Ακολουθεί η μετάφραση του άρθρου για τους γονείς μου από εφημερίδα του Αννοβέρου:
“Δεν είχαμε ποτέ πελάτες, μόνο φίλους’’
Τελευταία μέρα η 27η Φεβρουαρίου: Η Γεωργία και ο Σωτήρης Κατσιώνης κλείνουν το εστιατόριό τους Πλάκα στο Αλτβαρμπούχεν.
Τελευταία μέρα η 27η Φεβρουαρίου: Η Γεωργία και ο Σωτήρης Κατσιώνης κλείνουν το εστιατόριό τους Πλάκα στο Αλτβαρμπούχεν.
‘‘Θα έρθει ένα μεγάλο φορτηγό, στο οποίο θα βάλουμε 27 χρόνια της ζωής μας, και μετά θα το σκάσουμε από εδώ’’. Έτσι περιγράφει η Γεωργία Κατσιώνη την προγραμματισμένη μετακόμιση για Ελλάδα στο τέλος Μαρτίου. Ακούγεται αστείο, ίσως και λίγο κανονισμένο, αλλά δεν είναι καθόλου έτσι. Το εστιατόριο Πλάκα στο Αλτβαρμπούχεν ήταν κάτι παραπάνω από μία απλή δουλειά για εκείνη και το σύζυγό της Σωτήρη. Ήταν ένα έργο ζωής. Και αυτό από το 1994. ‘‘Όταν έρθει η σύνταξη θα γυρίσουμε πίσω κάποια στιγμή’’, λέει η 63χρονη, η οποία κάποτε, όπως και ο σύζυγός της, ήρθε μαζί με τους γονείς της, που ήταν μετανάστες, στη Γερμανία. Φήμες ότι ήθελαν να κλείσουν το εστιατόριο υπήρχαν εδώ και χρόνια. Αλλά δεν ήταν ποτέ αλήθεια. Τώρα όμως η απόφαση έχει παρθεί. ‘‘Στις 27 Φεβρουαρίου ανοίγουμε για τελευταία φορά. Πρέπει να φεύγεις όταν είσαι στα καλύτερά σου’’, λέει η Γεωργία.
Πολλές αναμνήσεις
Και όμορφος ήταν ο καιρός σίγουρα. Ένα δάκρυ έχει η 63χρονη σχεδόν καθημερινά στα μάτια και ο σύζυγος ένα πλατύ χαμόγελο όταν αναπολεί τις τόσες αναμνήσεις. ‘‘Περνάνε πολλοί θαμώνες για να μας αποχαιρετήσουν, μας φέρνουν δώρα. Ουσιαστικά μέχρι την τελευταία μέρα το μαγαζί είναι πλήρες και δυστυχώς πρέπει και να απορρίπτουμε κρατήσεις’’ λέει συγκινημένη. Αλλά αυτό δεν το αφήνει έτσι ο σύζυγός της. ‘‘ Δεν είχαμε ποτέ πελάτες’’ τονίζει ο Σωτήρης, ‘‘μόνο φίλους’’. Και αυτό το απέδειξε και η περίοδος του κορωνοϊού. ‘‘Ερχόταν τόσος κόσμος για να πάρει φαγητά μόνο και μόνο για να μας στηρίξει’’ λέει η Γεωργία. ‘‘Πραγματικά διανύσαμε καλά την περίοδο της πανδημίας και τους ευχαριστούμε όλους πολύ γι’αυτό’’.
Και όμορφος ήταν ο καιρός σίγουρα. Ένα δάκρυ έχει η 63χρονη σχεδόν καθημερινά στα μάτια και ο σύζυγος ένα πλατύ χαμόγελο όταν αναπολεί τις τόσες αναμνήσεις. ‘‘Περνάνε πολλοί θαμώνες για να μας αποχαιρετήσουν, μας φέρνουν δώρα. Ουσιαστικά μέχρι την τελευταία μέρα το μαγαζί είναι πλήρες και δυστυχώς πρέπει και να απορρίπτουμε κρατήσεις’’ λέει συγκινημένη. Αλλά αυτό δεν το αφήνει έτσι ο σύζυγός της. ‘‘ Δεν είχαμε ποτέ πελάτες’’ τονίζει ο Σωτήρης, ‘‘μόνο φίλους’’. Και αυτό το απέδειξε και η περίοδος του κορωνοϊού. ‘‘Ερχόταν τόσος κόσμος για να πάρει φαγητά μόνο και μόνο για να μας στηρίξει’’ λέει η Γεωργία. ‘‘Πραγματικά διανύσαμε καλά την περίοδο της πανδημίας και τους ευχαριστούμε όλους πολύ γι’αυτό’’.
Η προσγειωμένη ζεστασιά, που έχουν και οι δύο, το φιλικό ΄΄εσύ΄΄ , που σερβίρουν με τόση χαρά, όλα αυτά έκαναν αμέτρητο κόσμο να δεθεί με το εστιατόριο. Παντού υπάρχουν φωτογραφίες, στο μπόουλινγκ, που μέχρι τέλος παιζόταν, κρέμονται πιστοποιητικά, σε μία βιτρίνα απέναντι από το μπαρ, έχουν τοποθετήσει διάφορες αθλητικές ομάδες τα κύπελλά τους. Το Πλάκα δεν ήταν απλά ένα εστιατόριο. Ήταν σημείο συνάντησης, αθλητική λέσχη, για κάποιους ίσως ακόμα και το δεύτερο σπίτι τους. ‘‘ Υπάρχουν ομάδες που γνώρισα όταν ήταν εφήβων και τώρα συναντιούνται ακόμα ως παλαίμαχοι κάθε εβδομάδα σε μας’’ λέει ο 65χρονος και γελά. Έχουν καθίσει στο μεταξύ τέσσερις γενιές στα τραπέζια μας.
Φωτογραφίες δείχνουν μικρά κορίτσια που κάποτε ερχόταν με τους παππούδες τους στο Πλάκα και έπαιζαν πίσω από το μπαρ, και τώρα αυτά τα κορίτσια, ενήλικες γυναίκες πια, στέλνουν τις κόρες τους πίσω από το μπαρ στο Σωτήρη. ‘‘Ήταν όλα τους παιδιά μας’’ λέει η σύζυγος συγκινημένη, ‘‘όλα μαζί, τα παιδιά του Πλάκα’’, και αμέσως κυλάει το επόμενο δάκρυ.
Είτε πυροσβεστική, αθλητικές ομάδες ή πολιτικές παρατάξεις, όλοι κάποια στιγμή μπήκανε στο Πλάκα. Και η ελληνική οικογένεια το ανταπέδειδε, προσέφερε, χορηγούσε και έκανε πιθανά όλα όσα ήταν απαραίτητα κάθε φορά. Κάποιοι γιόρτασαν βαφτίσεις και άλλοι γάμους στο Σωτήρη και στη Γεωργία. ‘‘Το Αλτβαρμπούχεν είναι σαν χωριό’’ λέει η Γεωργία κοιτώντας πίσω. Δεν υπάρχει σχεδόν κανείς που να μην ξέρει αυτούς τους δύο, και δεν υπάρχει σχεδόν κανείς από αυτούς που περνάνε την πόρτα τους, που να μην τον γνωρίζουν, και αυτό παρόλο που οι θαμώνες τους φτάνουν μέχρι το Τσέλε.
‘‘Για μας ήταν πάντα σημαντικό να γίνουμε ένα οικογενειακό εστιατόριο’’ περιγράφουν και οι δύο. Τα πρώτα χρόνια, όταν μετακόμισαν από το Γκίτερσλοχ, ήταν ένας αγώνας. Ήταν ξένοι, είχαν στείλει τα παιδιά τους με βαριά καρδιά στην οικογένεια στην Ελλάδα, για να κερδίζουν με το εστιατόριο τα βιοποριστικά τους. ‘‘Αλλά σύντομα βρήκαμε πολλούς φίλους’’, λέει ο Σωτήρης. Ο διαμοιρασμός των ρόλων ήταν σαφής από την αρχή. Αυτός ήταν ο άντρας πίσω από το μπαρ και αυτή η γυναίκα με το δίσκο. ‘‘Ο Σωτήρης έκανε τα ψώνια και εγώ στην κουζίνα έκανα την επίβλεψη στα πάντα’’, περιγράφει η 63χρονη.
Πασχαλινοί φανοί με γύρο
Ήδη μετά από λίγα χρόνια το εστιατόριο Πλάκα συμμετείχε παντού. Στην γιορτή του χωριού πάντα συμμετείχε, και χάρη στον Κατσιώνη το Αλτβαρμπούχεν είχε το μοναδικό πασχαλινό φανό στην ευρύτερη περιοχή, που σερβίρανε γύρο. Ακόμα και το μαγαζί στη λίμνη σύντομα έγινε οικογενειακή υπόθεση. ‘‘Ακριβώς εκεί στη λιμνούλα μου’’ λέει ο 65χρονος. 15 χρόνια δούλεψε το μαγαζί στη λίμνη, ‘‘αυτή ήταν η εποχή μου, το μωρό μου’’. Το ότι οι διακοπές του περιορίστηκαν σε 2-3 μέρες ενώ η γυναίκα του παρέμενε κάποιες εβδομάδες το καλοκαίρι στην Ελλάδα, το ξεπέρασε. ‘‘Δεν το μετάνιωσα ποτέ’’.
Ήδη μετά από λίγα χρόνια το εστιατόριο Πλάκα συμμετείχε παντού. Στην γιορτή του χωριού πάντα συμμετείχε, και χάρη στον Κατσιώνη το Αλτβαρμπούχεν είχε το μοναδικό πασχαλινό φανό στην ευρύτερη περιοχή, που σερβίρανε γύρο. Ακόμα και το μαγαζί στη λίμνη σύντομα έγινε οικογενειακή υπόθεση. ‘‘Ακριβώς εκεί στη λιμνούλα μου’’ λέει ο 65χρονος. 15 χρόνια δούλεψε το μαγαζί στη λίμνη, ‘‘αυτή ήταν η εποχή μου, το μωρό μου’’. Το ότι οι διακοπές του περιορίστηκαν σε 2-3 μέρες ενώ η γυναίκα του παρέμενε κάποιες εβδομάδες το καλοκαίρι στην Ελλάδα, το ξεπέρασε. ‘‘Δεν το μετάνιωσα ποτέ’’.
Η μεγάλη καλοκαιρινή γιορτή του Πλάκα έγινε σύντομα λατρεία. ‘‘Αυτό με πονάει περισσότερο’’ παραδέχεται ο Σωτήρης. Τα είχε προγραμματίσει όλα το 2021 για να αποχαιρετήσει το Αλτβαρμπούχεν του με μία μεγάλη γιορτή. Αλλά ο κορωνοϊός δεν τους το επέτρεψε. Και έτσι ο αποχαιρετισμός θα γίνει άθελά τους ήσυχα. Οι δυο τους θα επιστρέψουν στην Ελλάδα. Το χειμώνα στο βουνό, το καλοκαίρι στη θάλασσα. Τα αδέρφια, τα δυο τους παιδιά, η 5χρονη εγγονή και το δεύτερο εγγόνι που θα γεννηθεί τον Αύγουστο, τους περιμένουν ήδη. Η χαρά για την οικογένεια και τον ελεύθερο χρόνο είναι μεγάλη. Αλλά παρόλα αυτά: ‘‘το σπίτι μας ήταν πάντα εδώ’’ λέει ο Σωτήρης, και δεσμεύεται ότι με την πρώτη στιγμή νοσταλγίας θα πηδήξει στο αεροπλάνο για να επισκεφτεί το Αλτβαρμπούχεν και όλους τους φίλους.
Η διαμαρτυρίες των πολλών πελατών με την ανακοίνωση του κλεισίματος μπορεί να μην τους επηρέασε, αλλά οι δυο τους βρήκαν έναν τρόπο για να τους παρηγορήσουν κάπως. ‘‘Βρήκαμε κάποιον για να συνεχίσει’’. Υπήρξαν πολλοί υποψήφιοι αλλά ένας ήταν αυτός που υπέγραψε τελικά την προηγούμενη εβδομάδα. Ο Βασίλης Γκόγκας θα αναλάβει το εστιατόριο με τις 100 θέσεις και το μπόουλινγκ σχεδόν αυτούσια και δύο μέρες μετά το κλείσιμο, στις 3 Μαρτίου θα ανοίξει ξανά. Το μενού θέλει αρχικά να το συνεχίσει, και για να μη στερηθεί κανείς το σπιτικό σφηνάκι, τη σως από Μεταξά και άλλες περιζήτητες μυστικές συνταγές, αποφάσισε ο Σωτήρης, μετά από πολλή σκέψη, να του εμπιστευθεί τις συνταγές του. Μια φιλική προσφορά λέει με νόημα, και δεν εννοεί προς το διάδοχό του.
‘‘Το όνομα Πλάκα θα παραμείνει επίσης’’, αποκαλύπτει ο Γκόγκας, ‘‘Αυτό είναι παράδοση εδώ, αλλιώς θα υπάρξουν φασαρίες στα Αλτβαρμπούχεν’’.
‘‘Το όνομα Πλάκα θα παραμείνει επίσης’’, αποκαλύπτει ο Γκόγκας, ‘‘Αυτό είναι παράδοση εδώ, αλλιώς θα υπάρξουν φασαρίες στα Αλτβαρμπούχεν’’.
Η Γεωργία και ο Σωτήρης έχουν φέρει ήδη το διάδοχό τους στο εστιατόριο για να συμμετέχει, να δοκιμάζει και να παρακολουθεί ακριβώς, ‘‘και τον συστήνουμε σε όλους όσους μπαίνουν εδώ μέσα’’, τονίζει η Γεωργία. Έτσι απλά δε θα παρέδιδαν οι δυο τους το έργο της ζωής τους. Και παρόλα αυτά: ο Σωτήρης χαίρεται ήδη για ένα πιθανό σενάριο, μέχρι να έρθει το φορτηγό της μεταφορικής στο τέλος Μαρτίου: ‘‘μέχρι τότε θα καθόμαστε εμείς οι ίδιοι στα τραπέζια του Πλάκα για να μας σερβίρουν ούζο’’, λέει ο 65χρονος, και βάζει το χέρι του πάνω στο χέρι της γυναίκας του. Ένα ούζο με φίλους. Τι άλλο;
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου