Κάπως έτσι ερωτεύτηκες. Κάπως έτσι αγάπησες. Πως; Κάπως ξαφνικά! Έτσι ξαφνικά άρχισαν τα
συναισθήματα να σε μεταμορφώνουν, να σε κάνουν ένα νέο άνθρωπο. Έναν ξαναγεννημένο άνθρωπο. Γεννιόμαστε και πεθαίνουμε περισσότερες φορές στη ζωή μας απ’ όσες πιστεύουμε. Και η αγάπη είναι μια νέα, μια άλλη ζωή, σε έναν άλλο κόσμο, που όλα είναι έντονα, όλα είναι διαφορετικά, όλα είναι ξεχωριστά, γιατί αυτός ο κάποιος, ο «εγώ μ’ αυτόν ποτέ», ο μέχρι χθες ξένος, γίνεται ο άνθρωπός σου, ο καλύτερός σου φίλος, ο εραστής σου, η αγκαλιά που χρειάζεσαι για να κοιμηθείς τα βράδια.
Κι οι ρωγμές είναι εκεί, αλλά δεν τις βλέπεις ή απλά δε θες να τις δεις, γιατί είσαι μέσα στον λαβύρινθο και θέλεις μόνο να χαθείς και να χάνεσαι μαζί του. Και οι στεναχώριες κάνουν φωλιά πάνω από το κεφάλι σου, αλλά περπατάς με τα μάτια ψηλά για να μη βλέπεις τη σκιά τους. Κι η απογοήτευση γίνεται συνήθεια την οποία προσπερνάς σαν έναν παλιό γνώριμο φίλο. Άλλα όλα αξίζουν για μια θέση στον ήλιο.
Αυτό λες στον εαυτό σου και στο τέλος το πιστεύεις. Γίνεσαι ένα μ’ αυτό και παλεύεις ως το τέρμα για να βγεις πρώτος. Αλλά οι ρωγμές μεγαλώνουν, γίνονται όλο και πιο βαθιές και σε κόβουν. Κάθε μέρα γίνεται ένας νέος κόμπος στον λαιμό και ο κόμπος γίνεται σφαλιάρα στο πρόσωπο και η σφαλιάρα γίνεται μαχαίρι στην καρδιά που στάζει αίμα. Και μια συννεφιασμένη μέρα του Γενάρη η καρδιά σου σπάει. Δεν άντεξε τις ρωγμές.
Η αγάπη σου ένα βάζο σπασμένο στο πάτωμα, χίλια μικρά και χωρίς καμία αξία κομμάτια, που δεν ξέρεις αν αξίζει να τα μαζέψεις. Επιλέγεις όμως να μαζέψεις την υπερηφάνεια σου, την αξία σου, τον εαυτό σου και τον θυμό σου. Και φεύγεις μια νύχτα που η υγρασία ζέσταινε τον χειμώνα μέσα σου και τα φώτα της νύχτας σου θύμιζαν ότι είσαι ακόμα όρθια, ακόμα αγέρωχη, ακόμα μαχήτρια. Η αγάπη πια είναι μερικά κομμάτια που άφησες πίσω σου σ’ ένα μικρό, στενάχωρο και θλιβερό σπίτι, με έναν μικρό και λίγο άνθρωπο, αυτόν που κάποτε έβλεπες θηρίο. Αλλά ποτέ δεν ήταν τέτοιος, απλώς η αγάπη σου φίμωσε τις φωνές που ούρλιαζαν μέσα σου να φύγεις μακριά, να τρέξεις, να αποδεχθείς την ήττα σου και ν’ αποχωρήσεις.
Χωρίς την αγάπη, οι μάσκες σας έπεσαν. Είδες ποιος είναι και ποια είσαι. Κοιταχτήκατε στα ίσα και βρεθήκατε ακατάλληλοι ο ένας για τον άλλον. Αυτός έγινε αυτό που πάντα ήταν, αλλά δεν ήθελες να δεις, κι εσύ αυτή που πάντα έκλεινες τα μάτια. Η απομόνωση, η ζήλια, η καταπίεση, ο χειρισμός, ο υποβιβασμός, οι καυγάδες, τα «δεν φταίω εγώ, εσύ με προκάλεσες» κι όλες αυτές οι κακές φωτογραφίες της σχέσης σας βγαίνουν πλέον μπροστά, σαν τους συντελεστές μιας παράστασης που υποκλίνονται στο τέλος. Και το όνειρο θερινής νυκτός δεν ήταν ποτέ ένα σαιξπηρικό ποίημα, αλλά μια καλοστημένη παράσταση και εσύ η μαριονέτα.
Τουλάχιστον τώρα τα βλέπεις όλα καθαρά. Κι είσαι έτοιμη ν’ αναλάβεις την ευθύνη των ψευδαισθήσεων και των αυταπατών σου. Τώρα πια γνωρίζεις ότι επέλεξες τον λάθος άνθρωπο για ν’ αγαπήσεις, όσο και αν κορόιδευες τον στοίχο όποτε τον άκουγες. Τώρα ξέρεις ότι εσύ τον άφησες, αλλά είσαι ακόμα δυνατή, πιο δυνατή απ’ αυτόν, πιο ισχυρή και ακλόνητη. Γιατί εσύ ξέρεις την αλήθεια του εαυτού σου και την αποδέχθηκες και τώρα δε θα κάνεις πίσω, δε θα λυγίσεις, θα διεκδικήσεις την πνευματική νηφαλιότητά σου.
Άλλα θα ξαναγαπήσεις, θα ξαναγεννηθείς και θα ξαναπεθάνεις, για να καταλάβεις ότι κάθε φορά θα ζεις μια νέα ζωή, μια άλλη ζωή, που όμως πλέον έχεις την εμπειρία να τη ζωγραφίσεις με τα χρώματά σου, αυτά που δε θα σου κρύβουν το φως του ήλιου. Γιατί γι’ αυτή τη θέση στον ήλιο παλεύεις, αλλά πλέον θυμάσαι ότι δεν πρέπει να καούν τα φτερά σου, για να μπορείς να πετάς ελεύθερη.
Επιμέλεια κειμένου: Μάιρα Τσιρίγκα
pillowfights.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου