Ιστορική έδρα του Δήμου Αμυνταίου, το Νυμφαίο Φλώρινας (παλαιότερες ονομασίες του,
Νιβεάστα και Νέβεσκα) είναι ένας διατηρητέος παραδοσιακός οικισμός με πετρόχτιστα σπίτια και λιθόστρωτους δρόμους, χτισμένος στις πλαγιές του όρους Βέρνου (Bίτσι), σε υψόμετρο 1.346.
Δάση οξιάς, φυσικοί βοσκότοποι και καλλιεργούμενες εκτάσεις συνθέτουν το φυσικό περιβάλλον της ευρύτερης περιοχής του Νυμφαίου.
Ύστερα από μακρά περίοδο παρακμής και ερήμωσης το Νυμφαίο αναγεννήθηκε τις τελευταίες δεκαετίες χάρη στις προσπάθειες του κράτους αλλά και ιδιωτών, αποτελώντας πρότυπο ήπιας τουριστικής ανάπτυξης, που αναδεικνύει την εθνική κληρονομιά και προστατεύει το περιβάλλον.
Σύμφωνα με την τοπική παράδοση αλλά και ιστορικές πηγές, το Νυμφαίο συγκροτήθηκε ως οικισμός περί τα μέσα του 14ου αιώνα από Βλάχους φύλακες των οδών της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας, που κατέφυγαν στα βουνά ύστερα από σκληρές συγκρούσεις με τους Οθωμανούς.
Οι οικιστές αυτοί, που παρέμειναν ένοπλοι και αυτοδιοικούμενοι, κατέστησαν το Νυμφαίο ξακουστό κέντρο αργυροχρυσοχοΐας από το 17ο έως το 19ο αιώνα.
Είναι αξιοσημείωτο ότι ο εν λόγω χριστιανικός βλάχικος οικισμός της Δυτικής Μακεδονίας (οι παλαιότερες πληροφορίες γι’ αυτόν απαντούν σε οθωμανικό κατάστιχο του 15ου αιώνα) αποτέλεσε σημαντικότατο κέντρο σαβατλίδικων αντικειμένων, δηλαδή αντικειμένων φτιαγμένων με σαβατλίδικη τεχνική (το σαβάτι, φθηνό υποκατάστατο του σμάλτου, ζωγραφίζει περιγράμματα και λεπτομέρειες θυμίζοντας την τεχνική του niello).
Ορισμένοι Νεβεσκιώτες, στις αρχές του 19ου αιώνα, στράφηκαν στο εμπόριο καπνού και βαμβακιού, γεγονός που τους επέτρεψε να κομίσουν στη γενέτειρά τους πλούτη και πολιτισμό.
Οι κάτοικοι του Νυμφαίου, που υπήρξε ένα από τα αρχηγεία του Μακεδονικού Αγώνα, έλαβαν μέρος σε όλους τους εθνικούς αγώνες κατά το 19ο και τον 20ό αιώνα.
Η κεντρική εκκλησία του Νυμφαίου είναι ο Άγιος Νικόλαος, τρίκλιτη ξυλόστεγη βασιλική, χτισμένη το 1867 στη θέση παλαιότερου ναού.
Αντιπροσωπευτικά δείγματα της αρχιτεκτονικής παράδοσης του Νυμφαίου αποτελούν η επιβλητική Νίκειος Σχολή (κτίσμα του 1928, δωρεά του ευεργέτη Ιωάννη – Ζαν Νίκου), όπου λειτουργεί Κέντρο Περιβαλλοντικής Ενημέρωσης για την καφέ αρκούδα, τα αρχοντικά των εύπορων καπνεμπόρων Σωσσίδη (1863) και Μίσσιου (1923), καθώς και τα αρχοντικά Νούσιου, Γκιάκα και Διαμαντίδη, στην είσοδο του οικισμού.
Στο τριώροφο «Σπίτι των Χρυσικών της Νέβεσκας», ακριβές αντίγραφο παλαιού αρχοντικού, με επιζωγραφισμένους τοίχους, περίτεχνα μακεδονικά ταβάνια, σπάνια έπιπλα και παραδοσιακή οικοσκευή, στεγάζεται το Μουσείο Αργυροχρυσοχοΐας, Λαογραφίας και Ιστορίας του Νυμφαίου.
Σε αυτό εκτίθενται συλλογές εργαλείων αργυροχρυσοχοΐας, ασημικών, κοσμημάτων, αργυρών εκκλησιαστικών σκευών, μήτρες και μετάλλια φημισμένων χαρακτών, χειρόγραφα του Μακεδονικού Αγώνα, προσωπογραφίες επιφανών Βλάχων εθνικών ευεργετών, αρματολών, αγωνιστών του 1821, διδασκάλων του Γένους κ.ά.
Στο Νυμφαίο, σε μια ειδικά περιφραγμένη έκταση 50 στρεμμάτων, λειτουργεί το Καταφύγιο της Αρκούδας μερίμνη του Περιβαλλοντικού Κέντρου «Αρκτούρος».
Νιβεάστα και Νέβεσκα) είναι ένας διατηρητέος παραδοσιακός οικισμός με πετρόχτιστα σπίτια και λιθόστρωτους δρόμους, χτισμένος στις πλαγιές του όρους Βέρνου (Bίτσι), σε υψόμετρο 1.346.
Δάση οξιάς, φυσικοί βοσκότοποι και καλλιεργούμενες εκτάσεις συνθέτουν το φυσικό περιβάλλον της ευρύτερης περιοχής του Νυμφαίου.
Ύστερα από μακρά περίοδο παρακμής και ερήμωσης το Νυμφαίο αναγεννήθηκε τις τελευταίες δεκαετίες χάρη στις προσπάθειες του κράτους αλλά και ιδιωτών, αποτελώντας πρότυπο ήπιας τουριστικής ανάπτυξης, που αναδεικνύει την εθνική κληρονομιά και προστατεύει το περιβάλλον.
Σύμφωνα με την τοπική παράδοση αλλά και ιστορικές πηγές, το Νυμφαίο συγκροτήθηκε ως οικισμός περί τα μέσα του 14ου αιώνα από Βλάχους φύλακες των οδών της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας, που κατέφυγαν στα βουνά ύστερα από σκληρές συγκρούσεις με τους Οθωμανούς.
Οι οικιστές αυτοί, που παρέμειναν ένοπλοι και αυτοδιοικούμενοι, κατέστησαν το Νυμφαίο ξακουστό κέντρο αργυροχρυσοχοΐας από το 17ο έως το 19ο αιώνα.
Είναι αξιοσημείωτο ότι ο εν λόγω χριστιανικός βλάχικος οικισμός της Δυτικής Μακεδονίας (οι παλαιότερες πληροφορίες γι’ αυτόν απαντούν σε οθωμανικό κατάστιχο του 15ου αιώνα) αποτέλεσε σημαντικότατο κέντρο σαβατλίδικων αντικειμένων, δηλαδή αντικειμένων φτιαγμένων με σαβατλίδικη τεχνική (το σαβάτι, φθηνό υποκατάστατο του σμάλτου, ζωγραφίζει περιγράμματα και λεπτομέρειες θυμίζοντας την τεχνική του niello).
Ορισμένοι Νεβεσκιώτες, στις αρχές του 19ου αιώνα, στράφηκαν στο εμπόριο καπνού και βαμβακιού, γεγονός που τους επέτρεψε να κομίσουν στη γενέτειρά τους πλούτη και πολιτισμό.
Οι κάτοικοι του Νυμφαίου, που υπήρξε ένα από τα αρχηγεία του Μακεδονικού Αγώνα, έλαβαν μέρος σε όλους τους εθνικούς αγώνες κατά το 19ο και τον 20ό αιώνα.
Η κεντρική εκκλησία του Νυμφαίου είναι ο Άγιος Νικόλαος, τρίκλιτη ξυλόστεγη βασιλική, χτισμένη το 1867 στη θέση παλαιότερου ναού.
Αντιπροσωπευτικά δείγματα της αρχιτεκτονικής παράδοσης του Νυμφαίου αποτελούν η επιβλητική Νίκειος Σχολή (κτίσμα του 1928, δωρεά του ευεργέτη Ιωάννη – Ζαν Νίκου), όπου λειτουργεί Κέντρο Περιβαλλοντικής Ενημέρωσης για την καφέ αρκούδα, τα αρχοντικά των εύπορων καπνεμπόρων Σωσσίδη (1863) και Μίσσιου (1923), καθώς και τα αρχοντικά Νούσιου, Γκιάκα και Διαμαντίδη, στην είσοδο του οικισμού.
Στο τριώροφο «Σπίτι των Χρυσικών της Νέβεσκας», ακριβές αντίγραφο παλαιού αρχοντικού, με επιζωγραφισμένους τοίχους, περίτεχνα μακεδονικά ταβάνια, σπάνια έπιπλα και παραδοσιακή οικοσκευή, στεγάζεται το Μουσείο Αργυροχρυσοχοΐας, Λαογραφίας και Ιστορίας του Νυμφαίου.
Σε αυτό εκτίθενται συλλογές εργαλείων αργυροχρυσοχοΐας, ασημικών, κοσμημάτων, αργυρών εκκλησιαστικών σκευών, μήτρες και μετάλλια φημισμένων χαρακτών, χειρόγραφα του Μακεδονικού Αγώνα, προσωπογραφίες επιφανών Βλάχων εθνικών ευεργετών, αρματολών, αγωνιστών του 1821, διδασκάλων του Γένους κ.ά.
Στο Νυμφαίο, σε μια ειδικά περιφραγμένη έκταση 50 στρεμμάτων, λειτουργεί το Καταφύγιο της Αρκούδας μερίμνη του Περιβαλλοντικού Κέντρου «Αρκτούρος».
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου