ΑΝΑΣΤΑΣΙΟΣ Κ. ΓΟΥΓΟΥΣΗΣ ΟΥΡΟΛΟΓΟΣ ΑΝΔΡΟΛΟΓΟΣ

ΑΝΑΣΤΑΣΙΟΣ Κ. ΓΟΥΓΟΥΣΗΣ  ΟΥΡΟΛΟΓΟΣ ΑΝΔΡΟΛΟΓΟΣ

ΠΡΑΚΤΟΡΕΙΟ ΟΠΑΠ ΕΥΑΓΓΕΛΟΣ ΤΣΙΟΠΛΗΣ

ΟΠΤΙΚΑ ΚΑΤΑΝΑΣ

ΟΠΤΙΚΑ ΚΑΤΑΝΑΣ

Κάντε ΚΛΙΚ στην εικόνα


Κάντε ΚΛΙΚ στην εικόνα

Αναζήτηση

Ο ΚΑΙΡΟΣ ΚΑΙ Η ΘΕΡΜΟΚΡΑΣΙΑ ΤΩΡΑ ΣΕ ΠΟΛΕΙΣ ΤΗΣ ΔΥΤΙΚΗΣ ΜΑΚΕΔΟΝΙΑΣ

Η χαρά των παιδιών, στα Γρεβενά

Η χαρά των παιδιών, στα Γρεβενά

Κάντε ΚΛΙΚ



Κάντε ΚΛΙΚ στην εικόνα

ΕΛΑΣΤΙΚΑ ΓΕΩΡΓΙΤΣΗΣ Α & Γ ΟΕ

ΕΛΑΣΤΙΚΑ ΓΕΩΡΓΙΤΣΗΣ Α & Γ  ΟΕ
Κάντε ΚΛΙΚ στις εικόνες

Τετάρτη 25 Δεκεμβρίου 2013

Χριστοῦ Γέννησις μὲ τὸν Δαναό

Ἰδὼν ὁ Κτίστης ὀλλύμενον
τὸν ἄνθρωπον χερσὶν ὃν ἐποίησε
κλίνας οὐρανοὺς κατέρχεται·
τοῦτον δὲ ἐκ Παρθένου θείας ἁγνῆς
ὅλον οὐσιοῦται, ἀληθείᾳ σαρκωθείς·
ὅτι δεδόξασται.
 Θαύματος ὑπερφυοῦς ἡ δροσοβόλος, ἐξεικόνισε κάμινος τύπον· 
οὐ γὰρ οὓς ἐδέξατο φλέγει νέους, ὡς οὐδὲ πῦρ τῆς Θεότητος,
Παρθένου ἣν ὑπέδυ νηδύν· διὸ ἀνυμνοῦντες ἀναμέλψωμεν· 
Εὐλογείτω ἡ κτίσις πᾶσα τὸν Κύριον, καὶ ὑπερυψούτω, εἰς πάντας τοὺς αἰῶνας.

Ἡ κοινή μας ἐλπίδα, τῶν μετεχόντων σὲ σῶμα ἐκκλησίας, διαρθρώνεται σὲ δύο γεγονότα. Ἀπαραίτητη προϋπόθεση ρεαλισμοῦ τῆς ἐλπίδας, ἡ ἱστορικὴ πραγματικότητα τῶν γεγονότων, ἡ ἐμπιστοσύνη στὴν μαρτυρία ὅτι ἀποτελοῦν πραγματικὰ συμβάντα, ὄχι συμβολικὲς ἱστορίες, μεταφορές, ἀλληγορίες ἤ ἀναξιόπιστες διηγήσεις: ἡ γέννηση τοῦ Χριστοῦ, ἡ ἑκούσια ὕπαρξη-κένωση τοῦ ὑπερούσιου Θεοῦ ὡς συγκεκριμένου ἱστορικοῦ προσώπου μὲ σάρκα, ὀστᾶ, πρόσωπο, καὶ ἡ ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ, ἡ ὑπέρβαση τῆς νομοτέλειας τοῦ θανάτου, ὁ ἐγκαινιασμὸς γιὰ τὸν ἄνθρωπο περάσματος-Πάσχα ἀπὸ τοὺς περιορισμοὺς τῆς κτιστότητας στὴν ἐλευθερία τῆς μετοχῆς στὸ ἄκτιστο. Στὴν ἐμπιστοσύνη σὲ αὐτὰ τὰ δύο γεγονότα, τὸ ἐκκλησιαστικὸ σῶμα συλλαβίζει τὴν ἐλπίδα του: νὰ ἀποτελεῖ πραγματικά, καὶ ὄχι συμβολικά, σῶμα Θεοῦ.
Σημεῖο-ἔνδειξη αὐτῆς τῆς μετάβασης, πρόγευση καὶ ὑπόσχεση, ἡ ἀγάπη καὶ φιλία τῶν μελῶν τοῦ σώματος (καὶ πρωταθλητισμὸς ἡ ἀγάπη τοῦ ἀντρογύνου στὴν μικρὴ ἐκκλησία τῆς οἰκογένειας). Τὸ νὰ ψηλαφεῖ ὁ καθένας στὸ πρόσωπο τοῦ ἄλλου ὁλόκληρο τὸ πρόσωπο τοῦ κόσμου καὶ τὴν ἀλήθεια-φανέρωση τοῦ Θεοῦ, νὰ ἀποτελεῖ ὁ ἄλλος τὸ ἴδιο τὸ σημαῖνον τοῦ κόσμου καὶ τοῦ παντός. Στὴν μοναδικότητα τῆς παρουσίας του, στὸ χαμόγελό του, στὴν μοναδικὴ χροιά της φωνῆς του καὶ στὴν συμπερίληψη ὁλόκληρου τοῦ ἀνθρώπου στὴ μιλιά του, στὸ γέλιο του, στὸ βλέμμα του, στὴν ἰδιοφυία τοῦ χιοῦμορ του, στὴν ἀδιόρατη μοναδικότητα τοῦ περπατήματός του, στὸν ἄρρητο τρόπο μὲ τὸν ὁποῖο μετατρέπει τὶς κινήσεις τοῦ περατοῦ κορμιοῦ του σὲ φανερωθείσα κιβωτὸ τῆς ἀπεριόριστης μοναδικότητάς του. Ὅσο δὲν γνωρίζεις προσωπικὰ ἕναν ἄνθρωπο, αὐτὸς εἶναι ἁπλῶς ἕνας ἀκόμη ἄνθρωπος, ἕνα μέλος τοῦ εἴδους μὲ χ καὶ ψ περιγράψιμα χαρακτηριστικά. Εἶναι ἡ σχέση μαζί του ποὺ φανερώνει τὸ ἀπεριόριστο τῆς μοναδικότητάς του, καὶ ὅσο περισσότερο τὸν γνωρίζεις τόσο πιὸ μοναδικὸς ἀποδεικνύεται: αὐτὸ εἶναι τὸ παράδοξο, στὴν πληρέστερη σχέση καὶ κοινωνία νὰ φανερώνεται πληρέστερη ἡ ἑτερότητα, νὰ ἀληθεύει ἡ μετοχὴ στὴν μοναδικότητα ὡς ὁδὸς ἐλευθερίας.
Ἀκόμα καὶ ἡ σύντομη σχέση μὲ κάποιο ἀνθρώπινο πρόσωπο, ἄν ἀληθεύει ἔστω καὶ στοιχειωδῶς, τὸν φανερώνει ὡς ἀναντικατάστατο, ὡς ψηφίδα ἀναπόσπαστη τοῦ ὅλου σώματος. Ὅταν γνωρίσεις τὴν μοναδικότητά του, ὅταν γευθεῖς τὴν χαρὰ τῆς παρουσίας του, ὁ κόσμος εἶναι λειψὸς χωρὶς αὐτόν – τὸ βιώνεις μόλις ἀποχωρήσει. (Ἀκόμα καὶ ὅταν γνωρίσεις τὴν μοναδικότητα κάποιου διὰ τοῦ ἔργου του καὶ τῆς ἔμμεσης παρουσίας του, ὄχι διὰ τῆς συνάντησης: «Μὲ τοῦ Χατζιδάκι τὴν κοίμηση, ἄστραψε ἡ ζωὴ μισή» τραγούδησε ὁ Σαββόπουλος, καὶ ἡ ἀλήθεια ποὺ διατύπωσε εἶναι ἀνὰ πᾶσα στιγμῆ ἐπαληθεύσιμη.) Τὸ σῶμα τῆς ἐκκλησίας θέλει νὰ συνεχίζει τὴν σχέση παρὰ τὴν διακοπὴ τῆς αἰσθητῆς παρουσίας, γι᾽ αὐτὸ μνημονεύει τοὺς κεκοιμημένους, ἐπιμένει νὰ τοὺς συγκροτεῖ ὡς τὸν ἄλλον τῆς σχέσης: δηλώνει τὴν συνεχιζόμενη σχέση μαζί τους, τοὺς καθιστᾶ πραγματικὰ παρόντες, πολὺ περισσότερο παρόντες ἀπὸ τὶς θεωρητικὰ ζῶσες τηλεοπτικὲς φιγοῦρες ὑπουργῶν, ἀξιωματούχων, δημοσίων προσώπων. «Αἰωνία ἡ μνήμη» σημαίνει «δὲν θὰ πεθάνουμε ποτὲ κουφάλα νεκροθάφτη» – γιὰ ὅσους ξέρουν νὰ τὸ ἀκοῦνε καὶ νὰ τὸ τραγουδᾶνε.
Ὁ χρόνος διαρθρώνεται στὴν Ἐκκλησία σὲ ἑόρτιο ἐνιαυτό: ἡ Γέννηση εἶναι «σήμερον», ἡ Ἀνάσταση εἶναι «σήμερον», «σήμερον» καὶ ἠ Πεντηκοστή. Ἐκεῖ ποὺ ἡ Ἀνάσταση σημαίνει τὴν ὁλοκλήρωση, ἡ Γέννηση σημαίνει τὴν ἀρχή: «Ἡ Παρθένος σήμερον, τὸν προαιώνιον Λόγον, ἐν Σπηλαίῳ ἔρχεται, ἀποτεκεῖν ἀποῤῥήτως. Χόρευε ἡ οἰκουμένη ἀκουτισθεῖσα, δόξασον μετὰ Ἀγγέλων καὶ τῶν Ποιμένων, βουληθέντα ἐποφθῆναι, παιδίον νέον, τὸν πρὸ αἰώνων Θεόν». Χόρευε ἡ οἰκουμένη, γιατὶ τὰ καλύτερα ἔρχονται. Ὁ ἑόρτιος ἐνιαύσιος κύκλος ἐπαναδιατυπώνει τὴν ὑπόσχεση, φέρνει πιὸ κοντὰ τὸ ἐλπιζόμενο, ἐμπεδώνει τὴν μετοχὴ σὲ αὐτό, κάνει τὸ «ναί» μας Ἱστορία. Ἡ ὑπόσχεση σαφής: ἀπὸ τὶς ἱστορικὰ ἀνεπανάληπτες μοναδικότητες ποὺ συγκροτοῦμε, ἀπὸ τὶς εἰκόνες Θεοῦ ποὺ ἀγαπᾶμε, κανεὶς δὲ χάνεται. Θὰ βρεθοῦμε. Ξανά. Ὅλοι.
Τὸν Δαναὸ τὸν γνώρισα λιγότερο ἀπ᾽ ὅσο θὰ ἤθελα: εἴχαμε τὴν μεγάλη χαρὰ νὰ συναντηθοῦμε κάποιες φορὲς καὶ νὰ μιλήσουμε τηλεφωνικῶς πολὺ περισσότερες – χώρια, φυσικά, οἱ συζητήσεις στὰ λημέρια τοῦ Antinews. Ἔμεινε ἀνεκπλήρωτη ἡ κοινὴ ἐπιθυμία νὰ ἐπισκεφθοῦμε μαζὶ τὸ Ἅγιον Ὅρος. Ἡ ἐλπίδα ὅμως παραμένει καὶ μᾶς συνέχει σὲ δεσμὸ ἀκατάλυτο, ποὺ πῦλες Ἅδου δὲν θὰ τὸν διαλύσουν: νὰ ξανασυναντηθοῦμε στὸ μεγάλο τραπέζι τῆς Ἀναστάσεως, ὅπου οἱ στρατοδίκες θὰ καῖνε σὰν κεριά. Σὲ πανηγύρι θεϊκό, μὲ γέλια βροντερὰ καὶ τὴν ἀθωότητα τῆς ἀγάπης νὰ ξεχυλίζει σὲ πρωτογενὲς πλεόνασμα. Ταραχὴ θὰ πέσει στὸν Ἅδη, καὶ τὸ σανίδωμα θὰ ὑποχωρήσει ἀπὸ τὴν πίεση τὴ μεγάλη τοῦ ἥλιου. Ἡ τράπεζα γέμει, τρυφήσατε πάντες. Ὁ μόσχος πολύς, μηδείς ἐξέλθη πεινῶν. Σὲ μιὰ γωνιὰ τοῦ τραπεζιοῦ κρυφοσυζητᾶνε ὁ Ἐλύτης μὲ τὸν Ἰωάννη τὸν Χρυσόστομο, καὶ ὁ Δαναὸς θέλει νὰ τοὺς διακόψει γιὰ ἕνα καλὸ καλαμπούρι ἀλλὰ τὸν συγκρατοῦμε γιὰ νὰ τὸ πεῖ πρῶτα σὲ μᾶς. Ὁ εἰδικὸς φρουρὸς ζητᾶ μιὰ ἀκόμη συγγνώμη ἀπὸ τὴν γριὰ ποὺ τὸν ἔχει συγχωρέσει πρὶν κἂν ρωτήσει, ὁ Παῦλος Φύσσας συζητᾶ ἔντονα μὲ τὸν Γιῶργο Φουντούλη καὶ τὸν Μανώλη Καπελώνη, ἡ γιαγιά μου ἀνταλλάζει συμβουλὲς μὲ τὴν δικιά σου. Ὁ Ἀναπεσὼν συνοψίζει αὐτὴν τὴν ἐλπίδα σὲ εἰκόνα μεθεκτοῦ προσώπου, διαρθρώνει τὴν ἀλληλουχία τῶν κρυφῶν νοημάτων σὲ μετοχή. Βλέπουμε τὸ τέρμα τῆς διαδρομῆς, τὸ μόνο θέμα εἶναι τὸ πῶς θὰ διανύσουμε τὴν μεταξὺ ἀπόσταση. Τυχεροὶ ὅσοι θὰ τὴν ἀφουγκραστοῦν στὸν Ὄρθρο τῆς Γεννήσεως.
Μυστήριον ξένον, ὁρῶ καὶ παράδοξον! οὐρανὸν τὸ σπήλαιον· 
θρόνον Χερουβικόν, τὴν Παρθένον· τὴν φάτνην χωρίον· 
ἐν ᾧ ἀνεκλίθη ὁ ἀχώρητος, Χριστὸς ὁ Θεός· ὃν ἀνυμνοῦντες μεγαλύνομεν.
Μετ’ εὐχῶν γιὰ εὐλογημένα Χριστούγεννα,


Ἀστυάναξ Καυσοκαλυβίτης

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου