Είχαμε την τύχη να επισκεφθούμε το εκπληκτικό μουσείο στην Μηλιά Γρεβενών με τους μεγαλύτερους απολιθωμένους χαυλιόδοντες του κόσμου και
πολλά ακόμη ευρήματα από τον Νομό Γρεβενών!
Μερικά λόγια για το μουσείο από την επίσημη ιστοσελίδα του:
Ο Ελέφαντας των Γρεβενών
Από τις αρχές της δεκαετίας του ’80, ο Δημήτρης Ζησόπουλος (Εικ. 1), παιδάκι τότε, παίζοντας με τα χώματα κοντά στο σπίτι του παππού του, έβρισκε απολιθώματα. Τα περισσότερα αποκαλύφθηκαν από τα νερά της δεξαμενής του υδραγωγείου, πάνω, στην κορυφή του λόφου, στην περιοχή Αμπέλια στις βόρειες παρυφές της πόλης των Γρεβενών και σε υψόμετρο 585 μ.. Στο τέλος της δεκαετίας, ως φοιτητής, έφερε δείγματα στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης (Α.Π.Θ.), στον καθηγητή Παλαιοντολογίας Ιωάννη Μελέντη, ο οποίος προσδιόρισε ότι πρόκειται για απολιθωμένα οστά ελέφαντα. Το 1990, η Ευαγγελία Τσουκαλά έκανε αυτοψία στην περιοχή φιλοξενούμενη από την οικογένεια Ζησόπουλου. Το γεγονός αυτό ήταν η αφορμή για εκτεταμένες παλαιοντολογικές έρευνες από το Α.Π.Θ.. Η πρώτη ανασκαφή έγινε το 1992, με περιορισμένα μέσα και ανθρώπους. Συμμετείχε, μαζί με την Ε. Τσουκαλά, ο συντηρητής του ΑΠΘ Ε. Χατζηελευθερίου (Εικ. 2) και ο Δ. Ζησόπουλος, με πολύ ενδιαφέροντα ευρήματα όπως είναι τμήμα του εμπρόσθιου πέλματος με τα οστά σε ανατομική συνάφεια, που δείχνει και τον τόπο θανάτου του ζώου. Ακολούθησαν δύο ουσιαστικές ανασκαφικές περίοδοι το 1994 και 1995 με αποτέλεσμα την αποκάλυψη τμήματος σκελετού ελέφαντα, ηλικίας 200.000 χρόνων και δύο δοντιών προϊστορικού βοοειδούς. Τα απολιθώματα αυτά κατ’ αρχάς στεγάστηκαν στο δημοτικό κτίριο «Λαδά». Αργότερα, το 2001 μεταφέρθηκαν και σήμερα στεγάζονται στο Δημοτικό Μουσείο Γρεβενών.
Οι ανασκαφές στις ποταμοχειμάρρειες αποθέσεις με διασταυρωτή στρώση, σκούρου πράσινου χρώματος, που προήλθε πιθανότατα από τη διάβρωση των παρακειμένων οφειολιθικών πετρωμάτων έφεραν στο φως το 1994 τις δύο ωμοπλάτες του ελέφαντα- πάνω από ένα μέτρο η κάθε μια - τους σπόνδυλους, τις πλευρές, μια περόνη, γενικά τα οστά του κορμού. Το 1995 αποκαλύφθηκε το κρανίο και το σαγόνι με ένα δόντι, τον τρίτο δεξιό γομφίο ελασματοειδούς τύπου, διατηρημένο σε πολύ καλή κατάσταση, Η μελέτη και σύγκριση των μορφολογικών και βιομετρικών στοιχείων δείχνουν ότι πρόκειται για ένα ενήλικο άτομο, αρσενικού γένους, πολύ μεγάλων διαστάσεων Elephas (Palaeoloxodon) antiquus FALCONER & CAUTLEY. Σύμφωνα και με την απόλυτη χρονολόγηση των δοντιών από το Εργαστήριο της Αρχαιομετρίας του Ε.Κ.Ε.Φ.Ε. «ΔΗΜΟΚΡΙΤΟΣ», ο ελέφαντας τοποθετείται χρονικά στο ισοτοπικό στάδιο οξυγόνου 6, δηλαδή 200.000 χρόνια περίπου πριν από σήμερα. Τα συμπεράσματα που εξάγουμε για το παλαιοπεριβάλλον αυτού του ελέφαντα με τους ευθείς χαυλιόδοντες είναι σημαντικά. Φαίνεται ότι έζησε σε δασώδες περιβάλλον σε μεσοπαγετώδεις περιόδους με θερμό κλίμα. Κατά συνέπεια η Ελλάδα πρέπει να λειτούργησε ως καταφύγιο για πολλά ζώα την εποχή κατά την οποία στην υπόλοιπη Ευρώπη επικρατούσε δριμύ ψύχος
Από το 1993 μέχρι σήμερα η παλαιοντολογική έρευνα πραγματοποιείται με τη χρηματοδότηση της Νομαρχιακής Αυτοδιοίκησης Γρεβενών. Το ξεκίνημα ήταν συγκυριακό μιας και ο τότε Νομάρχης Γρεβενών κ. Αθανασόπουλος, όταν σπούδαζε στην Αμερική, είχε παρακολουθήσει το κατ’ επιλογήν μάθημα Παλαιοντολογία και εντυπωσιάστηκε από την παλαιοντολογική έρευνα στα Γρεβενά και την υποστήριξε αμέσως.
Ο Μαστόδοντας της Μηλιάς
Μετά το πέρας των ανασκαφών και των ραδιοχρονολογήσεων με τον «ΔΗΜΟΚΡΙΤΟ», το 1996, η Ευαγγελία Τσουκαλά θέλοντας να αξιοποιήσει τις πληροφορίες του δασκάλου της Ιωάννη Μελέντη, ότι στο χωριό Μηλιά Γρεβενών κάποιος Θανάσης Δεληβός (Εικ. 4,5)ανακάλυψε απολιθώματα, με την ομάδα της πήγε στη Μηλιά κατά την επιστροφή στη Θεσσαλονίκη και τον αναζήτησε. Αφού τον βρήκε, τότε εκείνος της έδειξε απολιθώματα από την περιοχή του, κοντά στο σπίτι του. Στη συνέχεια η ομάδα ψάχνοντας εντόπισε τα πρώτα απολιθώματα. Ο Βασίλης Μακρίδης (Εικ. 6,7, Εικ. 3, δεύτερος) που ακολουθούσε τον Θανάση Δεληβό και τον μικρό τότε Ιωακείμ Ιωακειμίδη (Εικ. 3, τρίτος) παρατήρησε στην κορυφή του αμμόλοφου της θέσης Μηλιά1, των αποθέσεων του ποταμού Αλιάκμονα, ένα τμήμα οστού να προεξέχει. Στην αρχή νόμιζε ότι ήταν πέτρα, αλλά αυτό ήταν ένα στρογγυλό τμήμα από την επίφυση με την αρθρωτική επιφάνεια μεγάλου οστού ενός μεγάλου ζώου. Ακολούθως έσκαψε με τα χέρια και από μακριά μας ειδοποίησε ότι βρήκε σημαντικό απολίθωμα, το οποίο ήταν ένας ολόκληρος βραχίονας. Μισό μέτρο πιο δεξιά από το πρώτο εύρημα ο Ευριπίδης Μπαλτάκης (Εικ. 3, πρώτος) ανακάλυψε τμήμα χαυλιόδοντα. Η τυχαία ανακάλυψη οδήγησε σε συστηματικές ανασκαφές στην περιοχή, από το 1997, για να αποκαλύψουν ένα από τα πιο εντυπωσιακά ευρήματα που αφορούν την Παλαιοντολογία: δύο πλήρεις, τεράστιοι χαυλιόδοντες (αυτοί είναι οι δεύτεροι κοπτήρες της άνω γνάθου) μήκους 4.39 μέτρων ο καθένας, σε θέση χιαστί, οι μεγαλύτεροι που έχουν βρεθεί μέχρι σήμερα στον κόσμο ενός προϊστορικού προβοσκιδωτού (μαστόδοντα) (Proboscidea, Mammut borsoni (HAYS, 1834). Το 1998 ανακαλύφθηκε από το ίδιο ζώο ένα από τα πληρέστερα σαγόνια που έχουν βρεθεί στον ευρωπαϊκό χώρο. Πάνω στο σαγόνι, εξαιρετικά σπάνια, διατηρούνται σε πολύ καλή κατάσταση και οι δύο μικροί κάτω χαυλιόδοντες, χαρακτηριστικό που εξέλειψε με την εξέλιξη. Επίσης ήλθαν στο φως καλά διατηρημένα οστά του μετακρανιακού σκελετού: της κνήμης, της ωλένης και πλευρών. Η ολοκλήρωση των ερευνών στη θέση Μηλιά1 έγινε το 1999 με την ανακάλυψη της δεύτερης ωλένης και πλευρών που ολοκληρώνουν ως ένα βαθμό την εικόνα ενός ενήλικου προβοσκιδωτού (περίπου 35 χρόνων) τριών εκατομμυρίων ετών.
Μετά το 2000 οι ανασκαφές συνεχίστηκαν στις θέσεις Μηλιά2 που ανακάλυψαν οι Ε. Χατζηελευθερίου και Γ. Λαζαρίδης (Εικ.9) με την αποκάλυψη δεύτερου σαγονιού, βραχίονα, λεκάνης θηλυκού μαστόδοντα, καθώς και τμήμα κρανίου και ολόκληρου μηρού μήκους 1,5 μέτρου ισχυρού αρσενικού ζώου. Τμήματα οστών διάφορων ζώων (ρινόκερων με καλύτερο εύρημα ένα πλήρες κρανίο με τη σπάνια παρουσία κυνόδοντα, εύρημα του 2002 του Ν. Μπαχαρίδη, Εικ.13) προήλθαν από τις υπόλοιπες θέσεις μέχρι τη θέση Μηλιά 9.
Το 2007 ανακαλύφθηκαν μέσα στο αμμορυχείο της Μηλιάς δύο χαυλιόδοντες μεγαλύτεροι αυτών της θέσης Μηλιά1, με μήκος 5,02 μέτρων. Μαζί βρέθηκαν η κάτω γνάθος και πολλά οστά του σκελετού ενός γίγαντα 25 ετών, με ύψος περί τα 3,5 μέτρα και βάρος μεγαλύτερο από 8 τόνους, πλειοκαινικής ηλικίας (3.000.000 ετών περίπου), που η τόσο πλήρης παρουσία του γίνεται γνωστή στην Ελλάδα για πρώτη φορά. Η ανακάλυψή του συμβάλλει στη γνώση τόσο της εξέλιξης, όσο και στους λόγους που οδήγησαν το είδος αυτό στην εξαφάνιση από την Ευρώπη (Εικ. 17). Τα απολιθωμένα οστά και οι χαυλιόδοντες του μαστόδοντα αυτού εκτίθενται στο Μουσείο Μηλιάς του Δήμου Ηρακλειωτών (Εικ. 18). Η βασική ομάδα ανασκαφής, ερευνών και δημιουργίας του Μουσείου που δούλεψε ανιδιοτελώς, είναι οι συνεργάτες: Σπυριδούλα Παππά (Εικ. 10), Ευάγγελος Βλάχος (Εικ. 8), Κατερίνα Τσεκούρα (Εικ. 11), Όλγα Κουκουσιούρα (Εικ. 12).
Οι ανακάλυψη πήρε διεθνείς διαστάσεις με τη συμμετοχή των ολλανδών Dick Mol και Wilrie van Longhem (Εικ. 14 και 16 αντίστοιχα), συνεργατών του Μουσείου Φυσικής Ιστορίας του Ρότερνταμ, καθώς και του ειδικού στους ρινόκερους παγκοσμίως Claude Guerin, καθηγητή του Πανεπιστημίου Λυών (Εικ. 15).
Τέλος στη θέση Πρίπορος, κοντά στον Άγιο Γεώργιο του Δήμου Ηρακλειωτών βρέθηκε το 1999, μετά από πληροφορίες του τότε προέδρου του Αγίου Γεωργίου, Μιχάλη Καραγιάννη, μια απολιθωμένη σιαγόνα με πλήρη οδοντοστοιχία και η ωλένη ενός ρινόκερου (Dicerorhinus jeanvireti), πλειοκαινικής ηλικίας τριών εκατομμυρίων ετών.
Η σημασία των ευρημάτων καλύπτουν την ΕΡΕΥΝΑ, την ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ και την ΚΟΙΝΩΝΙΑ. Για πολλά χρόνια οι ντόπιοι παραξενεύονταν με τις πληροφορίες για την παρουσία των ελεφάντων στην περιοχή τους. Μάλιστα επέμεναν ότι πρόκειται από κόκαλα ελέφαντα τσίρκου που θάφτηκε στα Γρεβενά. Η καλύτερη μαρτυρία ήταν του βοσκού της Μηλιάς Γιάννη Βλάχου που είπε: «Η μεγαλύτερη επιτυχία σας ήταν ότι εμένα και άλλους δύσπιστους ντόπιους που μέχρι πρότινος καταστρέφαμε από άγνοια τα απολιθώματα, τώρα συνειδητοποιήσαμε την αξία τους, ότι είναι φυσική κληρονομιά μας και τα μαζεύουμε με προσοχή και τα παραδίνουμε στο Μουσείο».
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου