Δ η μ ή τ ρ ι α
Εκεί που ερωτεύεται η αθωότητα τη μορφή , κι ο θεός προετοιμάζει τα θαύματα!
Τότε γιορτάζεις ,
Καθώς γυρνά ο αέρας, κουβαλώντας ζεστές ακόμα βροχές , και λουλούδια με πείσμα!
Κι όταν αραιώνουν τα νεφελώματα, ζωγραφίζοντας απαλά, τοιχογραφίες των παραδείσων
Tότε γιορτάζεις!
Καταμεσίς του φωτός, ντυμένη τη χάρη των σύννεφων , την τελειότητα των ανέμων, θα κερδίσεις τα σκήπτρα της αρετής την σπουδαία ωραιότητα της ίριδας!
Εσύ θα νικάς, εσύ θα ζητάς, οτι μπορει να σημαίνει, το στάχυ των πρωτογόνων, το μέλι της πανάρχαιας βελανιδιάς, ότι ορίζουν, οι αναπνοές των βουνών, 12 οι πελώριοι παφλασμοί της ωκεάνειας υπεροχής!
Εσύ θα γιορτάζεις μ επιβεβαίωση στις 26 , κάθε Οκτώβρη!
Στο Διάκο, της Μικρής Παναγιάς , του Σταυρού, του Αϊ-δημήτρη!
Στο Διάκο, της Μικρής Παναγιάς , του Σταυρού, του Αϊ-δημήτρη!
Το καταλάβαινες...
Σήκωνε ο αέρας, στροβίλους σκόνης στο μεσοχώρι, έτρεχε μέλι απ τα κεφάλια των σύκων, της αγριοσυκιάς ,στη γωνία του Γκόντα!
¨Ηταν υγρός ο ήχος της καμπάνας στον πλάτανο, ήχος ιερός ,που σκαρφάλωνε στο μονοπάτι για τις Σάρμπεις, αναστατώνοντας τις κίσσες και τους συκοφάγους. Στους πλοκούς και στα ξύλινα μπαλκόνια, αραδιαστά κιλίμια και βυσινί μπατανίες γεμάτες , με κεντημένα πουλιά σε σταφύλι!
Ασπρος ασβέστης στεφάνωνε τα πεζούλια, τις πέτρινες σκάλες, γύρω-γυρω, τα φαρδιά αλώνια.
Ηταν σίγουρα της Μικρής Παναγιάς δε σε γελούσαν τα σημάδια!
Ηρθε μετά απ τον Κρανιώτη μια βαριά συννεφιά. Πέρασε σαν τη σκιά του κακού την κορυφογραμμή στα Καλύβια, κλέβοντας φώς απο παντού , μέχρι τα γέρικα δένδρα στην κόψη της Βίγλας!
Ηρθε ασήκωτη και μας σκέπασε , σαν καλοκαιρινός χειμώνας . Κοιτούσαμε, θλιμένη την εποχή , 14 που περνούσε σκυφτή στο εικόνισμα , στον Αι¨θανάση, στις αχνογάλαζες γκρεμίνες του Μπράντου, στην αραιή δροσιά των αβλαγάδων!
Σταμάτησε , το θρόϊσμα της αγριοβρώμης στον άνεμο, γέμισαν θλίψη τα εικονίσματα, τα πουλιά πετούσαν με βαριά φτερά απ τη βροχή, κουνιόταν ελαφρά η μεγάλη καντήλα στην είσοδο της Μικρής Παναγιάς!
Σταμάτησε , το θρόϊσμα της αγριοβρώμης στον άνεμο, γέμισαν θλίψη τα εικονίσματα, τα πουλιά πετούσαν με βαριά φτερά απ τη βροχή, κουνιόταν ελαφρά η μεγάλη καντήλα στην είσοδο της Μικρής Παναγιάς!
Και το παλιό σχολιό, χωρίς σκεπή, δίχως παράθυρα, φύλαγε βουβό, μέσα στους όρθιους τοίχους που απέμειναν , όνειρα και γέλια του 70 , μαζί με, σαπισμένες γομολάστιχες και σωμένα μολύβια δύο πόντων! Το καταλάβαινες....
Ηταν του Σταυρού οι μέρες!
Σηκώσαμε τα μάτια ψηλά, μέσα απ τα χοντρά καδρόνια της υποστήλωσης, στον παντοκράτορα ,στον τρούλο., για προσευχές. Κάτω απ τον αιώνιο πλάτανο, στις στρόγγυλες πελεκημένες πέτρες, βαθια, βραχνά ,βεβαιωτικά , άδολες φωνές παλιών γερόντων,
για τον παπά που διάβασε όλα τα γράμματα και άργησε,
για τα μαντριά, τα καλαμπόκια, τα συνορα των χωραφιών!
για τον παπά που διάβασε όλα τα γράμματα και άργησε,
για τα μαντριά, τα καλαμπόκια, τα συνορα των χωραφιών!
Το Καταλάβαινες.......
Περνούσε κουτσή η εποχή στην ανηφόρα για τον Ταβλαμπά, για να γιορτάσει τις μέρες, , στ αμπέλια με τα μοσχάτα της Δημομάλιας !
Εφτανε απο ψηλά , στο μονοπάτι ,στα Κουτσο-κλάδια,
ο Αϊ-δημήτρης των μύρων , γλυκιά ιερότητα , στην αυλή του χειμώνα!
Εφτανε απο ψηλά , στο μονοπάτι ,στα Κουτσο-κλάδια,
ο Αϊ-δημήτρης των μύρων , γλυκιά ιερότητα , στην αυλή του χειμώνα!
Ασβεστωμένοι τενεκέδες με φουντωτό βασιλικό , στην έξω μεριά του ιερού, στην Παναγιά του Διάκου!
Μια αδιόρατη , αχνή γραμμή , που ξεκινά απο τον κόκκινο τρούλο και φτάνει να γεφυρώνει πίσω, με τις χριστιανικές κατακόμβες, το 305, με τις μεγάλες Πύλες της Βασιλεύουσας!
Εκει, στα πέντε σκαλιά , στο σπίτι της αθώας νιότης , που μια αρχαία κληματαριά , βεβαίωνε, τις λιτές χάρες των ανθρώπων, τώρα έμειναν οι στραβές σιδερόβεργες απο το παραθύρι των ταξιδιών , κι ο λοχερός Αι-δημητρης που φύτρωσε, σ ένα κομμένο γκιούμι ,χωμένο στα ερείπια!
Είναι γλυκό το φθινόπωρο, Φτανει τυλιγμένο στην ιερότητα των αρχαίων όρθρων, στην μελαγχολική καταλλαγή των μακεδονικών εσπερινών! Κρατά στα χέρια τα αμέτρητα άνθη των φθινοπωρινών πρασινάδων, τη θεϊκή μίξη λευκού και βυσινί
“Ο Αϊδημήτρης ήλθε ! Τείχος άσειστον, νοητόν, δαίμοσι και βαρβάροις ακαταγώνιστον έρυμα, βιωτικών κλυδώνων φρούριον γαληνόδωρον σωμάτων και ψυχών φυλακτήριον! Της σοφίας το ταμείον, της πίστεως η στάθμη!”
Κώστας Κλεισιάρης
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου