Ερευνητές από το Χάρβαρντ, την Ιατρική Σχολή Γκρόσμαν του Πανεπιστημίου Νέας Υόρκης, το Πανεπιστήμιο Μόνας της Αυστραλίας, το Πανεπιστήμιο της Καλιφόρνια, του Τέξας και της Βοστώνης διερεύνησαν τη σχέση μεταξύ των διαφόρων τύπων κοινωνικής υποστήριξης των ηλικιωμένων, με ένα πρώιμο νευροανατομικό δείκτη της νόσου Αλτζχάιμερ, που εμφανίζει τις εκπτώσεις της γνωστικής λειτουργίας και δείχνει πόσο ευάλωτοι έχουν γίνει από την έκπτωση αυτή.
Η μελέτη που δημοσιεύεται στο JAMA, συμπεριέλαβε 2171 ενήλικες, μέσης ηλικίας 63 ετών, εκ των οποίων το 54% ήταν γυναίκες.
Η μεγαλύτερη ανθεκτικότητα διαπιστώθηκε στους ηλικιωμένους που είχαν καλούς ακροατές, ενώ οι υπόλοιπες μορφές κοινωνικής υποστήριξης δεν αποδείχθηκαν σημαντικοί όπως για παράδειγμα η παροχή συμβουλών, η εκδήλωση αγάπης και τρυφερότητας, η συναισθηματική υποστήριξη και η επαρκής επαφή.
Η μελέτη ξεκίνησε με τη διαπίστωση ότι δεν είναι όλοι οι ηλικιωμένοι με νευροπαθολογία αποδιδόμενη στην Αλτζχάιμερ, που θα αναπτύξουν άνοια. Η γνωστική ανθεκτικότητα επιχειρείται να ερμηνευτεί, καθώς πολλοί ηλικιωμένοι δεν παθαίνουν άνοια παρά τις παθολογικές αλλαγές που συμβαίνουν στον εγκέφαλό τους εξαιτίας της Αλτζχάιμερ.
Η γνωστική ανθεκτικότητα είναι η κατάσταση κατά την οποία το άτομο εμφανίζει γνωστικές λειτουργίες υψηλότερου επιπέδου από το αναμενόμενο, με βάση την δομή του εγκεφάλου του. Αντίθετα, μειωμένη γνωσιακή ανθεκτικότητα ορίζεται η γνωστική λειτουργία που υπολείπεται σε σχέση με τη δομή του εγκεφάλου του ατόμου.
Για να διαπιστωθεί η κατάσταση του εγκεφάλου των συμμετεχόντων στη μελέτη και να συσχετιστεί η γνωστική τους ικανότητα, πραγματοποιήθηκε μαγνητική τομογραφία εγκεφάλου, η οποία αποτελεί ένα παγκόσμιο μέτρο νευροανατομίας των πρώιμων επιπτώσεων Αλτζχάιμερ και άνοιας. Οι συμμετέχοντες υποβλήθηκαν σε μαγνητική τομογραφία εγκεφάλου και σε νευροψυχολογική αξιολόγηση. Οι μετρήσεις εγκεφαλικού όγκου προσαρμόσθηκαν στο μέγεθος της κεφαλής.
Ο ρόλος της υποστήριξης
Η κοινωνική υποστήριξη αξιολογήθηκε χρησιμοποιώντας τον δείκτη κοινωνικής δικτύωσης Berkman-Syme (SNI). Το SNI είναι ένα εργαλείο αυτοαναφοράς που μετρά το μέγεθος του κοινωνικού δικτύου καθώς και το είδος και τη συχνότητα της κοινωνικής υποστήριξης που παρέχεται στον ερωτώμενο. Έχει χρησιμοποιηθεί ευρέως για αρκετές δεκαετίες σε ομάδες γενικού πληθυσμού και ηλικιωμένων. Περιλαμβάνει 5 ερωτήσεις που ζητούν από τους συμμετέχοντες να επιλέξουν μια απάντηση που περιγράφει καλύτερα την τρέχουσα κατάστασή τους (ποτέ, λίγες φορές, μερικές φορές, τις περισσότερες φορές ή όλη την ώρα) για τις εξής μορφές κοινωνικής υποστήριξης:ακρόαση («Μπορείς να βασιστείς σε κανέναν να σε ακούσει όταν χρειάζεται να μιλήσεις;»),
συμβουλές («Υπάρχει κάποιος διαθέσιμος να σου δώσει καλές συμβουλές για ένα πρόβλημα;»),
αγάπη και στοργή («Υπάρχει κάποιος που σας δείχνει αγάπη και στοργή;»),
συναισθηματική υποστήριξη («Μπορείτε να βασιστείτε σε κάποιον να σας παρέχει συναισθηματική υποστήριξη;») και
επαρκή επαφή («Έχετε όση επαφή θα θέλατε με κάποιον που νιώθεις κοντά, κάποιον στον οποίο μπορείς να εμπιστευτείς;»).
Οι κύριες μεταβλητές ανάλυσης χώρισαν την υποστήριξη σε υψηλή και χαμηλή.
Οι βαθμολόγηση της κοινωνικής υποστήριξης ήταν ανομοιόμορφη, καθώς το 81-88% των συμμετεχόντων, επέλεξε τα δύο υψηλότερα επίπεδα απαντήσεων και στις πέντε ερωτήσεις.
Οι συμμετέχοντες 65 ετών και άνω δεν είχαν πτυχίο σε ποσοστό 45%, είχαν υπέρταση (63%) και καρδιαγγειακή νόσο (22%). Οι μεγαλύτερης ηλικίας είχαν χαμηλότερο μέσο όρο εγκεφαλικού όγκου (78,38 έναντι 74,80 κυβικά εκατοστά) και μειωμένη γνωστική λειτουργία (0,33 έναντι −0,74).
Η αλληλεπίδραση
Η ύπαρξη ενός καλού ακροατή και η συσχέτιση με τον συνολικό εγκεφαλικό όγκο και τη γνωστική λειτουργία επιβεβαιώθηκε, αναδεικνύοντας σημαντικές διαφορές μεταξύ της υψηλής και χαμηλής διαθεσιμότητας ακροατών σε σχέση με τη συσχέτιση μεταξύ της συνολικής γνωστικής απόδοσης ενός ατόμου και του συνολικού όγκου του εγκεφάλου του. Αφορούσε όμως τους συμμετέχοντες κάτω των 65 ετών. Η συσχέτιση αυτή απουσίαζε στους άλλους 4 τομείς κοινωνικής υποστήριξης, καθώς και στους συμμετέχοντες 65 ετών και άνω.
Στους συμμετέχοντες κάτω των 65 ετών που δεν είχαν δίπλα τους κάποιον να τους ακούει, η μείωση του όγκου του εγκεφάλου τους συσχετίσθηκε με χειρότερη συνολική γνωστική απόδοση. Μάλιστα, για κάθε μονάδα μείωσης του συνολικού εγκεφαλικού όγκου, η γνωστική απόδοση μειώθηκε κατά περίπου ή 4,25 χρόνια γνωστικής γήρανσης.
Αντίθετα, στους συμμετέχοντες που είχαν καλούς ακροατές, η ίδια μείωση στον όγκο του εγκεφάλου συσχετίστηκε μόνο με 0,25 χρόνια γνωστικής γήρανσης.
in.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου