Δεσποτική εορτή της Χριστιανοσύνης, σε ανάμνηση της έλευσης του μικρού Χριστού από τους γονείς του στον Ναό των Ιεροσολύμων και της υποδοχής του από τον πρεσβύτη ιερέα Συμεών.
Εορτάζεται στις 2 Φεβρουαρίου, μαζί με την ανάμνηση του γεγονότος του καθαρισμού της Παναγίας από τη λοχεία (σαραντισμός).
Η Υπαπαντή του Κυρίου είναι μία από τις 12 μεγάλες εορτές της Ορθόδοξης Χριστιανικής Εκκλησίας («Δωδεκάορτον»). Στον αγγλόφωνο κόσμο είναι γνωστή ως Candlemas.
Η λέξη Υπαπαντή σημαίνει προϋπάντηση στην κοινή ελληνιστική. Στις 2 Φεβρουαρίου έχουν την ονομαστική τους εορτή η Υπαπαντή, ο Παναγιώτης, η Μαρία και η Δέσποινα.
Το εκκλησιαστικό γεγονός της Υπαπαντής του Κυρίου, που εξιστορεί ο Ευαγγελιστής Λουκάς (β, 22-38), συνέβη σαράντα ημέρες μετά τη γέννηση του Ιησού. Επειδή, σύμφωνα με το μωσαϊκό νόμο, ήταν το πρώτο παιδί της οικογένειας και μάλιστα αγόρι, έπρεπε να αφιερωθεί στον Θεό και συγχρόνως οι γονείς να προσφέρουν σε Αυτόν μία μικρή θυσία από ένα ζευγάρι τρυγόνια ή δύο μικρά περιστέρια. Το ζευγάρι του Ιωσήφ και της Μαρίας προϋπάντησε στο ναό ο υπερήλικας Συμεών, ο οποίος δέχθηκε τον Ιησού στην αγκαλιά του, η οποία φωτίστηκε από το Άγιο Πνεύμα. Ο πρεσβύτης ιερέας είχε λάβει υπόσχεση από τον Θεό ότι δεν θα πεθάνει, προτού δει τον Χριστό και Τον ευχαρίστησε με τα λόγια:
Νυν απολύεις τον δούλον σου, Δέσποτα κατά το ρήμα σου εν ειρήνη,
ότι είδον οι οφθαλμοί μου το σωτήριόν σου,
ό ητοίμασας κατά το πρόσωπον πάντων των λαών,
φως εις αποκάλυψιν εθνών και δόξαν λαού σου Ισραήλ.
Αρχικά, η Υπαπαντή γιορταζόταν στον βυζαντινό κόσμο στις 14 Φεβρουαρίου.
Το εκκλησιαστικό γεγονός της Υπαπαντής του Κυρίου, που εξιστορεί ο Ευαγγελιστής Λουκάς (β, 22-38), συνέβη σαράντα ημέρες μετά τη γέννηση του Ιησού. Επειδή, σύμφωνα με το μωσαϊκό νόμο, ήταν το πρώτο παιδί της οικογένειας και μάλιστα αγόρι, έπρεπε να αφιερωθεί στον Θεό και συγχρόνως οι γονείς να προσφέρουν σε Αυτόν μία μικρή θυσία από ένα ζευγάρι τρυγόνια ή δύο μικρά περιστέρια. Το ζευγάρι του Ιωσήφ και της Μαρίας προϋπάντησε στο ναό ο υπερήλικας Συμεών, ο οποίος δέχθηκε τον Ιησού στην αγκαλιά του, η οποία φωτίστηκε από το Άγιο Πνεύμα. Ο πρεσβύτης ιερέας είχε λάβει υπόσχεση από τον Θεό ότι δεν θα πεθάνει, προτού δει τον Χριστό και Τον ευχαρίστησε με τα λόγια:
Νυν απολύεις τον δούλον σου, Δέσποτα κατά το ρήμα σου εν ειρήνη,
ότι είδον οι οφθαλμοί μου το σωτήριόν σου,
ό ητοίμασας κατά το πρόσωπον πάντων των λαών,
φως εις αποκάλυψιν εθνών και δόξαν λαού σου Ισραήλ.
Αρχικά, η Υπαπαντή γιορταζόταν στον βυζαντινό κόσμο στις 14 Φεβρουαρίου.
Ήταν μία μάλλον μικρή θρησκευτική εορτή, την οποία ανήγαγε σε δεσποτική ο αυτοκράτορας Ιουστινιανός το 542 και επέβαλε να εορτάζεται στις 2 Φεβρουαρίου, προκειμένου να ζητήσει τη μεσιτεία του Κυρίου για ένα λοιμό που είχε ενσκήψει στην επικράτειά του.
Σήμερα, μόνο η Αρμενική Εκκλησία τιμά την Υπαπαντή στις 14 Φεβρουαρίου, ενώ όσοι Χριστιανοί ακολουθούν τον Ιουλιανό Ημερολόγιο («παλαιοημερολογίτες») γιορτάζουν την Υπαπαντή στις 15 Φεβρουαρίου. Με ιδιαίτερη λαμπρότητα γιορτάζεται η Υπαπαντή του Κυρίου στην Καλαμάτα, όπου πανηγυρίζει ο ομώνυμος Ναός. Οι θρησκευτικές εκδηλώσεις ξεκινούν στις 27 Ιανουαρίου και ολοκληρώνονται στις 9 Φεβρουαρίου.
Την ημέρα της Παναγίας της Παπαντής αργούν οι μυλωνάδες της Κρήτης. Τιμούν την Παναγία τη Μυλιαργούσα, που την έχουν για προστάτιδά τους. Την αργία τηρούν και οι αγρότες για να μην πέσει χαλάζι και καταστρέψει τη βλάστηση.
Την ημέρα της Παναγίας της Παπαντής αργούν οι μυλωνάδες της Κρήτης. Τιμούν την Παναγία τη Μυλιαργούσα, που την έχουν για προστάτιδά τους. Την αργία τηρούν και οι αγρότες για να μην πέσει χαλάζι και καταστρέψει τη βλάστηση.
Χαρακτηριστικές και οι μετεωρολογικού περιεχομένου παροιμίες της ημέρας: «Καλοκαιρία της Παπαντής, μαρτιάτικος χειμώνας» και «Ο,τι καιρό κάνει της Παπαντής, θα τον κάμει σαράντα μέρες».
Χαίρε κεχαριτωμένη Θεοτόκε Παρθένε· εκ σου γαρ ανέτειλεν ο Ήλιος της
δικαιοσύνης, Χριστός ο Θεός ημών, φωτίζων τους εν σκότει. Ευφραίνου και συ
Πρεσβύτα δίκαιε, δεξάμενος εν αγκάλαις, τον ελευθερωτήν των ψυχών ημών,
χαριζόμενον ημίν, και την Ανάστασιν.
Κοντάκιο Υπαπαντής
Ο μήτραν παρθενικήν αγιάσας τω τόκω σου, και χείρας του Συμεών ευλογήσας
ως έπρεπε, προφθάσας και νυν έσωσας ημάς, Χριστέ ο Θεός. Αλλ' ειρήνευσον
εν πολέμοις το πολίτευμα, και κραταίωσον βασιλείς, ους ηγάπησας, ο μόνος φιλάνθρωπος.
Πώς βρέθηκε η ιερή εικόνα της Υπαπαντής
Για την ακρίβεια στο σημεία που τώρα στέκει αγέρωχος ο ιερός ναός της Υπαπαντής, στην τουρκοκρατία υπήρχαν οι στάβλοι του Πασά της Καλαμάτας, το σπίτι του οποίου ήταν ακριβώς απέναντι, δίπλα από το σημείο , όπου σήμερα βρίσκεται η Μητροπολιτική κατοικία.
Ένας μικρός σταβλίτης κρυφοχριστιανός λοιπόν για τρεις μέρες έβλεπε στον ύπνο του μια νεαρή γυναίκα μαυροφορεμένη να περπατά μέσα στον στάβλο, να τον πλησιάζει και να του λέει να ακούσει αυτά που έχει να του πει το άλογο. Το πρωί που ξυπνούσε δεν καταλάβαινε τι σήμαινε το όνειρο. Μέχρι που την τρίτη μέρα παρατήρησε οτι το άλογο χτυπούσε το πόδι του επίμονα σε ένα σημείο.
Ζήτησε λοιπόν άδεια από τον Πασά και μαζί με άλλους άνδρες έσκαψαν και ως εκ θαύματος εμφανίσθηκε η εικόνα της Παναγίας. Εικάζεται οτι είναι έργο του Ευαγγελιστή Λουκά και οτι προέρχεται από την Κωνσταντινούπολη και έφτασε εδώ δια θαλάσσης την εποχή της Εικονομαχίας.
Αργότερα στο σημείο εκείνο χτίσθηκε ναός αφιερωμένος στην Υπαπαντή του Σωτήρος, στον οποίο τοποθετήθηκε η εικόνα. Το αξιοθαύμαστο ήταν πως ενώ στο πίσω μέρος της ήταν καμμένη το μπροστινό τμήμα, όπου είναι ζωγραφισμένη η Παναγία Βρεφοκρατούσα με τον μικρό Ιησού στην αγκαλιά της, ήταν ανέπαφο.
Η εικόνα αποκαταστάθηκε από τον αγιογράφο συγγραφέα της Βαβυλωνίας Δ. Κ. Βυζάντιο το 1839, ενώ νέες διορθωτικές επεμβάσεις έγιναν μετά από πυρκαγιά του 1914 από τον καθηγητή της Σχολής Καλών Τεχνών ζωγράφο Γεώργιο Ιακωβίδη.
Μετά από εύρεσή της, η εικόνα τοποθετήθηκε στο ναό του Αγίου Γεωργίου (μητροπολιτικό ναό τότε), το 1843 στο ναό Αγίων Κωνσταντίνου Ελένης (μονή Καλογραιών), το 1854 στον επισκευασμένο ναό της Υπαπαντής και από 1873 στο σημερινό.
Η λιτάνευση της εικόνας έγινε για πρώτη φορά 1841 για να σταματήσει την επιδημία πανώλης που είχε χτυπήσει την πόλη . Η καθιέρωση της ετήσιας λιτάνευσης έγινε το 1884. Από το 1889 και κάθε χρόνο. Μετά τους σεισμούς του 1986, μεταφέρθηκε πάλι στη μονή Καλογραιών (στο ναό της Υψώσεως του Τιμίου Σταυρού αυτή τη φορά), για να επιστρέψει στη θέση της το 1992.
Απολυτίκιο Υπαπαντής
Χαίρε κεχαριτωμένη Θεοτόκε Παρθένε· εκ σου γαρ ανέτειλεν ο Ήλιος της
δικαιοσύνης, Χριστός ο Θεός ημών, φωτίζων τους εν σκότει. Ευφραίνου και συ
Πρεσβύτα δίκαιε, δεξάμενος εν αγκάλαις, τον ελευθερωτήν των ψυχών ημών,
χαριζόμενον ημίν, και την Ανάστασιν.
Κοντάκιο Υπαπαντής
Ο μήτραν παρθενικήν αγιάσας τω τόκω σου, και χείρας του Συμεών ευλογήσας
ως έπρεπε, προφθάσας και νυν έσωσας ημάς, Χριστέ ο Θεός. Αλλ' ειρήνευσον
εν πολέμοις το πολίτευμα, και κραταίωσον βασιλείς, ους ηγάπησας, ο μόνος φιλάνθρωπος.
Πώς βρέθηκε η ιερή εικόνα της Υπαπαντής
Για την ακρίβεια στο σημεία που τώρα στέκει αγέρωχος ο ιερός ναός της Υπαπαντής, στην τουρκοκρατία υπήρχαν οι στάβλοι του Πασά της Καλαμάτας, το σπίτι του οποίου ήταν ακριβώς απέναντι, δίπλα από το σημείο , όπου σήμερα βρίσκεται η Μητροπολιτική κατοικία.
Ένας μικρός σταβλίτης κρυφοχριστιανός λοιπόν για τρεις μέρες έβλεπε στον ύπνο του μια νεαρή γυναίκα μαυροφορεμένη να περπατά μέσα στον στάβλο, να τον πλησιάζει και να του λέει να ακούσει αυτά που έχει να του πει το άλογο. Το πρωί που ξυπνούσε δεν καταλάβαινε τι σήμαινε το όνειρο. Μέχρι που την τρίτη μέρα παρατήρησε οτι το άλογο χτυπούσε το πόδι του επίμονα σε ένα σημείο.
Ζήτησε λοιπόν άδεια από τον Πασά και μαζί με άλλους άνδρες έσκαψαν και ως εκ θαύματος εμφανίσθηκε η εικόνα της Παναγίας. Εικάζεται οτι είναι έργο του Ευαγγελιστή Λουκά και οτι προέρχεται από την Κωνσταντινούπολη και έφτασε εδώ δια θαλάσσης την εποχή της Εικονομαχίας.
Αργότερα στο σημείο εκείνο χτίσθηκε ναός αφιερωμένος στην Υπαπαντή του Σωτήρος, στον οποίο τοποθετήθηκε η εικόνα. Το αξιοθαύμαστο ήταν πως ενώ στο πίσω μέρος της ήταν καμμένη το μπροστινό τμήμα, όπου είναι ζωγραφισμένη η Παναγία Βρεφοκρατούσα με τον μικρό Ιησού στην αγκαλιά της, ήταν ανέπαφο.
Η αποκατάσταση της εικόνας
Η εικόνα αποκαταστάθηκε από τον αγιογράφο συγγραφέα της Βαβυλωνίας Δ. Κ. Βυζάντιο το 1839, ενώ νέες διορθωτικές επεμβάσεις έγιναν μετά από πυρκαγιά του 1914 από τον καθηγητή της Σχολής Καλών Τεχνών ζωγράφο Γεώργιο Ιακωβίδη.
Μετά από εύρεσή της, η εικόνα τοποθετήθηκε στο ναό του Αγίου Γεωργίου (μητροπολιτικό ναό τότε), το 1843 στο ναό Αγίων Κωνσταντίνου Ελένης (μονή Καλογραιών), το 1854 στον επισκευασμένο ναό της Υπαπαντής και από 1873 στο σημερινό.
Η λιτάνευση της εικόνας έγινε για πρώτη φορά 1841 για να σταματήσει την επιδημία πανώλης που είχε χτυπήσει την πόλη . Η καθιέρωση της ετήσιας λιτάνευσης έγινε το 1884. Από το 1889 και κάθε χρόνο. Μετά τους σεισμούς του 1986, μεταφέρθηκε πάλι στη μονή Καλογραιών (στο ναό της Υψώσεως του Τιμίου Σταυρού αυτή τη φορά), για να επιστρέψει στη θέση της το 1992.
sansimera.gr, ekklisiaonline.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου