«Οι Εβραίοι ήταν αυτοί που με φοβερή λογική αποτόλμησαν την ανατροπή της αριστοκρατικής εξίσωσης αξιών (καλός= ευγενής=δυνατός=
ωραίος=ευτυχής= αγαπημένος του Θεού) και κράτησαν με τα δόντια αυτή την αντιστροφή, με τα δόντια του πιο αβυσσαλέου μίσους (του μίσους της ανημπόριας) λέγοντας: μόνο οι άθλιοι είναι καλοί• μόνο οι φτωχοί, οι ανήμποροι, οι ταπεινοί είναι καλοί• μόνο εκείνοι που υποφέρουν, οι στερημένοι, οι άρρωστοι, οι ειδεχθείς είναι αληθινά ευσεβείς, οι μόνοι ευλογημένοι από τον Θεό»Φρειδερίκος Νίτσε, «Γενεαλογία της Ηθικής»
«Φταίμε και εμείς που ενώ είμαστε φτωχομπινέδες επιμένουμε να ζούμε σαν νεόπλουτοι»
Ντίνος Χριστιανόπουλος
Όχι, δεν είναι η αγάπη. Το ισχυρότερο συναίσθημα είναι το μίσος. Γι’ αυτό οι θρησκείες πάσχισαν να το τιθασεύσουν και οι ιδεολογίες να το χρησιμοποιήσουν.
Στην Ανατολή, γενικά οι άνθρωποι ή σε αγαπούν ή σε μισούν. Συνήθως δεν υπάρχει ενδιάμεση κατάσταση. Αυτό υπήρξε και ένα από τα κύρια προβλήματα που αντιμετώπισαν οι δυτικοί managers στην Κίνα, όταν προσπάθησαν να οργανώσουν ομάδες εργασίας με ετερόκλητα άτομα που δεν διέθεταν τη «δυτική κουλτούρα» συνεργασίας.
Στη Δύση, η κυριαρχούσα πλέον θρησκεία της εμποριοκρατίας και της εταιρειοκρατίας καταδιώκει τα έντονα συναισθήματα. Απαγορεύεται, δια του κοινωνικού εξοστρακισμού και πολλές φορές ποινικά, να φωνάζεις δυνατά, να αντιδικείς, να εκδηλώνεις εσωτερική ένταση, πολλώ δε μάλλον μίσος. Αν δε εκδηλώσεις έστω ήπια αντίθεση σε διαφορετικότητες που σου επιβάλλονται βίαια, εν προκειμένω ο εποικισμός της χώρας σου από λαθρομετανάστες, απλά είσαι «κήρυκας μίσους»
Η όψιμη δυτική μετά βδελυγμίας άρνηση του μίσους δεν προέρχεται από εσωτερική επιλογή καλωσύνης, μια αποδοχή της προτροπής του Ιησού «Αγαπάτε αλλήλους!», αλλά από ωφελιμισμό. Η εμποριοκρατία θέλει πελατεία, θέλει το ομαλό κλίμα που ευνοεί την απρόσκοπτη κατανάλωση γι’ αυτό απεχθάνεται τις έριδες. Δέστε το περιβάλλον ενός mall.
Η εταιρειοκρατία,αναζητώντας διαρκώς, παγκοσμίως εγκεφάλους και ταλέντα, θέλει εργασία χαμηλού κόστους και εργασιακά περιβάλλοντα όπου ετερόχθονες συνυπάρχουν χωρίς τριβές προς επίτευξη αποτελέσματος. Αυτό προϋποθέτει έλεγχο των συναισθημάτων των αλλόδοξων με τεχνητή εξάλειψη των αντιθέσεων. Πώς θα συμβίωναν για παράδειγμα στις σύγχρονες πολυεθνικές, μισθοφορικές, ομάδες ποδοσφαίρου άνθρωποι τόσο διαφορετικοί, από Γκάνα, Ρωσσία, Κορέα, Αργεντινή, Καμερούν; Και αντίστοιχοι στους πολυεθνικούς επιχειρηματικούς κολοσσούς;
Η επιβαλλόμενη συμπίεση των συναισθημάτων όμως, που αγνοεί την πραγματικότητα, προκαλεί ρωγμές στις κοινωνίες και καθιστά επίφοβο το σημείο θραύσεως. Παρ’ όλα αυτά, το πείραμα συνεχίζεται. Συνεχίζεται και η άνοδος της ακροδεξιάς σε όλη την Ευρώπη, αλλά οι πειραματιστές έχουν κάθε συμφέρον να αρνούνται την συσχέτιση κοινωνικού πειράματος και πολιτικού αποτελέσματος.
Αγνοεί την πραγματικότητα, και ποια είναι αυτή; Ότι η ανθρώπινη φύση διατηρεί ανά τους αιώνες απαράλλακτα χαρακτηριστικά, όπως η ενστικτώδης αποφυγή της διαφορετικότητας και η συγκρουσιακή νοοτροπία. Κάποιοι ισχυρίστηκαν ότι το μίσος προέρχεται από κακώς εντυπωμένες αντιλήψεις, λανθασμένες παραδόσεις, και στην Ευρώπη από την πανίσχυρη ιστορία που κουβαλά. Αρκεί άρα να σβήσουμε το παρελθόν, να ξαναγράψουμε τις ιστορίες και θα πάψει να αναπτύσσεται μίσος. Δοκιμάστηκε στις ΗΠΑ. Παρότι εξέλειψε το βαρύ ευρωπαϊκό παρελθόν αναπτύχθηκαν έντονα μίση μεταξύ των διαφορετικών φυλών, μίση που όπως δείχνουν τα πρόσφατα επεισόδια σε Μισσούρι και Νέα Υόρκη δεν καταπραΰνονται.
Η Ιστορία, στην ουσία επαναλαμβάνεται ...Όσο η φύση των ανθρώπων παραμένει ίδια " ...έλεγε ο Θουκυδίδης. Η κατάπνιξη του μίσους γέννησε μίσος, τον Μπρειβικ και το jesuisCharlie. Χιλιάδες αναθρεμμένοι με το ευρωπαϊκό υπόδειγμα της ανεκτικότητας πέρασαν με αστραπιαία ταχύτητα στην ιδιότητα του αποτρόπαιου τζιχαντιστή. Οι συγκρούσεις θα υπάρχουν γιατί τα ανθρώπινα όντα μάχονται για επικράτηση και απόλαυση πόρων. Κουλτούρες, πολιτισμοί, θρησκείες, πολιτικές αντιλήψεις θα αντιμάχονται. Μέχρι την επίτευξη του μιγαδοποιημένου μετα-ανθρώπου, μιας θρησκείας, μιας παγκόσμιας εθνικότητας, σε απαλό χρώμα κρεόλ.
Όταν προσπαθείς να βρεις το δίκιο σου με πολιτισμένο τρόπο κάπου το χάνεις. Η λαϊκή σοφία ακούγεται ανίερη για τον μετά το 1945 ευρωπαϊκό πολιτισμό ως αιτιολόγηση συγκρούσεων και μίσους. Αλλά όπως βλέπετε μέχρι σήμερα έχει πλήρη εφαρμογή στην περίπτωση των γερμανικών πολεμικών αποζημιώσεων. Πάνε στράφι οι συμβουλές αυτοβοήθειας από άρθρα που βρίσκουν σταθερά θέση σχεδόν σε κάθε δυτικό έντυπο, του τύπου «Πώς επιλύουμε τις συγκρούσεις μέσω διαλόγου και αποφεύγουμε τα αρνητικά συναισθήματα».
Σε προσωπικό επίπεδο λόγω της τεράστιας δυναμικής του το μίσος για να εξυπηρετηθεί απορροφά τεράστια ποσά ενέργειας. Το γνωρίζουν όσοι «αναλώθηκαν» σε μια μακροχρόνια αντιδικία, όπως σε ένα διαζύγιο, σε μια δικαστική περιπέτεια, σε μια εργασιακή σχέση που έληξε όχι με καλό τρόπο, σε μια περίπτωση σχέσης αγάπης που έγινε σχέση μίσους.
Διαρκής συγχώρεση ως στάση ζωής είναι ρεαλιστική μόνο για όσους έχουν πραγματικά ψυχοσύνθεση αγίου. Οι υπόλοιποι απλά σπανίως παραδέχονται δημοσίως ότι νοιώθουν συναισθήματα μίσους. Αλλά ένας απατημένος ερωτικά ή πολιτικά γνωρίζει τι νοιώθει. Επειδή δεν μπορεί να διακριθεί σε «καλό» και «κακό» και επειδή είναι ισχυρότατο, το μίσος σκόπιμο είναι να επιφυλάσσεται αυστηρά για σοβαρές περιπτώσεις όπου ζητείται η θεραπευτική του χρήση, όπως εκείνο το φάρμακο με αρσενικό που χορηγείται για την πηκτικότητα του αίματος. Δεν μισείς το γείτονα επειδή το φυτό του σκορπάει στη βεράντα σου φύλλα που υποχρεούσαι να σκουπίζεις. Με ψυχρό αίμα μισείς αυτούς που σε κατέστρεψαν για να μην το ξαναπάθεις. Φράγκους, Τούρκους, ΠΑΣΟΚ και επιγόνους.
Ακριβώς η χρήση του μίσους χαρακτηρίζει ανθρώπινες ποιότητες. Το κοινωνικό μίσος του ανήμπορου για όλους, συλλήβδην, τους λιγότερο ή περισσότερο ικανούς υπήρξε το υπόστρωμα για την διάδοση των κομμουνιστικών ιδεών και τη δημιουργίας της πολιτικής Αριστεράς στις ελεύθερες κοινωνίες.Στις απολυταρχικές κοινωνίες όπου το καθεστώς έχει επιβληθεί με τη βία, είναι εύλογο να μισείται ο εκμεταλλευτής δυνάστης. Σε μια ελεύθερη κοινωνία ποιος σε υποχρεώνει να αποδέχεσαι εκμετάλλευση; Ποιος σε δένει σε μια δουλειά που αντιπαθείς και όπου, ισχυρίζεσαι, γίνεσαι αντικείμενο εκμετάλλευσης; Μόνο η έλλειψη ικανοτήτων ή σθένους που παρέχει πολυτέλεια επιλογών. Η ανημπόρια. Και το μίσος που αναπτύσσεται από ακριβώς αυτήν την επίγνωση. Γι’ αυτό αριστεροί γίνονται το πλείστον οι μειονεκτικοί που ζητούν προστασία κάτω από τις φτερούγες ενός υπερβολικά ισχυρού και εκτεταμένου κράτους, το οποίο λόγω μεγέθους δεν μπορεί να λειτουργήσει παρά με απολυταρχικά χαρακτηριστικά και ηγέτες οιονεί δικτάτορες. Πριν καν εκλεγεί, ο Τσίπρας συγκέντρωσε εξουσίες και κρατικές υπηρεσίες υπό τον άμεσο έλεγχό του.
Αλλά η χρήση του μίσους καθορίζει και την πολιτική ισχύ. Η ισχύς καθορίζεται από το ποια μέσα είσαι διατεθειμένος να μετέλθεις για να επικρατήσεις. Κι αυτό με τη σειρά του από το πόσο μίσος τρέφεις. Ο Μακιαβέλλι έλεγε ότι τους εχθρούς σου ή τους αφομοιώνεις πλήρως ή τους αφανίζεις. Στην Ελλάδα η Δεξιά έχοντας αποτύχει και στα δυο, από το 1936 μέχρι το 1974, αντιμετωπίζει την αντιστροφή της νίκης του 1949. Αντίθετα η Αριστερά διάβασε προσεκτικά τον Μακιαβέλλι – και τρέφει άπειρο μίσος. Ο Λένιν εξολόθρευσε την τσαρική οικογένεια για να μην ξαναβρεί μπροστά του διεκδικητές και να απαλείψει σύμβολα άλλης από τη δική του εξουσίας, ενώ στα κομμουνιστικά καθεστώτα που επιβλήθηκαν μεταπολεμικά στην Ανατολική Ευρώπη και όπου αλλού, δεξιοί, αστοί και φιλελεύθεροι εξοντώθηκαν μέχρις ενός ή μετανάστευσαν. Η Χούντα, παρότι είχε παρόμοια δύναμη, δεν διανοήθηκε να φερθεί αντίστοιχα στην οικογένεια από την οποία προήλθαν τα δεινά της τελευταίας 50ετίας. Έτσι σε ειρωνεία της Ιστορίας, οι χουντικοί σάπισαν στη φυλακή και ό,τι είπαν ότι ήθελαν να αποτρέψουν το 1967 επικράτησε πανηγυρικά το 1981, η Αριστερά πήρε έκτοτε την εξουσία και σήμερα χαρακτηρίζει ανοιχτά ρεβάνς του 1949 μια ενδεχόμενη εκλογική της επικράτηση.
Οι ερχόμενες εκλογές θα κριθούν από το μίσος και το κατά πόσο θα επηρεάσει την επιλογή των ψηφοφόρων. Αφορμή για το παρόν άρθρο υπήρξε το γεγονός ότι χθες βράδυ σε παρέα έξι ατόμων οι δύο συζητούσαν για πρόθεση ψήφου με κίνητρο την ικανοποίηση του.Η αγάπη δημιουργεί, το μίσος κατεδαφίζει. Γι’ αυτό το χρησιμοποιούν όσοι επιδιώκουν να ανέλθουν στην εξουσία μετά από κατεδάφιση του παρόντος.
Η κρίση γέννησε πολύ μίσος, δημιουργώντας τρειςαδρά περιγραφόμενες κατηγορίες οικονομικά και κοινωνικά θιγομένων. Πρώτη, όσους πριν από την κρίση ανήκαν στα χαμηλότερα εισοδηματικά στρώματα, οι οποίοι και περίπου εξαθλιώθηκαν. Δεύτερη, όσους τέως νοικοκύρηδες έγιναν νεόπτωχοι. Τρίτη, όσους, κυρίως ευρύτερα κρατικοδίαιτους, εθίγησαν από περικοπές ενώ θεωρούσαν κατοχυρωμένο τους δικαίωμα την ευμάρεια και την καταναλωτική ευχέρεια που απέκτησαν, όντας λίγο-πολύ αργόσχολοι αλλά πλουσιοπάροχα αμειβόμενοι από τα δανεικά που δημιούργησαν το Δημόσιο Χρέος.
Η πρώτη καιη δεύτερη κατηγορία, εννοείται όχι όλοι οι άνθρωποι, κυρίως μισούν όσους ακόμα κατέχουν κάτι που οι ίδιοι απώλεσαν ή δεν κατέχουν. Χαίρονται για παράδειγμα ανοιχτά στην προοπτική να χάσουν τις καταθέσεις τους όσοι ακόμα έχουν. Ακόμα και όταν τους επισημαίνεις ότι σήμερα οι περισσότεροι άνθρωποι που διατηρούν εδώ καταθέσεις είναι μικροκαταθέτες με συνετό και φορολογημένο τρόπο ζωής, ότι οι απατεώνες τα έχουν βγάλει προ πολλού έξω. Εγκλωβισμένοι σε αναφορές του μικρόκοσμου τους και χωρίς δυνατότητα ανάλυσης του ευρύτερου πολιτικού πλαισίου επιζητούν εξομοίωση των γύρω τους με τους ίδιους. Ωστόσο η δεύτερη κατηγορία εμφανίζει ένα μεγαλύτερο ποσοστό καταλογισμού των ευθυνών για το χρέος και την κοινωνική θέση στην οποία από αυτό περιήλθε.
Η τρίτη κατηγορία επιβεβαιώνει το πόσο δηλητηριώδης είναι η διαψευσμένη προσδοκία. Συγκριτικά με τις άλλες δυο κατηγορίες έχουν θιγεί ελάχιστα. Αλλά μισούν με το μεγαλύτερο απ’ όλους μένος. Είτε γιατί πλέον δεν μπορούν να υποστηρίξουν άνετα έναν πολυτελή τρόπο ζωής που είχαν συνηθίσει, πολύ πέρα απ’ όσο αντιστοιχούσε στην αξία τους, είτε γιατί δεν μπορούν να υλοποιήσουν σχεδιασμούς πολυτελέστερης ζωής που είχαν προεξοφλήσει. Μισούν τον αγγελιαφόρο επειδή δεν αρέσει το μήνυμα. Μισούν δυνατά αυτούς που παρουσιάζουν σε ολόκληρη την κοινωνία τον λογαριασμό για εκείνο που κατά πλειοψηφία οι ίδιοι απήλαυσαν ως μη όφειλαν. Το να ανέβουν τεχνητά κοινωνική τάξη, το να φαίνονται πολύ ανώτεροι απ' ό,τι είναι χωρίς να προσθέσουν κάτι εντυπωσιακό στην προσωπικότητά τους και στα προσόντα τους.
Τώρα, μετά τον παράδεισο της χρυσής γι’ αυτούς εποχής, νοιώθουν εκπεσόντες άγγελοι. Αν και η περιπτωσιολογία δεν μπορεί να γενικεύεται αναφέρω ενδεικτικά το παράδειγμα ενός τέτοιου, ο οποίος με πλήρη σοβαρότητα μου εξομολογήθηκε ότι έπαθε κατάθλιψη γιατί σχεδίαζε με σύνταξη 2.700 ευρώ από ΔΕΚΟ να μετοικήσει στην Καραϊβική. «Δυστυχώς» η σύνταξη έγινε «μόνο» 1.600 ευρώ και μας έμεινε αμανάτι γυρεύοντας συμπόνια.
Δεν θα αποδεχθεί λοιπόν ο γιδοβοσκός που μέσα σε είκοσι χρόνια έγινε άκοπα μεσοαστός την πραγματικότητα. Διότι αν μισούσε αυτόν που δημιούργησε το πρόβλημα του χρέους θα έπρεπε να αυτοκτονήσει.
Το ευάριθμο ή πολυάριθμο των εν γένει μισούντων που ανήκουν στον συντηρητικό χώρο, και θα μετακινηθούν εκλογικά ή δεν θα μετακινηθούν από τον καναπέ απέχοντας, θα κρίνει το αποτέλεσμα των εκλογών. Όσων δεν θα επιλέξουν μετά από ψύχραιμη αποτίμηση των ρεαλιστικών δεδομένων. Αν αποδειχθούν αρκετοί, μια μακάβρια ιστορική φιγούρα θα χαμογελάει σαρδόνια από το υπερπέραν, επιβεβαιωνόμενος : οι άνθρωποι τις περισσότερες φορές ψηφίζουν με οδηγό το συναίσθημα και όχι με τη λογική.
ωραίος=ευτυχής= αγαπημένος του Θεού) και κράτησαν με τα δόντια αυτή την αντιστροφή, με τα δόντια του πιο αβυσσαλέου μίσους (του μίσους της ανημπόριας) λέγοντας: μόνο οι άθλιοι είναι καλοί• μόνο οι φτωχοί, οι ανήμποροι, οι ταπεινοί είναι καλοί• μόνο εκείνοι που υποφέρουν, οι στερημένοι, οι άρρωστοι, οι ειδεχθείς είναι αληθινά ευσεβείς, οι μόνοι ευλογημένοι από τον Θεό»Φρειδερίκος Νίτσε, «Γενεαλογία της Ηθικής»
«Φταίμε και εμείς που ενώ είμαστε φτωχομπινέδες επιμένουμε να ζούμε σαν νεόπλουτοι»
Ντίνος Χριστιανόπουλος
Όχι, δεν είναι η αγάπη. Το ισχυρότερο συναίσθημα είναι το μίσος. Γι’ αυτό οι θρησκείες πάσχισαν να το τιθασεύσουν και οι ιδεολογίες να το χρησιμοποιήσουν.
Στην Ανατολή, γενικά οι άνθρωποι ή σε αγαπούν ή σε μισούν. Συνήθως δεν υπάρχει ενδιάμεση κατάσταση. Αυτό υπήρξε και ένα από τα κύρια προβλήματα που αντιμετώπισαν οι δυτικοί managers στην Κίνα, όταν προσπάθησαν να οργανώσουν ομάδες εργασίας με ετερόκλητα άτομα που δεν διέθεταν τη «δυτική κουλτούρα» συνεργασίας.
Στη Δύση, η κυριαρχούσα πλέον θρησκεία της εμποριοκρατίας και της εταιρειοκρατίας καταδιώκει τα έντονα συναισθήματα. Απαγορεύεται, δια του κοινωνικού εξοστρακισμού και πολλές φορές ποινικά, να φωνάζεις δυνατά, να αντιδικείς, να εκδηλώνεις εσωτερική ένταση, πολλώ δε μάλλον μίσος. Αν δε εκδηλώσεις έστω ήπια αντίθεση σε διαφορετικότητες που σου επιβάλλονται βίαια, εν προκειμένω ο εποικισμός της χώρας σου από λαθρομετανάστες, απλά είσαι «κήρυκας μίσους»
Η όψιμη δυτική μετά βδελυγμίας άρνηση του μίσους δεν προέρχεται από εσωτερική επιλογή καλωσύνης, μια αποδοχή της προτροπής του Ιησού «Αγαπάτε αλλήλους!», αλλά από ωφελιμισμό. Η εμποριοκρατία θέλει πελατεία, θέλει το ομαλό κλίμα που ευνοεί την απρόσκοπτη κατανάλωση γι’ αυτό απεχθάνεται τις έριδες. Δέστε το περιβάλλον ενός mall.
Η εταιρειοκρατία,αναζητώντας διαρκώς, παγκοσμίως εγκεφάλους και ταλέντα, θέλει εργασία χαμηλού κόστους και εργασιακά περιβάλλοντα όπου ετερόχθονες συνυπάρχουν χωρίς τριβές προς επίτευξη αποτελέσματος. Αυτό προϋποθέτει έλεγχο των συναισθημάτων των αλλόδοξων με τεχνητή εξάλειψη των αντιθέσεων. Πώς θα συμβίωναν για παράδειγμα στις σύγχρονες πολυεθνικές, μισθοφορικές, ομάδες ποδοσφαίρου άνθρωποι τόσο διαφορετικοί, από Γκάνα, Ρωσσία, Κορέα, Αργεντινή, Καμερούν; Και αντίστοιχοι στους πολυεθνικούς επιχειρηματικούς κολοσσούς;
Η επιβαλλόμενη συμπίεση των συναισθημάτων όμως, που αγνοεί την πραγματικότητα, προκαλεί ρωγμές στις κοινωνίες και καθιστά επίφοβο το σημείο θραύσεως. Παρ’ όλα αυτά, το πείραμα συνεχίζεται. Συνεχίζεται και η άνοδος της ακροδεξιάς σε όλη την Ευρώπη, αλλά οι πειραματιστές έχουν κάθε συμφέρον να αρνούνται την συσχέτιση κοινωνικού πειράματος και πολιτικού αποτελέσματος.
Αγνοεί την πραγματικότητα, και ποια είναι αυτή; Ότι η ανθρώπινη φύση διατηρεί ανά τους αιώνες απαράλλακτα χαρακτηριστικά, όπως η ενστικτώδης αποφυγή της διαφορετικότητας και η συγκρουσιακή νοοτροπία. Κάποιοι ισχυρίστηκαν ότι το μίσος προέρχεται από κακώς εντυπωμένες αντιλήψεις, λανθασμένες παραδόσεις, και στην Ευρώπη από την πανίσχυρη ιστορία που κουβαλά. Αρκεί άρα να σβήσουμε το παρελθόν, να ξαναγράψουμε τις ιστορίες και θα πάψει να αναπτύσσεται μίσος. Δοκιμάστηκε στις ΗΠΑ. Παρότι εξέλειψε το βαρύ ευρωπαϊκό παρελθόν αναπτύχθηκαν έντονα μίση μεταξύ των διαφορετικών φυλών, μίση που όπως δείχνουν τα πρόσφατα επεισόδια σε Μισσούρι και Νέα Υόρκη δεν καταπραΰνονται.
Η Ιστορία, στην ουσία επαναλαμβάνεται ...Όσο η φύση των ανθρώπων παραμένει ίδια " ...έλεγε ο Θουκυδίδης. Η κατάπνιξη του μίσους γέννησε μίσος, τον Μπρειβικ και το jesuisCharlie. Χιλιάδες αναθρεμμένοι με το ευρωπαϊκό υπόδειγμα της ανεκτικότητας πέρασαν με αστραπιαία ταχύτητα στην ιδιότητα του αποτρόπαιου τζιχαντιστή. Οι συγκρούσεις θα υπάρχουν γιατί τα ανθρώπινα όντα μάχονται για επικράτηση και απόλαυση πόρων. Κουλτούρες, πολιτισμοί, θρησκείες, πολιτικές αντιλήψεις θα αντιμάχονται. Μέχρι την επίτευξη του μιγαδοποιημένου μετα-ανθρώπου, μιας θρησκείας, μιας παγκόσμιας εθνικότητας, σε απαλό χρώμα κρεόλ.
Όταν προσπαθείς να βρεις το δίκιο σου με πολιτισμένο τρόπο κάπου το χάνεις. Η λαϊκή σοφία ακούγεται ανίερη για τον μετά το 1945 ευρωπαϊκό πολιτισμό ως αιτιολόγηση συγκρούσεων και μίσους. Αλλά όπως βλέπετε μέχρι σήμερα έχει πλήρη εφαρμογή στην περίπτωση των γερμανικών πολεμικών αποζημιώσεων. Πάνε στράφι οι συμβουλές αυτοβοήθειας από άρθρα που βρίσκουν σταθερά θέση σχεδόν σε κάθε δυτικό έντυπο, του τύπου «Πώς επιλύουμε τις συγκρούσεις μέσω διαλόγου και αποφεύγουμε τα αρνητικά συναισθήματα».
Σε προσωπικό επίπεδο λόγω της τεράστιας δυναμικής του το μίσος για να εξυπηρετηθεί απορροφά τεράστια ποσά ενέργειας. Το γνωρίζουν όσοι «αναλώθηκαν» σε μια μακροχρόνια αντιδικία, όπως σε ένα διαζύγιο, σε μια δικαστική περιπέτεια, σε μια εργασιακή σχέση που έληξε όχι με καλό τρόπο, σε μια περίπτωση σχέσης αγάπης που έγινε σχέση μίσους.
Διαρκής συγχώρεση ως στάση ζωής είναι ρεαλιστική μόνο για όσους έχουν πραγματικά ψυχοσύνθεση αγίου. Οι υπόλοιποι απλά σπανίως παραδέχονται δημοσίως ότι νοιώθουν συναισθήματα μίσους. Αλλά ένας απατημένος ερωτικά ή πολιτικά γνωρίζει τι νοιώθει. Επειδή δεν μπορεί να διακριθεί σε «καλό» και «κακό» και επειδή είναι ισχυρότατο, το μίσος σκόπιμο είναι να επιφυλάσσεται αυστηρά για σοβαρές περιπτώσεις όπου ζητείται η θεραπευτική του χρήση, όπως εκείνο το φάρμακο με αρσενικό που χορηγείται για την πηκτικότητα του αίματος. Δεν μισείς το γείτονα επειδή το φυτό του σκορπάει στη βεράντα σου φύλλα που υποχρεούσαι να σκουπίζεις. Με ψυχρό αίμα μισείς αυτούς που σε κατέστρεψαν για να μην το ξαναπάθεις. Φράγκους, Τούρκους, ΠΑΣΟΚ και επιγόνους.
Ακριβώς η χρήση του μίσους χαρακτηρίζει ανθρώπινες ποιότητες. Το κοινωνικό μίσος του ανήμπορου για όλους, συλλήβδην, τους λιγότερο ή περισσότερο ικανούς υπήρξε το υπόστρωμα για την διάδοση των κομμουνιστικών ιδεών και τη δημιουργίας της πολιτικής Αριστεράς στις ελεύθερες κοινωνίες.Στις απολυταρχικές κοινωνίες όπου το καθεστώς έχει επιβληθεί με τη βία, είναι εύλογο να μισείται ο εκμεταλλευτής δυνάστης. Σε μια ελεύθερη κοινωνία ποιος σε υποχρεώνει να αποδέχεσαι εκμετάλλευση; Ποιος σε δένει σε μια δουλειά που αντιπαθείς και όπου, ισχυρίζεσαι, γίνεσαι αντικείμενο εκμετάλλευσης; Μόνο η έλλειψη ικανοτήτων ή σθένους που παρέχει πολυτέλεια επιλογών. Η ανημπόρια. Και το μίσος που αναπτύσσεται από ακριβώς αυτήν την επίγνωση. Γι’ αυτό αριστεροί γίνονται το πλείστον οι μειονεκτικοί που ζητούν προστασία κάτω από τις φτερούγες ενός υπερβολικά ισχυρού και εκτεταμένου κράτους, το οποίο λόγω μεγέθους δεν μπορεί να λειτουργήσει παρά με απολυταρχικά χαρακτηριστικά και ηγέτες οιονεί δικτάτορες. Πριν καν εκλεγεί, ο Τσίπρας συγκέντρωσε εξουσίες και κρατικές υπηρεσίες υπό τον άμεσο έλεγχό του.
Αλλά η χρήση του μίσους καθορίζει και την πολιτική ισχύ. Η ισχύς καθορίζεται από το ποια μέσα είσαι διατεθειμένος να μετέλθεις για να επικρατήσεις. Κι αυτό με τη σειρά του από το πόσο μίσος τρέφεις. Ο Μακιαβέλλι έλεγε ότι τους εχθρούς σου ή τους αφομοιώνεις πλήρως ή τους αφανίζεις. Στην Ελλάδα η Δεξιά έχοντας αποτύχει και στα δυο, από το 1936 μέχρι το 1974, αντιμετωπίζει την αντιστροφή της νίκης του 1949. Αντίθετα η Αριστερά διάβασε προσεκτικά τον Μακιαβέλλι – και τρέφει άπειρο μίσος. Ο Λένιν εξολόθρευσε την τσαρική οικογένεια για να μην ξαναβρεί μπροστά του διεκδικητές και να απαλείψει σύμβολα άλλης από τη δική του εξουσίας, ενώ στα κομμουνιστικά καθεστώτα που επιβλήθηκαν μεταπολεμικά στην Ανατολική Ευρώπη και όπου αλλού, δεξιοί, αστοί και φιλελεύθεροι εξοντώθηκαν μέχρις ενός ή μετανάστευσαν. Η Χούντα, παρότι είχε παρόμοια δύναμη, δεν διανοήθηκε να φερθεί αντίστοιχα στην οικογένεια από την οποία προήλθαν τα δεινά της τελευταίας 50ετίας. Έτσι σε ειρωνεία της Ιστορίας, οι χουντικοί σάπισαν στη φυλακή και ό,τι είπαν ότι ήθελαν να αποτρέψουν το 1967 επικράτησε πανηγυρικά το 1981, η Αριστερά πήρε έκτοτε την εξουσία και σήμερα χαρακτηρίζει ανοιχτά ρεβάνς του 1949 μια ενδεχόμενη εκλογική της επικράτηση.
Οι ερχόμενες εκλογές θα κριθούν από το μίσος και το κατά πόσο θα επηρεάσει την επιλογή των ψηφοφόρων. Αφορμή για το παρόν άρθρο υπήρξε το γεγονός ότι χθες βράδυ σε παρέα έξι ατόμων οι δύο συζητούσαν για πρόθεση ψήφου με κίνητρο την ικανοποίηση του.Η αγάπη δημιουργεί, το μίσος κατεδαφίζει. Γι’ αυτό το χρησιμοποιούν όσοι επιδιώκουν να ανέλθουν στην εξουσία μετά από κατεδάφιση του παρόντος.
Η κρίση γέννησε πολύ μίσος, δημιουργώντας τρειςαδρά περιγραφόμενες κατηγορίες οικονομικά και κοινωνικά θιγομένων. Πρώτη, όσους πριν από την κρίση ανήκαν στα χαμηλότερα εισοδηματικά στρώματα, οι οποίοι και περίπου εξαθλιώθηκαν. Δεύτερη, όσους τέως νοικοκύρηδες έγιναν νεόπτωχοι. Τρίτη, όσους, κυρίως ευρύτερα κρατικοδίαιτους, εθίγησαν από περικοπές ενώ θεωρούσαν κατοχυρωμένο τους δικαίωμα την ευμάρεια και την καταναλωτική ευχέρεια που απέκτησαν, όντας λίγο-πολύ αργόσχολοι αλλά πλουσιοπάροχα αμειβόμενοι από τα δανεικά που δημιούργησαν το Δημόσιο Χρέος.
Η πρώτη καιη δεύτερη κατηγορία, εννοείται όχι όλοι οι άνθρωποι, κυρίως μισούν όσους ακόμα κατέχουν κάτι που οι ίδιοι απώλεσαν ή δεν κατέχουν. Χαίρονται για παράδειγμα ανοιχτά στην προοπτική να χάσουν τις καταθέσεις τους όσοι ακόμα έχουν. Ακόμα και όταν τους επισημαίνεις ότι σήμερα οι περισσότεροι άνθρωποι που διατηρούν εδώ καταθέσεις είναι μικροκαταθέτες με συνετό και φορολογημένο τρόπο ζωής, ότι οι απατεώνες τα έχουν βγάλει προ πολλού έξω. Εγκλωβισμένοι σε αναφορές του μικρόκοσμου τους και χωρίς δυνατότητα ανάλυσης του ευρύτερου πολιτικού πλαισίου επιζητούν εξομοίωση των γύρω τους με τους ίδιους. Ωστόσο η δεύτερη κατηγορία εμφανίζει ένα μεγαλύτερο ποσοστό καταλογισμού των ευθυνών για το χρέος και την κοινωνική θέση στην οποία από αυτό περιήλθε.
Η τρίτη κατηγορία επιβεβαιώνει το πόσο δηλητηριώδης είναι η διαψευσμένη προσδοκία. Συγκριτικά με τις άλλες δυο κατηγορίες έχουν θιγεί ελάχιστα. Αλλά μισούν με το μεγαλύτερο απ’ όλους μένος. Είτε γιατί πλέον δεν μπορούν να υποστηρίξουν άνετα έναν πολυτελή τρόπο ζωής που είχαν συνηθίσει, πολύ πέρα απ’ όσο αντιστοιχούσε στην αξία τους, είτε γιατί δεν μπορούν να υλοποιήσουν σχεδιασμούς πολυτελέστερης ζωής που είχαν προεξοφλήσει. Μισούν τον αγγελιαφόρο επειδή δεν αρέσει το μήνυμα. Μισούν δυνατά αυτούς που παρουσιάζουν σε ολόκληρη την κοινωνία τον λογαριασμό για εκείνο που κατά πλειοψηφία οι ίδιοι απήλαυσαν ως μη όφειλαν. Το να ανέβουν τεχνητά κοινωνική τάξη, το να φαίνονται πολύ ανώτεροι απ' ό,τι είναι χωρίς να προσθέσουν κάτι εντυπωσιακό στην προσωπικότητά τους και στα προσόντα τους.
Τώρα, μετά τον παράδεισο της χρυσής γι’ αυτούς εποχής, νοιώθουν εκπεσόντες άγγελοι. Αν και η περιπτωσιολογία δεν μπορεί να γενικεύεται αναφέρω ενδεικτικά το παράδειγμα ενός τέτοιου, ο οποίος με πλήρη σοβαρότητα μου εξομολογήθηκε ότι έπαθε κατάθλιψη γιατί σχεδίαζε με σύνταξη 2.700 ευρώ από ΔΕΚΟ να μετοικήσει στην Καραϊβική. «Δυστυχώς» η σύνταξη έγινε «μόνο» 1.600 ευρώ και μας έμεινε αμανάτι γυρεύοντας συμπόνια.
Δεν θα αποδεχθεί λοιπόν ο γιδοβοσκός που μέσα σε είκοσι χρόνια έγινε άκοπα μεσοαστός την πραγματικότητα. Διότι αν μισούσε αυτόν που δημιούργησε το πρόβλημα του χρέους θα έπρεπε να αυτοκτονήσει.
Το ευάριθμο ή πολυάριθμο των εν γένει μισούντων που ανήκουν στον συντηρητικό χώρο, και θα μετακινηθούν εκλογικά ή δεν θα μετακινηθούν από τον καναπέ απέχοντας, θα κρίνει το αποτέλεσμα των εκλογών. Όσων δεν θα επιλέξουν μετά από ψύχραιμη αποτίμηση των ρεαλιστικών δεδομένων. Αν αποδειχθούν αρκετοί, μια μακάβρια ιστορική φιγούρα θα χαμογελάει σαρδόνια από το υπερπέραν, επιβεβαιωνόμενος : οι άνθρωποι τις περισσότερες φορές ψηφίζουν με οδηγό το συναίσθημα και όχι με τη λογική.
Προφήτης
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου