Μοιραστείτε το στο facebook
Ο Θοδωρής Διάκος διαθέτει μυαλό ανήσυχο δηλαδή όπλο επαναστατικό εναντίον των δυνάμεων κατοχής..
Συνέντευξη στον Λευτέρη Χ. Θεοδωρακόπουλο
Στην Ελλάδα των τριών μνημονίων, των «υπηκόων» του Ράιχενμπαχ και των εντολών του Τόμσεν άραγε χωράνε ανήσυχα μυαλά; Υπάρχει λίγος ουρανός για τους νέους που έρχονται με υπερηχητική ταχύτητα προερχόμενη από πάθος και όνειρα ή το μόνο που είναι μπροστά τους είναι ένας πελώριος μαύρος τοίχος που δεν φαίνεται ανάμεσα στις σκιές και η πρόσκρουση πάνω σε αυτόν είναι αναπόφευκτη.
Θοδωρή, είσαι 21 ετών και έχεις γράψει ένα διήγημα; Πως προέκυψε η συγγραφή και τι σε ώθησε σε αυτή;
Ποια είναι η άποψη σου για την πολιτική αλλά και για τους πολιτικούς;
Ο Θοδωρής Διάκος διαθέτει μυαλό ανήσυχο δηλαδή όπλο επαναστατικό εναντίον των δυνάμεων κατοχής..
«Οι πολιτικοί
είναι πανέξυπνοι. Δεν γίνεται να κυβερνάς έναν λαό που σε έχει πάρει χαμπάρι
και ακόμα να τον καταφέρνεις να σε εμπιστεύεται»
«Πρέπει να
υπολογίζω πόσα τσιγάρα θα κάνω ενώ διαβάζω, για να βγάλω τον μήνα»
Συνέντευξη στον Λευτέρη Χ. Θεοδωρακόπουλο
Στην Ελλάδα των τριών μνημονίων, των «υπηκόων» του Ράιχενμπαχ και των εντολών του Τόμσεν άραγε χωράνε ανήσυχα μυαλά; Υπάρχει λίγος ουρανός για τους νέους που έρχονται με υπερηχητική ταχύτητα προερχόμενη από πάθος και όνειρα ή το μόνο που είναι μπροστά τους είναι ένας πελώριος μαύρος τοίχος που δεν φαίνεται ανάμεσα στις σκιές και η πρόσκρουση πάνω σε αυτόν είναι αναπόφευκτη.
Ο 21χρονος Θοδωρής Διάκος, ο οποίος ζει στην Καβάλα και σπουδάζει στην
Κομοτηνή, είναι ένας νέος ο οποίος "βιάζει" τη ζωή για να φτάσει στα άκρα, μέσα από
τις συγγραφικές του περιπλανήσεις οι οποίες πηγάζουν από τις ανησυχίες του αλλά
και τα όνειρα του. Σε καμβάδες ξεχύνει αποχρώσεις από τις σκέψεις του
δημιουργώντας αριστουργήματα που ζηλεύουν επαγγελματίες ζωγράφοι.
Ο ίδιος, μιλώντας στο Πινάκιο σκιαγραφεί τις ελλείψεις
στην Τριτοβάθμια εκπαίδευση οι οποίες καταδικάζουν τα νέα παιδιά σε έναν κυκεώνα
χωρίς επιστροφή.
Θεωρεί τους πολιτικούς πανέξυπνους γιατί όπως εξηγεί «Δεν γίνεται να κυβερνάς έναν λαό που
σε έχει πάρει χαμπάρι και ακόμα να τον καταφέρνεις να σε εμπιστεύεται». Το
σήμερα τον τρομάζει ειδικά όταν πρέπει να
μετρήσει πόσα τσιγάρα πρέπει να κάνει... Ωστόσο βρίσκει καταφύγιο στους
στίχους της Εύης Λαμπροπούλου. Ανακαλύψτε τον 21χρονο Θοδωρή Διάκο στην
πρώτη του συνέντευξη...
Θοδωρή, είσαι 21 ετών και έχεις γράψει ένα διήγημα; Πως προέκυψε η συγγραφή και τι σε ώθησε σε αυτή;
«Η χαριτωμένη αλήθεια είναι πως από μικρός μου άρεσε να λέω
ιστορίες και να πειραματίζομαι. Η άβολη αλήθεια είναι πως στο λύκειο είχα μια
φίλη απ’ τα ‘κακά παιδιά’, και βγάζαμε ιστορίες με τους καθηγητές μας, που
είχαν πολύ αίμα, πολύ σεξ και πολλά εξώγαμα. Μετά ανακάλυψα τον μαγικό κόσμο
του blogspot, μετά από
μια φίλη φίλης που μίλησε στο αφεντικό της κατέληξα να γράφω μια στήλη και να
γεμίζω σελίδες. Το αίμα και το σεξ είναι ακόμα ενδιαφέροντα μέρη για εξερεύνηση
πάντως, αλλά πλέον διαβάζω και λίγες ειδήσεις.».
Στη γραφή σου
παρατηρούμε ένα ύφος που αρχικά διαφαίνεται απλό αλλά κλιμακώνεται ανά
διαστήματα και προσκρούει σε μια ρεαλιστική σκληρή γλώσσα που απέχει λίγο από
την αργκό...Γιατί συμβαίνει αυτό, παρασύρεσαι από τις σκέψεις σου; Τα
συναισθήματα σου ή θες να δηλώσεις πως η ζωή
περνάει σε φάσεις “fast-forward” ;
«Μακάρι να περνούσε σε fast-forward,
γιατί τότε θα ήμουν τριάντα και θα δούλευα τρεις part-time δουλειές για να αγοράζω μόνος μου το
αλκοόλ μου. Αυτό με τη σκληρή γλώσσα με μπερδεύει, μιλάμε για σκληρό ρεαλισμό ή
μιλάμε για εμένα να γράφω τη λέξη κώλος; Μου φαίνεται χαζό που υπάρχουν ακόμα
άνθρωποι που δεν μπορούν να επεξεργαστούν μια βρισιά. Αναρωτιέμαι τι λένε πάνω
στο σεξ. Προσπαθώ να γράφω όπως μιλάω, δεν έχω χειρότερη απ’ το να διαβάζω ένα
βιβλίο και να χρειάζομαι λεξικό δίπλα, μπορείς να δώσεις στον άλλον να
καταλάβει αυτό που έχεις στο κεφάλι σου χωρίς να του μιλάς σαν τον καθηγητή που
δεν παρακολουθούσε ποτέ».
Γεννήθηκες στην
Καβάλα και σπουδάζεις στην Κομοτηνή. Περίγραψε μας την κατάσταση που επικρατεί
στην ανατολική Μακεδονία και Θράκη αυτή τη στιγμή;
«Με μία λέξη; Έλλειψη. Όχι περισσότερο βέβαια από την
υπόλοιπη Ελλάδα. Και το χειρότερο είναι πως όσο πλησιάζεις τα σύνορα, τόση
περισσότερη απραξία βλέπεις. Ειδικά στα Πανεπιστήμια, δεν νομίζω το σχέδιο
Αθηνά να χτυπήσει Αθήνα και Θεσσαλονίκη, για παράδειγμα. Ώρα να σκοτώσουμε κι
άλλο την επαρχία».
Ποια είναι τα
προβλήματα για έναν άνθρωπο 21 ετών σήμερα;
«Ότι αναγκαζόμαστε να σκεφτόμαστε πολύ, για πράγματα που
άλλοτε ήταν δεδομένα. Που υπάρχει μια μόνιμη ανησυχία στον αέρα, τι θα κάνουμε
και πού θα καταλήξουμε και γιατί οι γονείς μας δεν έχουν μέσο. Τώρα, όχι μόνο
πρέπει να διαβάσω Μεσαιωνική Ιστορία, αλλά πρέπει να υπολογίζω πόσα τσιγάρα θα
κάνω ενώ διαβάζω, για να βγάλω τον μήνα. Και κανείς δεν ενδιαφέρεται».
Ποια είναι η άποψη σου για την πολιτική αλλά και για τους πολιτικούς;
«Είναι πανέξυπνοι. Δεν γίνεται να κυβερνάς έναν λαό που σε
έχει πάρει χαμπάρι και ακόμα να τον καταφέρνεις να σε εμπιστεύεται. Σκύλοι του
Παβλόφ ενωμένοι, ξανά νικημένοι. Με την ουρά στα σκέλια».
Αν οι συνομήλικοι σου
σε επέλεγαν ως εκπρόσωπο τους για να εκθέσεις τους προβληματισμούς τους στη
Βουλή, τι θα έλεγες και σε τι τόνο θα μιλούσες;
«Θα έστελνα κάποιον φίλο μου. Όλοι νέοι και σκεπτόμενοι
είμαστε, ή έστω έχουμε κοινή λογική. Εκτός από αυτούς που δεν έχουν. Θέλουμε
λίγη ισορροπία και θέλουμε μια υποψία μέλλοντος. Επίσης θέλω να σταματήσω να
βλέπω τους γονείς μου με δέκα νέες ρυτίδες κάθε φορά που πάω στο πατρικό μου. Και
λογικά ο φίλος μου θα έβριζε λιγότερο από εμένα».
Ας επανέρθουμε στην
συγγραφή, ψάχνεις για εκδότη για τα έργα σου;
«Και ποιος δεν θα ‘ψαχνε. Θέλω όμως να έχω κάτι πιο
ολοκληρωμένο από μερικά διηγήματα. Ή απλά είμαι τεμπέλης και φοβητσιάρης».
Ποιοι είναι οι
Έλληνες λογοτέχνες που σε συνεπαίρνουν;
«Έχω τεράστια αγάπη για ό,τι γράφει η Εύη Λαμπροπούλου, που
είναι και Καβαλιώτισσα και νιώθω σαν να μου ανοίγει τον εγκέφαλο. Λατρεύω τα
διηγήματα του Κωστάκη Ανάν, μ’ αρέσει αυτό το κράμα πραγματικότητας και
σουρεαλισμού. Και νομίζω κάποιος μου έχει κλέψει ένα βιβλίο του».
Από τους ξένους
ποιους διαβάζεις;
«Λατρεύω τον David Sedaris και τον Douglas Coupland.
Θα ‘θελα να πω και τον Tom Robbins,
αλλά δε θα το πω. Επίσης, αν και δεν είναι συγγραφέας, η Liz Phair. Οι στίχοι της μου
έμαθαν όσα ξέρω για τη ζωή. Και ο Mark Danielewski που με έμαθε ότι οι δομές
είναι για να σπάνε».
Σε ενοχλεί η
δηθενιά....στους ανθρώπους;
«Ναι. Αλλά δεν υπάρχει κάτι που μπορείς να κάνεις γι’ αυτό.
Είναι από τα πράγματα που αποδέχεσαι και συνεχίζεις, όπως ότι δεν πρόκειται
ποτέ να κάνεις δίαιτα και το μέγεθος του πέους σου».
Θεωρείς πως οι λόγιοι
και οι άνθρωποι των γραμμάτων είναι κλεισμένοι σε γυάλινο πύργο την εποχή που
ο κόσμος τους έχει ανάγκη;
«Πιθανό. Δεν το θεωρώ αναγκαστικά λάθος αν γίνεται, το έργο
τους δεν μένει κλεισμένο τουλάχιστον, όλο και κάτι έχεις να κερδίσεις. Κι αυτοί
έχουν ανάγκη τον κόσμο, γιατί υπάρχει κι ένα όριο στην έμπνευση που θα
τραβήξεις απ’ τις οικιακές σου συσκευές. Γι’ αυτό είναι γυάλινο».
Ποια είναι τα όνειρα
σου για το μέλλον...πιστεύεις ότι έχουν χώρο σε μια Ελλάδα που φαίνεται να μη
διαφέρει από βομβαρδισμένο τοπίο;
«Δεν θέλω να σκέφτομαι. Θέλω να δω κάτι που έγραψα τυπωμένο
σε ράφι βιβλιοπωλείου. Θέλω να μάθω να κάνω μαγικά, γιατί τα μαγικά έχουν
πλάκα. Θέλω να σταματήσω να είμαι αιθεροβάμων για να επιβιώσω στην Ελλάδα».
«Ναι. Τελείως ερασιτεχνικά. Είναι ένα ωραίο χόμπι και με
κάνει χαρούμενο».
Τι προσπαθείς να πεις
μέσα από τα έργα σου;
«Ό,τι έχω σκόρπιο μέσα στο κεφάλι μου. Θέλω να γίνω ένας
μπρικολέρ».
Αν χάριζες έναν
Πίνακα στον Παπανδρέου (υποχρεωτικά) τι θα απεικόνιζε αυτός;
«Κάτι βαρετό και ρεαλιστικό που δεν θα άξιζε ούτε ένα λεπτό
σημειωτικής ανάλυσης. Κάτι βουκολικό. Όχι, αυτό θα είχε κρυφά νοήματα».
Σκέφτεσαι τη φυγή σου
στο εξωτερικό αν τίποτα δεν πάει καλά;
«Σκέφτομαι την φυγή μου στο εξωτερικό για μεταπτυχιακό, αν
όλα πάνε καλά, οικονομικά δηλαδή.
Όλοι το έχουν σκεφτεί, είναι λυπηρό και αναζωογονητικό που οι γονείς πλέον λένε
στα παιδιά τους ‘Φύγε’».
Εσύ βιώνεις την
κατάσταση στην Τριτοβάθμια εκπαίδευση, ποια είναι η άποψη σου γι’ αυτήν και τι
θα άλλαζες αν μπορούσες...
«Τα πάντα. Από την διοίκηση μέχρι τα προγράμματα σπουδών,
μέχρι τις εστίες μέχρι τα βιβλία. Έχω περάσει λίγους μήνες στο εξωτερικό και η
διαφορά χτυπάει πολύ άσχημα. Είναι απαίσιο να γυρνάς στη χώρα σου και να πέφτεις
από το λειτουργικό πανεπιστήμιο στον λάκκο με τα παραταξιακά φίδια, ενώ τα
χρωστούμενα πέφτουν σαν μπάζα πάνω σου. Δεν είναι δυνατόν να μαθαίνουμε το
πρόγραμμα της εξεταστικής έναν μήνα πριν – στην καλύτερη – ούτε να είμαστε
υποχρεωμένοι να έχουμε τόσο φόρτο εργασίας. Θέλεις ή δεν θέλεις, δεν αποκτάς
μόρφωση έτσι. Χρειάζεσαι μια ισορροπία και χρειάζεσαι κίνητρο, κι όταν οι
καθηγητές δουλεύουν σαν υπάλληλοι, κίνητρο δεν υπάρχει. Και λεφτά δεν υπάρχουν,
και δωμάτια στις εστίες δεν υπάρχουν, και δικαίωμα να τρώει στη λέσχη έχει το
20% των φοιτητών της Κομοτηνής. Αλλά αυτό που πραγματικά χρειάζεται άλλαγμα
είναι τα μυαλά των φοιτητών, που δεν ενδιαφέρονται καν να μάθουν τι δύναμη
έχουν».
Και κάτι τελευταίο,
πως πρέπει να αντιδράσουν οι νέοι αυτές τις εποχές για να εναντιωθούν στην
λαίλαπα που βιώνουμε;
«Να μην μένουν παθητικοί. Να εκφράζονται και να δημιουργούν.
Να φωνάζουν και να αμφισβητούν».
Διαβάστε απόσπασμα από
το διήγημα του
Γιατί να θέλει κάποιος να διαβάσει τις περιπέτειες ενός
βαρετού φοιτητή;
Ο πρωταγωνιστής δεν
πρέπει να είναι βαρετός, και είτε το θέλεις είτε όχι, ο πρωταγωνιστής σου θα
είναι εσύ. Εσύ και ο κολλητός σου και η μάνα σου και η κυρία που είδες στον
δρόμο στις πέντε το πρωί να ταΐζει τις γάτες.
Ο κολλητός του είχε φύγει απ’ την χώρα γιατί χρειαζόταν
μεταπτυχιακό στο μάρκετινγκ, τον χαιρόταν το Γκρήνσμπορο, NC τώρα. Η μάνα του ήταν η μάνα του,
είχε σημαντικότερα πράγματα να ασχοληθεί. Η κυρία με τις γάτες ήταν τυχαίο
παράδειγμα, ένας φίλος του την είχε δει ενώ γυρνούσε σπίτι μεθυσμένος. Αυτός
δεν έβλεπε ποτέ τίποτα. Αν περνάς απαρατήρητος, σταματάς και να παρατηρείς;
Όχι, αυτό δε βγάζει νόημα.
Το πιο πιθανό ήταν αυτός να βαριόταν να παρατηρεί.
Μορφωμένος, ναι. Ενήμερος, για όνομα του θεού. Γιατί να πρέπει να είσαι
ενήμερος για να γράψεις, αυτή πρέπει να ‘ναι η μεγαλύτερη μαλακία που είχε
ακούσει ποτέ. Το μόνο που χρειάζεσαι είναι μολύβι και χαρτί. Ή ένα λάπτοπ.
Προαιρετικά μια καφετέρια κι ένα κασκόλ, αλλά είχε πάει κοντά τρεις, μέχρι και
τα σοβαρά κλαμπ άδειαζαν τέτοια ώρα, κι αυτός χρειαζόταν να γράψει τώρα. Έπρεπε
απλά να το πάρει απόφαση και να τ’ αφήσει να βγουν από μέσα του, να πάρουν
μορφή με την όμορφη γραμματοσειρά.
Λευτέρης Χ. Θεοδωρακόπουλος
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου