Όποιος θέλει να γράψει ένα βιβλίο είναι ελεύθερος. Ακόμη και ο
μεγαλύτερος εγκληματίας. Ομοίως κι όποιος θέλει να το εκδώσει, κανείς
δεν μπορεί να του πει να μην το κάνει...
Έτσι λοιπόν στις προθήκες των βιβλιοπωλείων βλέπουμε το πόνημα του Δημήτρη Κουφοντίνα, του αρχιεκτελεστή της «17 Νοέμβρη» ο οποίος μας περιγράφει τη δράση της οργάνωσης μέσα από τα δικά του μάτια. Μη φανταστείτε ότι υπάρχει αντικειμενική θεώρηση των γεγονότων. Χολερική κριτική στην Αστυνομία και το κράτος και μια μόνιμη διάθεση να χαρακτηριστούν οι εν ψυχρώ δολοφονίες ως επανάσταση.
Ποιος εκδίδει το βιβλίο; Μην πάτε μακριά, είναι εύκολο. Εντελώς τυχαία ο… εκδοτικός οίκος Λιβάνη. Και προκειμένου να μην υπάρξουν αντιδράσεις ο εκδότης σημειώνει στον πρόλογο: «Με πίστη στην αρχή της διερεύνησης κρίσιμων φάσεων της ιστορικής και πολιτικής εξέλιξης και με μοναδικό κριτήριο να χυθεί άπλετο φως, προχωρήσαμε στην έκδοση του βιβλίου αυτού. Είναι αυτονόητο ότι ο Εκδοτικός Οίκος, βασιζόμενος στις παραπάνω αρχές, έχει εκδώσει και άλλα βιβλία σχετικά με την ύπαρξη και τη δράση της 17Ν, που αποδεικνύουν κάθε φορά ότι η έκδοση ενός βιβλίου δεν σημαίνει ότι ο Εκδοτικός Οίκος συμμερίζεται ή ταυτίζεται με τις απόψεις των συγγραφέων».
Αυτό έλειπε κάθε οίκος να συμμερίζεται τις απόψεις του κάθε ψυχάκια. Διότι περί τέτοιου πρόκειται, τουλάχιστον αν δει κανείς τα αποσπάσματα που κυκλοφορούν. Γράφει ο «Λουκάς» της «17Ν»: «Συλλογικά θα έπρεπε να γίνει και ο απολογισμός της Επαναστατικής Οργάνωσης της 17 Νοέμβρη, η αυτοκριτική για το έργο μας, για εμάς τους ίδιους. Συλλογικά να πάρουμε την ευθύνη και να σταθούμε μπροστά στο λαό, να του δώσουμε λογαριασμό. Το οφείλαμε στις γενιές που πέρασαν, το χρωστάγαμε στις γενιές που θα έρθουν». Και στη συνέχεια: «Εγώ, από τη μεριά μου, ανέλαβα την προσωπική μου ευθύνη. Και, τώρα, ανοιχτά, σε πρώτο πρόσωπο, μιλώ για τη βιωματική πορεία, τη διαμόρφωση της ιδεολογικοπολιτικής ταυτότητας που με μετέτρεψε στον Αντώνη του παράνομου αγώνα…».
Είχαμε ακούσει για απολογισμό μιας κυβέρνησης, ενός κόμματος, ενός πολιτικού, μια εταιρείας ή ενός προέδρου, αλλά για απολογισμού εγκληματία αυτό σίγουρα μας ξενίζει. Είναι τέτοια η χολή που στάζει ο Κουφοντίνας που στο οπισθόφυλλο έβαλε ένα απόσπασμα που περιγράφει τη συμπλοκή με αστυνομικούς στα Σεπόλια. Γράφει: «Εκείνο το βράδυ στα Σεπόλια έγιναν πολλές αναποδιές. Ήμασταν τέσσερις, είχαμε επισημάνει μια καμιονέτα. Στην οδό Αυλώνος, όπως κατεβαίναμε από τη Ρόδου.
Τα δύο περιπολικά είχαν κατεβεί από την οδό Ρόδου. Το πρώτο προσπέρασε τη γωνία με την Αυλώνος, ύστερα έκανε όπισθεν. Πετάχτηκε ένας, ο καουμπόης. Με προτεταμένο το περίστροφο και την αλαζονεία της εξουσίας διέταξε «Ψηλά τα χέρια». Λάθος πόρτα χτύπησε. Βουτήξαμε πίσω από τα παρκαρισμένα αυτοκίνητα. Ανταλλάξαμε πυροβολισμούς. Ο καουμπόης καλύφθηκε. Νομίζω τον πήρε μια σφαίρα. Αργότερα, μετά τους πυροβολισμούς του εναντίον μου. Καλύφθηκαν και οι άλλοι από τα δύο περιπολικά που κατέβηκαν τη Ρόδου. Ρίχναμε αραιά πυρά – δεν είχαμε πολλές σφαίρες. Μία μία, να τους κρατάμε καθηλωμένους όσο αποχωρούσαμε.
Υποχωρούσαμε στην Αυλώνος. Πήρα μια χειροβομβίδα από ένα σύντροφο. Την πέταξα πίσω από τους οχυρωμένους αστυνομικούς. Πάνω που είχαν ξεθαρρέψει και έβγαιναν από το καβούκι τους. Λούφαξαν ξανά. Ο ένας από αυτούς είχε βγει στη μέση του δρόμου με το αυτόματο, έτοιμος να ρίξει. Θα μας χτυπούσε, θα χτυπούσε και το συγκεντρωμένο κόσμο πίσω μας. Έριξα τη χειροβομβίδα εκεί, για να λουφάξει. Ανάμεσά τους. Εκεί δεν υπήρχε κόσμος, δεν κινδύνευε κανένας, μόνο οι αστυνομικοί τραυματίστηκαν, τρόμαξαν, κρύφτηκαν. Υποχωρήσαμε στην Αυλώνος, προς Αθήνα. Πολλά αυτοκίνητα είχαν σταματήσει, έκλειναν το δρόμο. Μπροστά ήταν ένα παλιό ταξί. Βγάλαμε τον πελάτη του. Βγάλαμε τον ταξιτζή. «Μια στιγμή να πάρω τις εισπράξεις», «Καλά, πάρ’ τες».
Οι αστυνομικοί από τη μεριά της Ρόδου πήγαν να ξεμυτίσουν. Τους φώναξα «Ρίχνω κι άλλη χειροβομβίδα». Ξαναλούφαξαν. Πρώτος αυτός με το αυτόματο».
Antinews.gr
Έτσι λοιπόν στις προθήκες των βιβλιοπωλείων βλέπουμε το πόνημα του Δημήτρη Κουφοντίνα, του αρχιεκτελεστή της «17 Νοέμβρη» ο οποίος μας περιγράφει τη δράση της οργάνωσης μέσα από τα δικά του μάτια. Μη φανταστείτε ότι υπάρχει αντικειμενική θεώρηση των γεγονότων. Χολερική κριτική στην Αστυνομία και το κράτος και μια μόνιμη διάθεση να χαρακτηριστούν οι εν ψυχρώ δολοφονίες ως επανάσταση.
Ποιος εκδίδει το βιβλίο; Μην πάτε μακριά, είναι εύκολο. Εντελώς τυχαία ο… εκδοτικός οίκος Λιβάνη. Και προκειμένου να μην υπάρξουν αντιδράσεις ο εκδότης σημειώνει στον πρόλογο: «Με πίστη στην αρχή της διερεύνησης κρίσιμων φάσεων της ιστορικής και πολιτικής εξέλιξης και με μοναδικό κριτήριο να χυθεί άπλετο φως, προχωρήσαμε στην έκδοση του βιβλίου αυτού. Είναι αυτονόητο ότι ο Εκδοτικός Οίκος, βασιζόμενος στις παραπάνω αρχές, έχει εκδώσει και άλλα βιβλία σχετικά με την ύπαρξη και τη δράση της 17Ν, που αποδεικνύουν κάθε φορά ότι η έκδοση ενός βιβλίου δεν σημαίνει ότι ο Εκδοτικός Οίκος συμμερίζεται ή ταυτίζεται με τις απόψεις των συγγραφέων».
Αυτό έλειπε κάθε οίκος να συμμερίζεται τις απόψεις του κάθε ψυχάκια. Διότι περί τέτοιου πρόκειται, τουλάχιστον αν δει κανείς τα αποσπάσματα που κυκλοφορούν. Γράφει ο «Λουκάς» της «17Ν»: «Συλλογικά θα έπρεπε να γίνει και ο απολογισμός της Επαναστατικής Οργάνωσης της 17 Νοέμβρη, η αυτοκριτική για το έργο μας, για εμάς τους ίδιους. Συλλογικά να πάρουμε την ευθύνη και να σταθούμε μπροστά στο λαό, να του δώσουμε λογαριασμό. Το οφείλαμε στις γενιές που πέρασαν, το χρωστάγαμε στις γενιές που θα έρθουν». Και στη συνέχεια: «Εγώ, από τη μεριά μου, ανέλαβα την προσωπική μου ευθύνη. Και, τώρα, ανοιχτά, σε πρώτο πρόσωπο, μιλώ για τη βιωματική πορεία, τη διαμόρφωση της ιδεολογικοπολιτικής ταυτότητας που με μετέτρεψε στον Αντώνη του παράνομου αγώνα…».
Είχαμε ακούσει για απολογισμό μιας κυβέρνησης, ενός κόμματος, ενός πολιτικού, μια εταιρείας ή ενός προέδρου, αλλά για απολογισμού εγκληματία αυτό σίγουρα μας ξενίζει. Είναι τέτοια η χολή που στάζει ο Κουφοντίνας που στο οπισθόφυλλο έβαλε ένα απόσπασμα που περιγράφει τη συμπλοκή με αστυνομικούς στα Σεπόλια. Γράφει: «Εκείνο το βράδυ στα Σεπόλια έγιναν πολλές αναποδιές. Ήμασταν τέσσερις, είχαμε επισημάνει μια καμιονέτα. Στην οδό Αυλώνος, όπως κατεβαίναμε από τη Ρόδου.
Τα δύο περιπολικά είχαν κατεβεί από την οδό Ρόδου. Το πρώτο προσπέρασε τη γωνία με την Αυλώνος, ύστερα έκανε όπισθεν. Πετάχτηκε ένας, ο καουμπόης. Με προτεταμένο το περίστροφο και την αλαζονεία της εξουσίας διέταξε «Ψηλά τα χέρια». Λάθος πόρτα χτύπησε. Βουτήξαμε πίσω από τα παρκαρισμένα αυτοκίνητα. Ανταλλάξαμε πυροβολισμούς. Ο καουμπόης καλύφθηκε. Νομίζω τον πήρε μια σφαίρα. Αργότερα, μετά τους πυροβολισμούς του εναντίον μου. Καλύφθηκαν και οι άλλοι από τα δύο περιπολικά που κατέβηκαν τη Ρόδου. Ρίχναμε αραιά πυρά – δεν είχαμε πολλές σφαίρες. Μία μία, να τους κρατάμε καθηλωμένους όσο αποχωρούσαμε.
Υποχωρούσαμε στην Αυλώνος. Πήρα μια χειροβομβίδα από ένα σύντροφο. Την πέταξα πίσω από τους οχυρωμένους αστυνομικούς. Πάνω που είχαν ξεθαρρέψει και έβγαιναν από το καβούκι τους. Λούφαξαν ξανά. Ο ένας από αυτούς είχε βγει στη μέση του δρόμου με το αυτόματο, έτοιμος να ρίξει. Θα μας χτυπούσε, θα χτυπούσε και το συγκεντρωμένο κόσμο πίσω μας. Έριξα τη χειροβομβίδα εκεί, για να λουφάξει. Ανάμεσά τους. Εκεί δεν υπήρχε κόσμος, δεν κινδύνευε κανένας, μόνο οι αστυνομικοί τραυματίστηκαν, τρόμαξαν, κρύφτηκαν. Υποχωρήσαμε στην Αυλώνος, προς Αθήνα. Πολλά αυτοκίνητα είχαν σταματήσει, έκλειναν το δρόμο. Μπροστά ήταν ένα παλιό ταξί. Βγάλαμε τον πελάτη του. Βγάλαμε τον ταξιτζή. «Μια στιγμή να πάρω τις εισπράξεις», «Καλά, πάρ’ τες».
Οι αστυνομικοί από τη μεριά της Ρόδου πήγαν να ξεμυτίσουν. Τους φώναξα «Ρίχνω κι άλλη χειροβομβίδα». Ξαναλούφαξαν. Πρώτος αυτός με το αυτόματο».
Antinews.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου