Αν είχες έρθει πιο νωρίς στη ζωή μου θα είχα άραγε ένα λόγο να χαμογελώ
σήμερα; Θα είχα το δικαίωμα να μη διχάζομαι απ’ την καρδιά και τη λογική μου; Θα μπορούσα να σου κρατήσω το χέρι χωρίς να φοβάμαι αυτό το αβάσταχτο παρελθόν που με εγκλώβισε;
Θα μπορούσα αλήθεια να σε προλάβω εκείνη τη στιγμή πριν τα έχανες όλα και σταματήσες να πιστεύεις στην αγάπη; Γιατί σήμερα είμαστε δυο σπασμένοι άνθρωποι που προσπαθούμε να κολλήσουμε λίγα μισά κομμάτια που μας απέμειναν. Που ποτέ δε θα μπορέσουν να γίνουν ένα απόλυτο κομμάτι.
Αφήσαμε τα ομορφότερα κομμάτια της καρδιάς μας σε εκείνους που έφυγαν και τους τα δώσαμε να τα κρατάνε σφιχτά κάθε φορά που θα νιώθουν μοναξιά και θα θέλουν να θυμηθούν τι όμορφο αλήθεια ήταν ν’ αγαπάς και ν’ αγαπιέσαι.
Θα σου πω πως αν είχα έρθει πιο νωρίς δε θα ήθελα ποτέ κάποιον σαν εσένα δίπλα μου. Γιατί πριν χάσεις αυτό που αγάπησες ήσουν αήττητος. Μα πριν χάσω κι εγώ αυτόν που αγάπησα δε θα ήξερα ποτέ πόσο αφόρητη είναι εκείνη η μοναξιά που σε πνίγει τα βράδια. Εκείνη η μοναξιά που σε αναγκάζει να βγάλεις αυτήν την απαίσια μάσκα που φοράς απ’ το πρωί και κάθε που πάει να φύγει απ’ το πρόσωπό σου, την τοποθετείς ξανά στερεώνοντάς την με χίλιες δυο δικαιολογίες.
Ξέρεις, πάντα περίμενα ένα απλό κινηματογραφικό σαχλό χάπι-εντ. Αυτό, που στο τέλος το αγόρι κλέβει την καρδιά της κοπέλας που αγαπά και ζουν αυτοί καλά κι εμείς καλύτερα. Κι ζωή μου από μια ρομαντική ταινία άλλαξε κατηγορία κι έγινε κοινωνικό δράμα.
Κι εμφανίζεσαι εσύ απ’ το πουθενά κι αναρωτιέμαι, αν είχες έρθει πιο νωρίς, πώς θα τελείωνε η δικιά μας ταινία. Κι αν γινόταν επιστημονική φαντασία; Αν καταντούσε ένα ψυχολογικό θρίλερ; Ποτέ δε θα το μάθουμε. Γιατί δεν έπρεπε να έρθεις πιο νωρίς.
‘Επρεπε να έρθεις τώρα. Που δεν περίμενα τίποτα πια. Που δεν ήθελα. Μια ζωή δίχως εκπλήξεις. Μια ζωή που δεν αξίζει να γίνει ταινία. Ήρθες απ’ το πουθενά με την κάμερα στο χέρι και μου πες πάμε.
Σε βάφτισα φίλο. Αλήθεια στο πέταξα εκατό φορές στη μούρη, μα κάθε φορά γινόμουν λιγότερο πειστική. Λιγότερο χαμογελαστή. Γιατί το ένιωθα να ζωντανεύει ξανά μέσα μου αυτό που μου ‘χε λείψει. ‘Ενα χάδι. Μια αγκαλιά. Όχι οποιαδήποτε αγκαλιά. Η αγκαλιά αυτή που σε κάνει να θες να βάλεις τα κλάματα απ’ τη χαρά που σου δίνει και δε θες ν’ ανοίξει ποτέ να βγεις από μέσα της.
Ξέρω. Δεν περιμένουμε πολλά. Κάνουμε δυο βήματα μπροστά στο σκοτάδι και τη μέρα σαν ξημερώσει η ζωή μας γυρίζει πίσω. Οι πληγές που έχουμε δε μας αφήνουν ν’ ανοιχτούμε. Είναι σημάδια που κρύβαμε καλά πριν να έρθουμε ο ένας στο διάβα του άλλου. Σαν τουρίστες που σταμάτησαν στο δρόμο για οδηγίες και περιπλανιούνται άσκοπα σε άγνωστους δρόμους μέχρι να βρουν τον προορισμό τους.
‘Ηρθες και ήρθα αργά ή γρήγορα. Δεν έχω ιδέα πού πάμε και πιο τέλος θα γράψουμε μαζί. Ας μάθουμε μαζί το λόγο που βρεθήκαμε. Λίγα κομμάτια έμειναν άλλωστε στην καρδιά μας.
Αναστασία Νάννου
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου