Του Γιώργου Καραμπελιά
Μοιραστείτε το στο facebook
Η «προδοσία» της Αριστεράς
Όλα άρχισαν με την ενσωμάτωση της αριστεράς και της κεντροαριστεράς στο κράτος και τους ιδεολογικούς μηχανισμούς του,.
στη διάρκεια της μεταπολίτευσης, δηλαδή σε μια περίοδο κατά την οποία η Ελλάδα γνώριζε μια σαρωτική «διεθνοποίηση»: Ένταξη στην ΕΟΚ και την ΕΕ, κατάργηση των δασμών, προσχώρηση στο ευρώ και εγκατάλειψη του εθνικού νομίσματος, πολιτισμική αφομοίωση στη Δύση –κατεξοχήν μέσω της τηλεόρασης– τέλος και προπαντός, προσχώρηση των Ελλήνων στο παγκοσμιοποιημένο δυτικό καταναλωτικό μοντέλο. Όλα αυτά είχαν ως συνέπεια μια κυριολεκτική ανατροπή των πολιτιστικών και πολιτικών παραμέτρων της ελληνικής κοινωνίας. Δηλαδή, η ταχύτατη μετάβαση από ένα μοντέλο λιτότητας και αποταμίευσης, στον αντίποδά του, κατανάλωσης και σπατάλης, πραγματοποιήθηκε μέσα σε συνθήκες πολιτικο-ιδεολογικής κυριαρχίας της αριστεράς και της κεντροαριστεράς.
Οι αριστεροί διανοούμενοι, διωκόμενοι απηνώς σε όλη τη μετεμφυλιακή περίοδο μέχρι το 1974, καταλαμβάνουν, ιδιαίτερα μετά το 1981, το κράτος και τους θεσμούς της «κοινωνίας των πολιτών». Εφημερίδες, πανεπιστήμια, ερευνητικά κέντρα, τηλεοράσεις, εκπαίδευση, ηγεμονεύονται πλέον από αυτήν την αριστερά και τη νέα ιδεολογία της. Αυτή η αλλαγή σηματοδότησε παράλληλα και τη βαθύτατη μετάλλαξη των ιδεολογικών συντεταγμένων της: Στο παρελθόν προέβαλλε την εθνικοαπελευθερωτική επαναστατική παράδοση, σε αντίθεση με την ξενοδουλεία των «κοτζαμπάσηδων» και του ελληνικού μεταπρατικού κεφαλαίου, διεκδικώντας έτσι μια αντιστασιακή αντιιμπεριαλιστική συνέχεια. Στο εξής, ιδιαίτερα μετά το 1989 και την κατάρρευση του σοσιαλιστικού στρατοπέδου, προσχωρεί ομοθυμαδόν στην αποδοχή της αυτοκρατορικής κουλτούρας της Δύσης και στην καταδίκη κάθε πατριωτικής ανάμνησης ως παρελθοντολογία και συντηρητισμό.
Σε αυτά τα πλαίσια, θα συγκρουστεί μετωπικά με την Εκκλησία και την ορθόδοξη παράδοση, ως «καθυστέρηση», αντικαθιστώντας την από ένα κράμα ελευθεριακής και παγκοσμιοποιημένης καταναλωτικής ιδεολογίας. Ανάλογες εξελίξεις είχαν συμβεί, βέβαια, σε πολλές ευρωπαϊκές χώρες όπου η παραδοσιακή προτεσταντική και καθολική ιδεολογία είχε ανατραπεί βίαια, ιδιαίτερα μετά το 1968, από την εισβολή ενός ατομοκεντρικού αμερικανισμού.
Η ιδιαιτερότητα της Ελλάδας, όμως, συνίσταται σε δύο στοιχεία. Πρώτον, στην Ελλάδα, σχεδόν αποκλειστικοί φορείς αυτής της ιδεολογικής μετάλλαξης ήταν οι προερχόμενοι από την αριστερά και την κεντροαριστερά και δεύτερο και κυριότερο… η Ελλάδα δεν είναι μια τυπική δυτική χώρα, αν είναι καν «δυτική».
Σε μας η ανατροπή του πολιτισμικού υποδείγματος δεν αφορούσε απλώς ή κύρια στον τύπο ανθρώπου που δημιουργούσε και προωθούσε η καταναλωτική παγκοσμιοποιημένη μορφή του καπιταλισμού, αλλά συνδεόταν και με ζητήματα που αφορούν στην ίδια την εθνική ανεξαρτησία και επιβίωση της χώρας. Και για να το κάνουμε σαφέστερο: Στη δυτική Ευρώπη, μετά την δεκαετία του 1960, οι παραδοσιακές αξίες της θρησκείας και της αποταμίευσης αντικαθίστανται από τη «σεξουαλική επανάσταση», τον καταναλωτισμό και τον… δανεισμό. Το ιδιωτικό αυτοκίνητο, η τηλεόραση και η αγορασμένη με δάνειο κατοικία, γίνονται τα νέα ενιαία πολιτισμικά πρότυπα του δυτικού κόσμου, σε συνδυασμό με την πολυπολιτισμικότητα και την άρνηση της «στενής» εθνικής ταυτότητας. Στην Ελλάδα, η εισβολή του ανάλογου μοντέλου είναι επίσης πραγματικότητα, από την άποψη του τρόπου ζωής, μόνο που, εδώ, απόρριψη της εθνικής ταυτότητας σημαίνει και ταυτόχρονη αποδοχή της ξένης κυριαρχίας και της υποταγής. πολυπολιτισμός σε μια χώρα των συνόρων σημαίνει μεσοπρόθεσμα την απειλή της κυριολεκτικής εξαφάνισής της.
Στην Ελλάδα, οι υπερασπιστές του νέου ηγεμονικού πολιτιστικού μοντέλου δεν θα μπορούσαν να αρκεστούν μόνο στην καταδίκη του παλαιού συντηρητικού προτύπου, αλλά θα ήταν υποχρεωμένοι να προσχωρήσουν και στην ανοικτή εθελοδουλία και το μίσος ενάντια σε μια απειλούμενη εθνική ταυτότητα. Γι’ αυτό, στη Γαλλία, ο Μπερνάρ Ανρί Λεβί μπορεί να είναι ταυτόχρονα εκφραστής αυτού του νέου καταναλωτικού πολιτισμικού προτύπου, αλλά και υπερασπιστής των επιθέσεων της Γαλλίας εναντίον της Λιβύης και των Αμερικανών εναντίον του Ιράκ, ενώ ο πολυπολιτισμικός Ολάντ απειλεί καθημερινά με επέμβαση τη Συρία. Στην Ελλάδα, αντίθετα, οι ιδεολογικοί κλώνοι τους, για να υπερασπιστούν το ίδιο πολιτισμικό μοντέλο, θα έπρεπε να στραφούν και ενάντια στα συμφέροντα του ελληνικού έθνους-κράτους! Γι’ αυτό και είναι οι ίδιοι που θα υπογράφουν ταυτόχρονα υπέρ των «Μακεδόνων», του σχεδίου Ανάν, της ελληνοτουρκικής φιλίας και της κυρίας Ρεπούση, παράλληλα με την υπεράσπιση της «ανοικτής κοινωνίας». Κατά συνέπεια, η εκσυγχρονιστική αριστερά και κεντροαριστερά στην Ελλάδα, για να είναι πολυπολιτισμική, θα έπρεπε να είναι και ενδοτική.
Γι’ αυτό και η υπεράσπιση της εθνικής ταυτότητας, της «πατρίδας», της Κύπρου, που ανήκε παραδοσιακά στο οπλοστάσιο της αριστεράς, μιας και η δεξιά και η άρχουσα τάξη ήταν ξενόδουλη και εξαρτημένη, θα εγκαταλειφθεί σταδιακά. Για αρκετά χρόνια, η εναπομείνασα «πατριωτική αριστερά» κάλυπτε κουτσά-στραβά το κενό∙ ωστόσο, τα ακροδεξιά ρεύματα θα κάνουν δειλά-δειλά την εμφάνισή τους από τη δεκαετία του ’80, και θα ενισχύονται όσο περισσότερο η κυρίαρχη κουλτούρα θα βαδίζει προς την αντίθετη κατεύθυνση. Όταν λοιπόν θα έλθει η στιγμή της κρίσης, η ακροδεξιά θα εμφανιστεί αίφνης στο προσκήνιο, ως ο παρά φύση εκφραστής των αξιών που οι άλλοι όχι απλώς είχαν εγκαταλείψει αλλά είχαν συκοφαντήσει και εξουθενώσει.
Εδώ και είκοσι πέντε χρόνια τουλάχιστον, η κυρίαρχη αριστερή μιντιακή και ακαδημαϊκή κουλτούρα αγωνιζόταν να απομονώσει εκείνους που, όπως εμείς, επέμεναν στη σύνδεση των δημοκρατικών και επαναστατικών ιδεών και αξιών με την πραγματικότητα της χώρας. Και γι’ αυτό σήμερα εισπράττουν τους νεαντερντάλιους που επιζητούσαν.
Εξάλλου, πολλοί απ’ αυτούς, ανάμεσά τους ο Σωμερίτης και ο θλιβερός «Ιός», έχουν επαναλάβει επανειλημμένα ότι θα προτιμούσαν να αναπτυχθεί στην Ελλάδα ένας Έλληνας Λεπέν, ώστε να πάψουν να έχουν λόγο ύπαρξης οι «αριστεροί πατριώτες». Όλα αυτά με την βλακώδη σκέψη, ότι με έναν ακροδεξιό μπαμπούλα, θα μπορούσαν να ενισχύουν την καταναλωτική βολή τους, ανενόχλητοι από κριτικές που τους υπενθύμιζαν ότι οι ίδιοι είχαν ταυτιστεί με τον… Μπους στη Γιουγκοσλαβία και την Κύπρο.
Όμως, αντί για τον Λεπέν ή τον Καρατζαφέρη, τους βγήκε… ο ανοικτός θαυμαστής του Χίτλερ, Μιχαλολιάκος. Και επειδή οι ίδιοι είναι θύματα της μπαρόβιας δυτικοκεντρικής ιδεολογίας τους, δεν κατανοούν ότι, στην απειλούμενη από τους δυτικούς τραπεζίτες και τον νεοθωμανισμό, Ελλάδα, το ζήτημα του πατριωτισμού δεν είναι δευτερεύον αλλά το κύριο αίτημα της κοινωνίας μας∙ το δε μεταναστευτικό, σε μια χώρα των συνόρων, δεν αφορά απλώς στην καταπολέμηση των ρατσιστικών συνδρόμων, αλλά αποτελεί ζήτημα ζωής ή θανάτου. Κατά συνέπεια, την ώρα που καταρρέει το παγκοσμιοποιημένο καταναλωτικό μοντέλο, δύο λύσεις απομένουν. Είτε η αναβάπτιση της αριστεράς και της κεντροαριστεράς στην πατριωτική παράδοση, και η απολάκτιση του παρασιτικού ψευδοελευθεριακού μοντέλου, είτε η ενίσχυση των αυταρχικών ή και φασιστικών λύσεων και δυνάμεων. Τα πράγματα έχουν γίνει σοβαρά, γι’ αυτό και ιδεολογίες και σχήματα, που ταίριαζαν στην παλιά καλή συμπόρευση Κολωνακίου και Εξαρχείων, δεν έχουν πλέον καμιά δυνατότητα μακροημέρευσης. Μπορούν να επιβιώσουν μόνο ως ανοικτοί Κουίσλινγκ της Δύσης – όπως όλοι εκείνοι που μας καλούν να δεχτούμε Γερμανό κυβερνήτη, όπως ο… Ράμφος– ή των νεοθωμανών, όπως οι σπόνσορες του… Σουλεϊμάν.
Η μακρά πορεία της φασιστικής δεξιάς
Πολλοί από όσους σήμερα διαπορούν για το πως και γιατί ήρθε στο προσκήνιο η ναζιστική ακροδεξιά, μας λοιδορούσαν στο παρελθόν όταν ασχολιόμασταν με ιδεολογικά φαινόμενα που οι ίδιοι αγνοούσαν και προσπερνούσαν. Για χρόνια τονίζαμε πως φαινόμενα όπως η αρχαιολατρία, η ουφολογία και η συνωμοσιολογία αποτελούν τα οχήματα μέσω των οποίων η ακροδεξιά δοκίμαζε να επανέλθει στο προσκήνιο, μετά την ιστορική της ήττα εξαιτίας της ταύτισής της με την Χούντα. Ο Πλεύρης, στα τέλη της δεκαετίας του ’70, θα ξεκινήσει την ιδεολογική αναβάπτιση της φασιστικής Δεξιάς στην αρχαιοελληνική παράδοση. Δεκάδες περιοδικά, από τον Δαυλό έως το Απολλώνειο Φως περνώντας από την Ελληνική Αγωγή του Άδωνι Γεωργιάδη, θα προβάλλουν μια φασίζουσα ή ανοικτά φυλετιστική εκδοχή της αρχαίας Ελλάδας, κατεξοχήν της Σπάρτης, ενάντια στον «εβραϊκό χριστιανισμό», και θα δημιουργήσουν ένα πλατύ ιδεολογικό ρεύμα που εξαπλώθηκε με εκατοντάδες εκδόσεις, κανάλια, εκπομπές, και… ταξιτζήδες, σε ευρύτατα λαϊκά στρώματα. Εκείνα τα λαϊκά στρώματα, που οι κυριλέ διανοούμενοι του «σοβαρού τύπου» και των πανεπιστημίων είχαν οριστικά εγκαταλείψει, συναγελαζόμενοι με τα ποικίλα ιδρύματα τραπεζών και άλλων εφοπλιστών. Και όσο αυτοί νόμιζαν πως διατηρούν ακλόνητη την ιδεολογική τους ηγεμονία, ο Πλεύρης πουλούσε ίσως εκατοντάδες χιλιάδες αντίτυπα, για δεκαετίες ολόκληρες, στα ευρύτερα ημιμαθή λαϊκά στρώματα, ενώ ο Λιακόπουλος έχει πουλήσει εκατοντάδες χιλιάδες βιβλία που συνδέουν ουφολογία, ομάδες Έψιλον και φυλετική καθαρότητα. Καθόλου τυχαία, στο ίδιο ιδεολογικό ρεύμα συνέπλεαν οι Βελόπουλοι και οι Γεωργιάδηδες του κάποτε ΛΑΟΣ και η Χρυσή Αυγή του Μιχαλολιάκου.
Και όμως, οι τόσο «οξυδερκείς» διανοούμενοί μας δεν αντελήφθησαν τίποτα, όχι μόνο γιατί περιφρονούσαν το αγράμματο «πόπολο», αλλά και για έναν ακόμα σοβαρό λόγο. Το γεγονός ότι το ρεύμα της αρχαιολατρίας και ουφολογίας βρισκόταν σε αντιπαράθεση και σύγκρουση με την ορθοδοξία. Και επειδή ο μεγαλύτερος εχθρός των «εκσυγχρονιστών», ως εκφραστής της παραδοσιακής ταυτότητας των Ελλήνων, υπήρξε η ορθοδοξία και ο «Χριστόδουλος», τι… Καστοριάδης τι… Πλεύρης! Τόσο η αυτόνομη αντιαυταρχική αριστερά όσο και η αρχαιολατρική αυταρχική δεξιά είχαν ως κύριο αντίπαλο την Ορθοδοξία. Οι μεν πρώτοι, διότι η Εκκλησία, κατά την άποψή τους, γκρέμισε το οικοδόμημα της άμεσης δημοκρατίας της αρχαίας Ελλάδας, οι δε δεύτεροι διότι ο «εβραιοχριστιανικός» οικουμενισμός έθεσε τέλος στον αρχαιοελληνικό φυλετισμό. Καθόλου τυχαία δε, η προσπάθεια του Καρατζαφέρη να ενοποιήσει συντηρητικούς ορθόδοξους και αρχαιολάτρες οδηγήθηκε εν τέλει σε αποτυχία και οι πρώην αρχαιολάτρες εγκατέλειψαν το κόμμα του.
Στη συνέχεια, το εναπομείναν αρχαιολατρικό ρεύμα συνδέθηκε όλο και πιο επίμονα με τον αποκρυφισμό, την συνωμοσιολογία, τις ιστορίες περί «κούφιας γης» και των «Έψιλον» που θα μας σώσουν, συναντώντας τις αντίστοιχες χιτλεροφασιστικές θεωρίες περί Κελτών, υπερβορείων και Ινδοευρωπαίων. Στα περιοδικά της Χ.Α. και στις ιστοσελίδες της, περίοπτη θέση κατέχουν ο παγανιστής φασίστας θεωρητικός, Τζούλιους Έβολα, και η ελληνικής καταγωγής οπαδός του Χίτλερ, υμνήτρια των Ινδοευρωπαίων της Ινδίας, Σαβίτρι Ντέβι.
Καθόλου τυχαία δε, μόνο το Άρδην αφιέρωσε τέσσερα ή πέντε τεύχη του στην αρχαιολατρία, τη συνωμοσιολογία και τις συνωμοσιολογικές ρίζες του χιτλερισμού κ.λπ., την ώρα που οι Κολωνοεξαρχειώτες ασχολούνταν με την «αυτοκρατορία» του Νέγκρι και τη συνταρακτική ανακάλυψη των ουρανοξυστών της Νέας Υόρκης από τον Ράμφο! Έτσι, όσοι προσπαθούσαμε να κτίσουμε μια δημοκρατική εναλλακτική εκδοχή του πατριωτισμού, στη σύγχρονη Ελλάδα, συναντούσαμε καθημερινά απέναντί μας δύο αντιπάλους: Από την μία πλευρά τους εθνομηδενιστές καραγκιόζηδες και από την άλλη αυτή την εντεινόμενη και πολυπλόκαμη ανορθολογική προπαγάνδα που μόλυνε και αποπροσανατόλιζε τα αγανακτισμένα και εγκαταλελειμμένα από τις ελίτ λαϊκά στρώματα. Συναντούσαμε καθημερινά τον πατριωτισμό αναμεμειγμένο με τη συνωμοσιολογία και τις αυταρχικές λύσεις. την ανάδειξη της σημασίας του μεταναστευτικού να μεταβάλλεται σε ρατσισμό. την απέχθεια για το πολιτικό σύστημα να μετασχηματίζεται σε προσμονή του ουρανοκατέβατου ηγέτη. την καταδίκη της άρχουσας τάξης και του σιωνισμού να μεταπίπτει σε αντισημιτισμό, κ.ο.κ.
Για τις κυρίαρχες ελίτ δεν υπήρχε πρόβλημα. Ο πατριωτισμός ήταν ούτως ή άλλως εθνικισμός, ο αντισιωνισμός αντισημιτισμός, η επιμονή στην εθνική ταυτότητα, ρατσισμός! Γι’ αυτό και τα κυριότερα βέλη τους στρέφονταν ενάντια σε μας και στο ίδιο το λαϊκό σώμα, που ήθελαν να το ταυτίσουν με τους φασίστες. Να λοιπόν, σήμερα, που μπροστά τους έχουν αυτό που δημιούργησαν ή άφησαν να αναπτυχθεί. Μια ναζιστική ομάδα που, μπρος στο απόλυτο κενό ιδεολογίας, κομμάτων, πνευματικών ελίτ, αναδεικνύεται στο προσκήνιο της πολιτικής με το πιο αποτρόπαιο φαιό πρόσωπο του ρατσιστικού ναζισμού…
Από το Άρδην που κυκλοφορεί με αφιέρωμα στη Χρυσή Αυγή
Μοιραστείτε το στο facebook
Η «προδοσία» της Αριστεράς
Όλα άρχισαν με την ενσωμάτωση της αριστεράς και της κεντροαριστεράς στο κράτος και τους ιδεολογικούς μηχανισμούς του,.
στη διάρκεια της μεταπολίτευσης, δηλαδή σε μια περίοδο κατά την οποία η Ελλάδα γνώριζε μια σαρωτική «διεθνοποίηση»: Ένταξη στην ΕΟΚ και την ΕΕ, κατάργηση των δασμών, προσχώρηση στο ευρώ και εγκατάλειψη του εθνικού νομίσματος, πολιτισμική αφομοίωση στη Δύση –κατεξοχήν μέσω της τηλεόρασης– τέλος και προπαντός, προσχώρηση των Ελλήνων στο παγκοσμιοποιημένο δυτικό καταναλωτικό μοντέλο. Όλα αυτά είχαν ως συνέπεια μια κυριολεκτική ανατροπή των πολιτιστικών και πολιτικών παραμέτρων της ελληνικής κοινωνίας. Δηλαδή, η ταχύτατη μετάβαση από ένα μοντέλο λιτότητας και αποταμίευσης, στον αντίποδά του, κατανάλωσης και σπατάλης, πραγματοποιήθηκε μέσα σε συνθήκες πολιτικο-ιδεολογικής κυριαρχίας της αριστεράς και της κεντροαριστεράς.
Οι αριστεροί διανοούμενοι, διωκόμενοι απηνώς σε όλη τη μετεμφυλιακή περίοδο μέχρι το 1974, καταλαμβάνουν, ιδιαίτερα μετά το 1981, το κράτος και τους θεσμούς της «κοινωνίας των πολιτών». Εφημερίδες, πανεπιστήμια, ερευνητικά κέντρα, τηλεοράσεις, εκπαίδευση, ηγεμονεύονται πλέον από αυτήν την αριστερά και τη νέα ιδεολογία της. Αυτή η αλλαγή σηματοδότησε παράλληλα και τη βαθύτατη μετάλλαξη των ιδεολογικών συντεταγμένων της: Στο παρελθόν προέβαλλε την εθνικοαπελευθερωτική επαναστατική παράδοση, σε αντίθεση με την ξενοδουλεία των «κοτζαμπάσηδων» και του ελληνικού μεταπρατικού κεφαλαίου, διεκδικώντας έτσι μια αντιστασιακή αντιιμπεριαλιστική συνέχεια. Στο εξής, ιδιαίτερα μετά το 1989 και την κατάρρευση του σοσιαλιστικού στρατοπέδου, προσχωρεί ομοθυμαδόν στην αποδοχή της αυτοκρατορικής κουλτούρας της Δύσης και στην καταδίκη κάθε πατριωτικής ανάμνησης ως παρελθοντολογία και συντηρητισμό.
Σε αυτά τα πλαίσια, θα συγκρουστεί μετωπικά με την Εκκλησία και την ορθόδοξη παράδοση, ως «καθυστέρηση», αντικαθιστώντας την από ένα κράμα ελευθεριακής και παγκοσμιοποιημένης καταναλωτικής ιδεολογίας. Ανάλογες εξελίξεις είχαν συμβεί, βέβαια, σε πολλές ευρωπαϊκές χώρες όπου η παραδοσιακή προτεσταντική και καθολική ιδεολογία είχε ανατραπεί βίαια, ιδιαίτερα μετά το 1968, από την εισβολή ενός ατομοκεντρικού αμερικανισμού.
Η ιδιαιτερότητα της Ελλάδας, όμως, συνίσταται σε δύο στοιχεία. Πρώτον, στην Ελλάδα, σχεδόν αποκλειστικοί φορείς αυτής της ιδεολογικής μετάλλαξης ήταν οι προερχόμενοι από την αριστερά και την κεντροαριστερά και δεύτερο και κυριότερο… η Ελλάδα δεν είναι μια τυπική δυτική χώρα, αν είναι καν «δυτική».
Σε μας η ανατροπή του πολιτισμικού υποδείγματος δεν αφορούσε απλώς ή κύρια στον τύπο ανθρώπου που δημιουργούσε και προωθούσε η καταναλωτική παγκοσμιοποιημένη μορφή του καπιταλισμού, αλλά συνδεόταν και με ζητήματα που αφορούν στην ίδια την εθνική ανεξαρτησία και επιβίωση της χώρας. Και για να το κάνουμε σαφέστερο: Στη δυτική Ευρώπη, μετά την δεκαετία του 1960, οι παραδοσιακές αξίες της θρησκείας και της αποταμίευσης αντικαθίστανται από τη «σεξουαλική επανάσταση», τον καταναλωτισμό και τον… δανεισμό. Το ιδιωτικό αυτοκίνητο, η τηλεόραση και η αγορασμένη με δάνειο κατοικία, γίνονται τα νέα ενιαία πολιτισμικά πρότυπα του δυτικού κόσμου, σε συνδυασμό με την πολυπολιτισμικότητα και την άρνηση της «στενής» εθνικής ταυτότητας. Στην Ελλάδα, η εισβολή του ανάλογου μοντέλου είναι επίσης πραγματικότητα, από την άποψη του τρόπου ζωής, μόνο που, εδώ, απόρριψη της εθνικής ταυτότητας σημαίνει και ταυτόχρονη αποδοχή της ξένης κυριαρχίας και της υποταγής. πολυπολιτισμός σε μια χώρα των συνόρων σημαίνει μεσοπρόθεσμα την απειλή της κυριολεκτικής εξαφάνισής της.
Στην Ελλάδα, οι υπερασπιστές του νέου ηγεμονικού πολιτιστικού μοντέλου δεν θα μπορούσαν να αρκεστούν μόνο στην καταδίκη του παλαιού συντηρητικού προτύπου, αλλά θα ήταν υποχρεωμένοι να προσχωρήσουν και στην ανοικτή εθελοδουλία και το μίσος ενάντια σε μια απειλούμενη εθνική ταυτότητα. Γι’ αυτό, στη Γαλλία, ο Μπερνάρ Ανρί Λεβί μπορεί να είναι ταυτόχρονα εκφραστής αυτού του νέου καταναλωτικού πολιτισμικού προτύπου, αλλά και υπερασπιστής των επιθέσεων της Γαλλίας εναντίον της Λιβύης και των Αμερικανών εναντίον του Ιράκ, ενώ ο πολυπολιτισμικός Ολάντ απειλεί καθημερινά με επέμβαση τη Συρία. Στην Ελλάδα, αντίθετα, οι ιδεολογικοί κλώνοι τους, για να υπερασπιστούν το ίδιο πολιτισμικό μοντέλο, θα έπρεπε να στραφούν και ενάντια στα συμφέροντα του ελληνικού έθνους-κράτους! Γι’ αυτό και είναι οι ίδιοι που θα υπογράφουν ταυτόχρονα υπέρ των «Μακεδόνων», του σχεδίου Ανάν, της ελληνοτουρκικής φιλίας και της κυρίας Ρεπούση, παράλληλα με την υπεράσπιση της «ανοικτής κοινωνίας». Κατά συνέπεια, η εκσυγχρονιστική αριστερά και κεντροαριστερά στην Ελλάδα, για να είναι πολυπολιτισμική, θα έπρεπε να είναι και ενδοτική.
Γι’ αυτό και η υπεράσπιση της εθνικής ταυτότητας, της «πατρίδας», της Κύπρου, που ανήκε παραδοσιακά στο οπλοστάσιο της αριστεράς, μιας και η δεξιά και η άρχουσα τάξη ήταν ξενόδουλη και εξαρτημένη, θα εγκαταλειφθεί σταδιακά. Για αρκετά χρόνια, η εναπομείνασα «πατριωτική αριστερά» κάλυπτε κουτσά-στραβά το κενό∙ ωστόσο, τα ακροδεξιά ρεύματα θα κάνουν δειλά-δειλά την εμφάνισή τους από τη δεκαετία του ’80, και θα ενισχύονται όσο περισσότερο η κυρίαρχη κουλτούρα θα βαδίζει προς την αντίθετη κατεύθυνση. Όταν λοιπόν θα έλθει η στιγμή της κρίσης, η ακροδεξιά θα εμφανιστεί αίφνης στο προσκήνιο, ως ο παρά φύση εκφραστής των αξιών που οι άλλοι όχι απλώς είχαν εγκαταλείψει αλλά είχαν συκοφαντήσει και εξουθενώσει.
Εδώ και είκοσι πέντε χρόνια τουλάχιστον, η κυρίαρχη αριστερή μιντιακή και ακαδημαϊκή κουλτούρα αγωνιζόταν να απομονώσει εκείνους που, όπως εμείς, επέμεναν στη σύνδεση των δημοκρατικών και επαναστατικών ιδεών και αξιών με την πραγματικότητα της χώρας. Και γι’ αυτό σήμερα εισπράττουν τους νεαντερντάλιους που επιζητούσαν.
Εξάλλου, πολλοί απ’ αυτούς, ανάμεσά τους ο Σωμερίτης και ο θλιβερός «Ιός», έχουν επαναλάβει επανειλημμένα ότι θα προτιμούσαν να αναπτυχθεί στην Ελλάδα ένας Έλληνας Λεπέν, ώστε να πάψουν να έχουν λόγο ύπαρξης οι «αριστεροί πατριώτες». Όλα αυτά με την βλακώδη σκέψη, ότι με έναν ακροδεξιό μπαμπούλα, θα μπορούσαν να ενισχύουν την καταναλωτική βολή τους, ανενόχλητοι από κριτικές που τους υπενθύμιζαν ότι οι ίδιοι είχαν ταυτιστεί με τον… Μπους στη Γιουγκοσλαβία και την Κύπρο.
Όμως, αντί για τον Λεπέν ή τον Καρατζαφέρη, τους βγήκε… ο ανοικτός θαυμαστής του Χίτλερ, Μιχαλολιάκος. Και επειδή οι ίδιοι είναι θύματα της μπαρόβιας δυτικοκεντρικής ιδεολογίας τους, δεν κατανοούν ότι, στην απειλούμενη από τους δυτικούς τραπεζίτες και τον νεοθωμανισμό, Ελλάδα, το ζήτημα του πατριωτισμού δεν είναι δευτερεύον αλλά το κύριο αίτημα της κοινωνίας μας∙ το δε μεταναστευτικό, σε μια χώρα των συνόρων, δεν αφορά απλώς στην καταπολέμηση των ρατσιστικών συνδρόμων, αλλά αποτελεί ζήτημα ζωής ή θανάτου. Κατά συνέπεια, την ώρα που καταρρέει το παγκοσμιοποιημένο καταναλωτικό μοντέλο, δύο λύσεις απομένουν. Είτε η αναβάπτιση της αριστεράς και της κεντροαριστεράς στην πατριωτική παράδοση, και η απολάκτιση του παρασιτικού ψευδοελευθεριακού μοντέλου, είτε η ενίσχυση των αυταρχικών ή και φασιστικών λύσεων και δυνάμεων. Τα πράγματα έχουν γίνει σοβαρά, γι’ αυτό και ιδεολογίες και σχήματα, που ταίριαζαν στην παλιά καλή συμπόρευση Κολωνακίου και Εξαρχείων, δεν έχουν πλέον καμιά δυνατότητα μακροημέρευσης. Μπορούν να επιβιώσουν μόνο ως ανοικτοί Κουίσλινγκ της Δύσης – όπως όλοι εκείνοι που μας καλούν να δεχτούμε Γερμανό κυβερνήτη, όπως ο… Ράμφος– ή των νεοθωμανών, όπως οι σπόνσορες του… Σουλεϊμάν.
Η μακρά πορεία της φασιστικής δεξιάς
Πολλοί από όσους σήμερα διαπορούν για το πως και γιατί ήρθε στο προσκήνιο η ναζιστική ακροδεξιά, μας λοιδορούσαν στο παρελθόν όταν ασχολιόμασταν με ιδεολογικά φαινόμενα που οι ίδιοι αγνοούσαν και προσπερνούσαν. Για χρόνια τονίζαμε πως φαινόμενα όπως η αρχαιολατρία, η ουφολογία και η συνωμοσιολογία αποτελούν τα οχήματα μέσω των οποίων η ακροδεξιά δοκίμαζε να επανέλθει στο προσκήνιο, μετά την ιστορική της ήττα εξαιτίας της ταύτισής της με την Χούντα. Ο Πλεύρης, στα τέλη της δεκαετίας του ’70, θα ξεκινήσει την ιδεολογική αναβάπτιση της φασιστικής Δεξιάς στην αρχαιοελληνική παράδοση. Δεκάδες περιοδικά, από τον Δαυλό έως το Απολλώνειο Φως περνώντας από την Ελληνική Αγωγή του Άδωνι Γεωργιάδη, θα προβάλλουν μια φασίζουσα ή ανοικτά φυλετιστική εκδοχή της αρχαίας Ελλάδας, κατεξοχήν της Σπάρτης, ενάντια στον «εβραϊκό χριστιανισμό», και θα δημιουργήσουν ένα πλατύ ιδεολογικό ρεύμα που εξαπλώθηκε με εκατοντάδες εκδόσεις, κανάλια, εκπομπές, και… ταξιτζήδες, σε ευρύτατα λαϊκά στρώματα. Εκείνα τα λαϊκά στρώματα, που οι κυριλέ διανοούμενοι του «σοβαρού τύπου» και των πανεπιστημίων είχαν οριστικά εγκαταλείψει, συναγελαζόμενοι με τα ποικίλα ιδρύματα τραπεζών και άλλων εφοπλιστών. Και όσο αυτοί νόμιζαν πως διατηρούν ακλόνητη την ιδεολογική τους ηγεμονία, ο Πλεύρης πουλούσε ίσως εκατοντάδες χιλιάδες αντίτυπα, για δεκαετίες ολόκληρες, στα ευρύτερα ημιμαθή λαϊκά στρώματα, ενώ ο Λιακόπουλος έχει πουλήσει εκατοντάδες χιλιάδες βιβλία που συνδέουν ουφολογία, ομάδες Έψιλον και φυλετική καθαρότητα. Καθόλου τυχαία, στο ίδιο ιδεολογικό ρεύμα συνέπλεαν οι Βελόπουλοι και οι Γεωργιάδηδες του κάποτε ΛΑΟΣ και η Χρυσή Αυγή του Μιχαλολιάκου.
Και όμως, οι τόσο «οξυδερκείς» διανοούμενοί μας δεν αντελήφθησαν τίποτα, όχι μόνο γιατί περιφρονούσαν το αγράμματο «πόπολο», αλλά και για έναν ακόμα σοβαρό λόγο. Το γεγονός ότι το ρεύμα της αρχαιολατρίας και ουφολογίας βρισκόταν σε αντιπαράθεση και σύγκρουση με την ορθοδοξία. Και επειδή ο μεγαλύτερος εχθρός των «εκσυγχρονιστών», ως εκφραστής της παραδοσιακής ταυτότητας των Ελλήνων, υπήρξε η ορθοδοξία και ο «Χριστόδουλος», τι… Καστοριάδης τι… Πλεύρης! Τόσο η αυτόνομη αντιαυταρχική αριστερά όσο και η αρχαιολατρική αυταρχική δεξιά είχαν ως κύριο αντίπαλο την Ορθοδοξία. Οι μεν πρώτοι, διότι η Εκκλησία, κατά την άποψή τους, γκρέμισε το οικοδόμημα της άμεσης δημοκρατίας της αρχαίας Ελλάδας, οι δε δεύτεροι διότι ο «εβραιοχριστιανικός» οικουμενισμός έθεσε τέλος στον αρχαιοελληνικό φυλετισμό. Καθόλου τυχαία δε, η προσπάθεια του Καρατζαφέρη να ενοποιήσει συντηρητικούς ορθόδοξους και αρχαιολάτρες οδηγήθηκε εν τέλει σε αποτυχία και οι πρώην αρχαιολάτρες εγκατέλειψαν το κόμμα του.
Στη συνέχεια, το εναπομείναν αρχαιολατρικό ρεύμα συνδέθηκε όλο και πιο επίμονα με τον αποκρυφισμό, την συνωμοσιολογία, τις ιστορίες περί «κούφιας γης» και των «Έψιλον» που θα μας σώσουν, συναντώντας τις αντίστοιχες χιτλεροφασιστικές θεωρίες περί Κελτών, υπερβορείων και Ινδοευρωπαίων. Στα περιοδικά της Χ.Α. και στις ιστοσελίδες της, περίοπτη θέση κατέχουν ο παγανιστής φασίστας θεωρητικός, Τζούλιους Έβολα, και η ελληνικής καταγωγής οπαδός του Χίτλερ, υμνήτρια των Ινδοευρωπαίων της Ινδίας, Σαβίτρι Ντέβι.
Καθόλου τυχαία δε, μόνο το Άρδην αφιέρωσε τέσσερα ή πέντε τεύχη του στην αρχαιολατρία, τη συνωμοσιολογία και τις συνωμοσιολογικές ρίζες του χιτλερισμού κ.λπ., την ώρα που οι Κολωνοεξαρχειώτες ασχολούνταν με την «αυτοκρατορία» του Νέγκρι και τη συνταρακτική ανακάλυψη των ουρανοξυστών της Νέας Υόρκης από τον Ράμφο! Έτσι, όσοι προσπαθούσαμε να κτίσουμε μια δημοκρατική εναλλακτική εκδοχή του πατριωτισμού, στη σύγχρονη Ελλάδα, συναντούσαμε καθημερινά απέναντί μας δύο αντιπάλους: Από την μία πλευρά τους εθνομηδενιστές καραγκιόζηδες και από την άλλη αυτή την εντεινόμενη και πολυπλόκαμη ανορθολογική προπαγάνδα που μόλυνε και αποπροσανατόλιζε τα αγανακτισμένα και εγκαταλελειμμένα από τις ελίτ λαϊκά στρώματα. Συναντούσαμε καθημερινά τον πατριωτισμό αναμεμειγμένο με τη συνωμοσιολογία και τις αυταρχικές λύσεις. την ανάδειξη της σημασίας του μεταναστευτικού να μεταβάλλεται σε ρατσισμό. την απέχθεια για το πολιτικό σύστημα να μετασχηματίζεται σε προσμονή του ουρανοκατέβατου ηγέτη. την καταδίκη της άρχουσας τάξης και του σιωνισμού να μεταπίπτει σε αντισημιτισμό, κ.ο.κ.
Για τις κυρίαρχες ελίτ δεν υπήρχε πρόβλημα. Ο πατριωτισμός ήταν ούτως ή άλλως εθνικισμός, ο αντισιωνισμός αντισημιτισμός, η επιμονή στην εθνική ταυτότητα, ρατσισμός! Γι’ αυτό και τα κυριότερα βέλη τους στρέφονταν ενάντια σε μας και στο ίδιο το λαϊκό σώμα, που ήθελαν να το ταυτίσουν με τους φασίστες. Να λοιπόν, σήμερα, που μπροστά τους έχουν αυτό που δημιούργησαν ή άφησαν να αναπτυχθεί. Μια ναζιστική ομάδα που, μπρος στο απόλυτο κενό ιδεολογίας, κομμάτων, πνευματικών ελίτ, αναδεικνύεται στο προσκήνιο της πολιτικής με το πιο αποτρόπαιο φαιό πρόσωπο του ρατσιστικού ναζισμού…
Από το Άρδην που κυκλοφορεί με αφιέρωμα στη Χρυσή Αυγή
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου