Το 1947 οι δυνάμεις του Δημοκρατικού Στρατού Ελλάδας (ΔΣΕ) είχαν κατορθώσει, χρησιμοποιώντας τακτικές ανταρτοπολέμου να δημιουργήσουν
προβλήματα αντιστρόφως ανάλογα του μεγέθους και της ισχύος τους. Εκμεταλλευόμενες το γεγονός ότι ο ΕΣ βρισκόταν σε επίσης τραγική κατάσταση, έχοντας παράλληλα το βάρος φύλαξης όλων των σημαντικών κατοικημένων τόπων στη χώρα, οι δυνάμεις του Μάρκου Βαφειάδη είχαν κυριαρχήσει σε μεγάλο μέρος της υπαίθρου χώρας.
Ωστόσο έλειπε η πολιτική αναγνώριση των ανταρτών, κυρίως από την μεγάλη σοσιαλιστική “μητέρα”, την ΕΣΣΔ και τις όμορες “αδελφές” χώρες. Ο Ζαχαριάδης πίστευε ότι η πολυπόθητη αναγνώριση θα έρχονταν αν οι δυνάμεις του κατόρθωναν να κυριεύσουν μια σημαντική πόλη, προκαλώντας διεθνές αντίκτυπο. Έτσι αποφασίστηκε η προσβολή των Γρεβενών.
Η μάχη των Γρεβενών υπήρξε απόρροια της γενικότερης πολιτικής και στρατιωτικής κατάστασης, όπως αυτή είχε διαμορφωθεί στην Ελλάδα, το καλοκαίρι του 1947. Ο ανταρτοπόλεμος στην χώρα βρισκόταν σε εξέλιξη για περισσότερο από ένα έτος –επισήμως. Ωστόσο το ΚΚΕ εξακολουθούσε να μην υιοθετεί επίσημα τις ανταρτικές δυνάμεις, μιλώντας για ομάδες «διωκόμενων δημοκρατικών πολιτών».
Το εκπληκτικό δε ήταν ότι το ΚΚΕ λειτουργούσε νόμιμα και κανονικά στο πλαίσιο των κοινοβουλευτικών θεσμών. Τα γραφεία του σε όλη τη χώρα ήταν ανοικτά και οι εφημερίδες του κυκλοφορούσαν νόμιμα. Στις 25 Ιουνίου 1947, κατά τη διάρκεια των εργασιών του συνεδρίου του γαλλικού κομμουνιστικού κόμματος, η αντιπροσωπεία του ΚΚΕ, αποτελούμενη από τους Ζαχαριάδη και Πορφυρογένη, δήλωσε ενώπιον των Ευρωπαίων κομμουνιστών ότι «υπήρχαν όλες οι προϋποθέσεις, πολιτικές και στρατιωτικές και διεθνείς, ώστε να δημιουργηθεί ελεύθερη ελληνική κυβέρνηση».
Η κίνηση αυτή, η προαναγγελία δηλαδή σχηματισμού ανταρτικής κυβέρνησης, έπεισε την ελληνική κυβέρνηση ότι η ηγεσία του ΚΚΕ ήταν πεπεισμένη για την νίκη της σε στρατιωτικό επίπεδο και πιθανότατα είχε εξασφαλίσει την υποστήριξη του ανατολικού μπλοκ και ίσως-ίσως και αυτής της σταλινικής Σοβιετικής Ένωσης. Η κυβέρνηση της “ελεύθερης Ελλάδας” θα ανακηρύσσονταν πιθανότατα μέχρι τον Αύγουστο του 1947, με ότι αυτό συνεπαγόταν σε πολιτικό και στρατιωτικό επίπεδο.
Ουσιαστικά η Ελλάδα θα κόβονταν στα δύο και η αμέριστη υποστήριξη που ασφαλώς θα παρείχαν τα αδελφά καθεστώτα στον Ζαχαριάδη θα μπορούσαν να του εξασφαλίσουν τη νίκη, πριν φτάσει η αμερικανική βοήθεια. Σημαντικά δε ενίσχυσε τη θέση των ανταρτών η νίκη τους στην Πίνδο, μεταξύ 13 και 17 Ιουλίου 1947, όπου και εγκατέστησαν σταθερό προγεφύρωμα.
Μοιραία αυτό που απέμενε μόνο στην ηγεσία του ΚΚΕ ήταν να παρουσιάσει μια θεαματική στρατιωτική επιτυχία, ει δυνατόν να καταλάβει μια πόλη, όπου θα μπορούσε να εγκαταστήσει την έδρα της «ελεύθερης κυβέρνησής»της, προβάλλοντας την επιτυχία της κατάλληλα στο εξωτερικό.
Επίθεση στα Γρεβενά
Έτσι, βάσει των σχεδίων του Μάρκου αποφασίστηκε η προσβολή των Γρεβενών. Η απόφαση είχε να κάνει με την εγγύτητα της πόλης από τις νέες βάσεις των ανταρτών στην βόρεια Πίνδο, αλλά και με τις περιορισμένες δυνατότητες της φρουράς της πόλης. Την στιγμή εκείνη την πόλη φρουρούσε το 529 Τάγμα Πεζικού (TΠ), υπό τον αντισυνταγματάρχη Κωνσταντίνο Πανταζή. Το τάγμα διέθετε μόνο δύο λόχους εντός της πόλης, ο άλλος λόχος του στάθμευε στο χωρίο Μαυραναίοι και δύο ακόμα διμοιρίες του φρουρούσαν τη γέφυρα Ελευθερωχωρίου.
Ο αντισυνταγματάρχης Πανταζής διέθετε ακόμα υπό διοίκηση έναν ουλαμό θωρακισμένων αυτοκινήτων με μόλις δύο οχήματα, μια πυροβολαρχία του 104ου Συντάγματος Πεδινού Πυροβολικού, ένα όλμο των 4,2 ιντσών, 100 χωροφύλακες της υποδιοίκησης Χωροφυλακής Γρεβενών και 50 εθνοφύλακες ΜΑΥ (Μονάδες Ασφαλείας Υπαίθρου).
Από την άλλη πλευρά οι ανταρτικές δυνάμεις, συγκροτημένες ακόμα σε αρχηγεία, παρέτασσαν 11 συνολικά τάγματα, με δύναμη περί τους 300-350 μαχητές έκαστο. Επικεφαλής της όλης επιχείρησης τάχθηκε ο Κίκιτσας, αρχηγός του αρχηγείου κεντρικής και δυτικής Μακεδονίας, ενώ την καθαυτό ευθύνη για την προσβολή της πόλης ανέλαβε ο Γιαννούλης, επικεφαλής του αρχηγείο Βοΐου-Γράμμου.
Τα ανταρτικά τμήματα άρχισαν να προωθούνται προς τις καθορισμένες τους θέσεις από το βράδυ της 23ης προς 24η Ιουλίου 1947. Στις 03.30 η επίθεση άρχισε, ασυντόνιστα, όμως, καθώς οι αντάρτικη διοίκηση απέτυχε στο σημείο αυτό. Η φρουρά, επίσης, αγρυπνούσε. Ο αντισυνταγματάρχης Πανταζής ήρωας του 1940, έδωσε αμέσως το σύνθημα και όλη η δύναμη της φρουράς επάνδρωσε τις θέσεις μάχης της, βάσει του σχεδίου αμύνης της πόλης.
Ο Πανταζής επιχείρησε να συνδεθεί με τη Μεραρχία αλλά η τηλεφωνική γραμμή είχε αποκοπεί. Δεν κατάφερε όμως να επικοινωνήσει με το προϊστάμενο κλιμάκιο ούτε μέσω ασυρμάτου, παρά στις 05.20, σχεδόν δύο ώρες μετά την έναρξη της επίθεσης. Εξ αρχής οι αντάρτες άσκησαν ισχυρή πίεση στη φρουρά. Μέχρι τις 04.20 είχαν καταφέρει να εξαναγκάσουν τους χωροφύλακες σε υποχώρηση, στην περιοχή της εκκλησίας του Αγ. Δημητρίου. Ήταν η μόνη τους επιτυχία. Η φρουρά απέκρουσε όλες τις άλλες επιθέσεις και ενίσχυσε τον απειλούμενο τομέα.
Ο Πανταζής δεν αρκέστηκε στην μέχρι τότε αμυντική του επιτυχία και διέταξε αντεπίθεση. Η αντεπίθεση αυτή είχε άρωμα 1940. Με την ιαχή «Αέρα-Αέρα» να δονεί την ατμόσφαιρα, οι περίπου 65 άνδρες δύο διμοιριών εξόρμησαν και σε ελάχιστα λεπτά σύντριψαν το επίλεκτο 850ο ανταρτικό τάγμα, το οποίο τράπηκε σε φυγή, εγκαταλείποντας επί του πεδίου 86 νεκρούς και 46 αιχμαλώτους. Τότε ο Πανταζής έριξε στην επίθεση και τον 3/529 Λόχο, ο οποίος μέχρι τότε επάνδρωνε τη γραμμή των βορείων φυλακίων. Ήταν το οριστικό τέλος για το 850ο τάγμα, το οποίο διαλύθηκε κυριολεκτικά. Τα σχέδια του Ζαχαριάδη είχαν αποτύχει.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου