βούληση τους την παραμονεύουν οι βοηθητικοί, «ανεξάρτητοι» εξαρτημένοι του ΠΑΣΟΚ, τυχοδιώκτες επενδυτές του χάους, με αριστερό ή εθνοσωτήριο περιτύλιγμα.
Απίθανοι, μαθαίνω, οι μηχανισμοί του αιώνιου διακομματικού Γκρούεζα, που φαλκιδεύουν την λαϊκή βούληση. Μου λένε πως κάτι κομματαρχαίοι που υποδύονται τους εκλογικούς αντιπροσώπους, τα μιλάνε, τα συμφωνούνε, και προσθέτουν σταυρούς στον δικό τους ο καθένας, σε όσα ψηφοδέλτια δεν έχει βάλει ο ψηφοφόρος όλους τους σταυρούς ή τα έριξε ασταύρωτα. Ωραία πράγματα, που είναι για Κορυδαλλό, να παίζουν βόλλευ στο προαύλιο με τον Άκη όσοι τα κάνουν κι όσοι τους βάζουν αλλά με την ανοχή ή άγνοια ορισμένων δικαστικών αντιπροσώπων, που κι αυτοί υπέχουν ποινικής ευθύνης.
Όμως παντού όπου κι αν πας θα βρεις ωραίους ανθρώπους. Ενίοτε με χιούμορ που σκοτώνει, μέσα στην δυστυχία τους. Με αυτοσαρκασμό, αλάνθαστο δείγμα ελεύθερου πνεύματος. Ανθρώπους, που σε μικρά διαμερίσματα σου δείχνουν με περηφάνεια τα παιδιά τους, με απίστευτα πτυχία και διακρίσεις. Τις πέτυχαν με αλύγιστα μετόπισθεν ακούραστους χειρώνακτες, που επένδυσαν το αίμα τους σε βιβλία και φροντιστήρια για να ‘χουν τα παιδιά τους όσα στερήθηκαν οι ίδιοι. Γιατί τελικά, αδέρφια, αυτοί είναι η Πατρίδα.
΄Οποιος φανεί αντάξιος τους, δεν ξέρω αν θα κερδίσει την Βασιλεία των Ουρανών. Σίγουρα όμως θα κερδίσει το πιο μαλακό μαξιλάρι: μια καθαρή συνείδηση.
Μοιραστείτε το στο facebook
Αδέρφια, όταν πολεμάμε, δεν γκρινιάζουμε. Τώρα ήδη τρέχουμε με εφ΄ όπλου λόγχη για να πάρουμε το ύψωμα. Δεν σταματάς στα μισά για να γυρίσεις την πλάτη στον εχθρό, για να γκρινιάξεις στο Διοικητή και τους δικούς σου..
Τώρα, μόνο μπροστά. Προς την κορυφή. Εγώ δεν το κρύβω: θέλω Αντώνη αυτοδύναμο Πρωθυπουργό και τα μυαλά στα κάγκελα. Θέλω να πάρει το τιμόνι, μ’ έναν Ιερό Λόχο πίσω του και χωρίς να τηρεί ισορροπίες με τυχάρπαστους και υπόλογους της διαπλοκής, να εφαρμόσει τις ιδέες μας, τις Ιδέες της μεγάλης λαϊκής και πατριωτικής παράταξης, της Λαϊκής Δεξιάς και του αληθινού Κέντρου της Ιστορίας, που ήταν οι πιο ριζοσπάστες μαχητές του ελληνικού εθνισμού. Χωρίς φρου φρου κι αρώματα, χωρίς μεσαιοχωρίτικη διαχείριση. Μ’ ότι απαιτούν οι άγριοι καιροί γι’ αυτόν τον Λαό, που δεν είναι απλά πληθυσμός κι αυτή τη χώρα, που δεν είναι απλά χώρος. Θέλω να του δώσουμε τη δύναμη ενός Έθνους, για να αλλάξει τα φώτα στις δυνάμεις της παρακμής.
Σελίδες θα μπορούσα να σας γράψω για την ως τώρα εμπειρία μου με τον κακόφημο τίτλο του «πολιτευτή». Για γκρούεζες με βρώμικο μάτι που κοιτάνε λοξά την μύτη του παπουτσιού σου ή πάνω από τον ώμο σου και ποτέ κατάματα. Για όσους πλησιάζουν με το χέρι απλωμένο. Για τύπους που φοράνε τα παντελόνια μόνο για το κρύο και φέρνουν γύρα τα πολιτικά γραφεία. Γι’ αυτούς που δεν πιστεύουν σε τίποτα και είναι καταδικασμένοι να μην κάνουν τίποτα.
Αλλά θα σας πω και για τους άλλους, τους πολλούς, αυτούς που είναι το αληθινό κόμμα, η αληθινή κοινωνία. Γι’ απλούς ανθρώπους που σου απευθύνουν τα ερωτήματα με γνήσια οργή αλλά και την μικρή φλόγα της ελπίδας να σιγολάμπει στα μάτια τους. Που περιμένουν με λαχτάρα να τους πείσεις, να δουν ότι εννοείς όσα λες κι ότι θα τα κάνεις. Θέλουν να πιστέψουν ότι υπάρχει επιτέλους ένα σχέδιο κι ότι δεν θα ψωνίσουν πάλι από σβέρκο.
Θα σας πω για την κοπελιά που ήρθε με την μάνα της. Επτά άτομα στο σπίτι και τώρα είναι όλοι άνεργοι, γιατί απολύθηκε κι ο τελευταίος που έφερνε μεροκάματο αλλά παρ’ όλα αυτά ελπίζουν ότι ο Σαμαράς θ’ αλλάξει κάτι, επιτέλους. Περιμένουν λίγο χρώμα στο γκρίζο. Θα σας πω για παλιούς συμμαθητές και συμμαθήτριες, συντρόφους σε «αμερικάνικο» στις αλάνες, που κατέληγε από ποδόσφαιρο σε κατς και σε άφραγκες τσάρκες στη Μέμου και στον μώλο, στο Πασαλιμάνι. Χαρούμενοι, που κάποιος δικός τους αποπειράται να «περάσει» το ποτάμι, εκεί που σταματάει το μυωπικό βλέμμα του κράτους της Πλατείας Συντάγματος. Να σας πω για τον φίλο μου τον γιατρό, τον παντελονάτο, που όχι μόνο χορεύει το καλύτερο μάγκικο ζεϊμπέκικο του Πειραιά αλλά με πήρε «επ’ ώμου», λες κι είμαι αδερφός του, λες και είναι ο ίδιος υποψήφιος.
Να σας πω για εργάτες, υπαλλήλους και χαροκαμένους μικρομαγαζάτορες που ζουν για την χαρά της νίκης το βράδυ των εκλογών, για το αριστείο ανδρείας μιας θερμής χειραψίας. Γι’ αυτούς που κρατάνε με τα δόντια και το υστέρημα τους οργανώσεις και μικρά γραφεία με τις σημαίες και τα εμβλήματα μιας παράταξης που μια ζωή αδικεί τα παιδιά της, γιατί τα θεωρεί δεδομένα.
Δεν ξέρω τι θα γίνει. Μόνο ο θάνατος είναι δεδομένος, η τελευταία μας περιουσία, μια φτυαριά χώμα στα μούτρα. Όμως ο αγώνας είναι ωραίος. Τα καθαρά μάτια που ανακαλύπτεις κάθε τόσο στην παρέα που σε δέχεται σε κάποιο σπίτι, για να σε σφυροκοπήσει με αμείλικτα ερωτήματα. Εκεί δεν πας σφιγμένος, πρέπει η ψυχή σου να μπαίνει αγραβάτωτη. Πριν μπεις πετάς τους πολύπλοκους όρους και προσγειώνεσαι στην αμείλικτη πραγματικότητα της αληθινής κοινωνίας, που ωθεί στο περιθώριο χτεσινούς νοικοκυραίους. Γιατί ο μέσος Έλληνας, αγωνισταράδες μου του φουά γκρα που δεν χώραγε το Πολυτεχνείο την ντεμέκ επαναστατικότητα σας, είναι νοικοκύρης. Αγωνιά για τα παιδιά του, το σπίτι που έφτυσε αίμα να φτιάξει ή να αγοράσει, το μεροκάματο του, το κωλομάγαζο που έστησε με τις σάρκες του και δωδεκάωρη εργασία. Με νταβαντζήδες το ΤΕΒΕ, το ΙΚΑ κι άλλους δώδεκα φορείς φαλιρημένους σαν κι αυτόν, καίτοι τους πλήρωσε χρυσούς. Ελπίδα κι αξιοπρέπεια ζητάνε. Βράζει η πληγωμένη περηφάνεια τους. Και θέλουν συγκεκριμένα πράγματα. Ένα κι ένα να κάνει Ελλάδα.
Την βούληση τους την παραμονεύουν οι βοηθητικοί, «ανεξάρτητοι» εξαρτημένοι του ΠΑΣΟΚ, τυχοδιώκτες επενδυτές του χάους, με αριστερό ή εθνοσωτήριο περιτύλιγμα.
Απίθανοι, μαθαίνω, οι μηχανισμοί του αιώνιου διακομματικού Γκρούεζα, που φαλκιδεύουν την λαϊκή βούληση. Μου λένε πως κάτι κομματαρχαίοι που υποδύονται τους εκλογικούς αντιπροσώπους, τα μιλάνε, τα συμφωνούνε, και προσθέτουν σταυρούς στον δικό τους ο καθένας, σε όσα ψηφοδέλτια δεν έχει βάλει ο ψηφοφόρος όλους τους σταυρούς ή τα έριξε ασταύρωτα. Ωραία πράγματα, που είναι για Κορυδαλλό, να παίζουν βόλλευ στο προαύλιο με τον Άκη όσοι τα κάνουν κι όσοι τους βάζουν αλλά με την ανοχή ή άγνοια ορισμένων δικαστικών αντιπροσώπων, που κι αυτοί υπέχουν ποινικής ευθύνης.
Όμως παντού όπου κι αν πας θα βρεις ωραίους ανθρώπους. Ενίοτε με χιούμορ που σκοτώνει, μέσα στην δυστυχία τους. Με αυτοσαρκασμό, αλάνθαστο δείγμα ελεύθερου πνεύματος. Ανθρώπους, που σε μικρά διαμερίσματα σου δείχνουν με περηφάνεια τα παιδιά τους, με απίστευτα πτυχία και διακρίσεις. Τις πέτυχαν με αλύγιστα μετόπισθεν ακούραστους χειρώνακτες, που επένδυσαν το αίμα τους σε βιβλία και φροντιστήρια για να ‘χουν τα παιδιά τους όσα στερήθηκαν οι ίδιοι. Γιατί τελικά, αδέρφια, αυτοί είναι η Πατρίδα.
΄Οποιος φανεί αντάξιος τους, δεν ξέρω αν θα κερδίσει την Βασιλεία των Ουρανών. Σίγουρα όμως θα κερδίσει το πιο μαλακό μαξιλάρι: μια καθαρή συνείδηση.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου