Μια ομάδα Γάλλων ερευνητών διαπίστωσε ότι όταν ακούμε την αγαπημένη μας μουσική, οι περιοχές του εγκεφάλου που χειρίζονται τα συναισθήματα, την κίνηση και την επεξεργασία της μουσικής και του ήχου συνεργάζονται για να δημιουργήσουν αύξηση στα επίπεδα της ντοπαμίνης – της χημικής ουσίας που μας κάνει να αισθανόμαστε καλά.
Σύμφωνα με τη μελέτη, ο εγκέφαλός μας προσπαθεί επίσης να προβλέψει τι θα συμβεί στη συνέχεια του τραγουδιού. Και όταν μαντεύουμε σωστά αισθανόμαστε ικανοποίηση, μας χαρίζεται μία ανταμοιβή.
Ο Thibault Chabin, διδακτορικός φοιτητής στο Πανεπιστήμιο Burgundy Franche-Comté που ηγήθηκε της μελέτης, δήλωσε: «Το πιο ενδιαφέρον είναι ότι η μουσική δεν φαίνεται να έχει κανένα βιολογικό όφελος για εμάς. Ωστόσο, η εμπλοκή της ντοπαμίνης και του συστήματος ανταμοιβής στην επεξεργασία της μουσικής ευχαρίστησης υποδηλώνει μια προγονική λειτουργία της μουσικής».
«Αυτή η προγονική λειτουργία μπορεί να έγκειται στην περίοδο του χρόνου που περνάμε περιμένοντας το «χαλαρωτικό» μέρος της μουσικής. Καθώς περιμένουμε, ο εγκέφαλός μας είναι απασχολημένος με την πρόβλεψη του μέλλοντος και απελευθερώνει ντοπαμίνη. Εξελικτικά μιλώντας, το να μπορούμε να προβλέψουμε τι θα συμβεί στη συνέχεια είναι απαραίτητο για την επιβίωση».
Η ομάδα ερευνητών, η μελέτη της οποίας δημοσιεύθηκε στο περιοδικό Frontiers in Neuroscience, πραγματοποίησε το πείραμα σε 18 λάτρεις της μουσικής με διάφορες μουσικές ικανότητες, οι οποίοι είχαν όλοι βιώσει ρίγη όταν άκουγαν μουσική.
«Οι συμμετέχοντες στη μελέτη μας ήταν σε θέση να υποδείξουν με ακρίβεια τις στιγμές που προκαλούσαν «ανατριχίλα» στα τραγούδια, αλλά οι περισσότερες μουσικές ανατριχίλες εμφανίζονταν σε πολλά σημεία των αποσπασμάτων και όχι μόνο στις προβλεπόμενες στιγμές», λέει ο Τσάμπιν.
Στο σημείο αυτό να πούμε ότι ο κόσμος είναι χωρισμένος σε αυτούς που ακούνε μουσική και ανατριχιάζουν και σε αυτούς που ακούνε και δεν ανατριχιάζουν (χωρισμένοι στη μέση περίπου). Όσοι το κάνουν, θεωρείται ότι έχουν «αυξημένη ικανότητα να βιώνουν έντονα συναισθήματα».
Για τη μελέτη του Chabin, οι συμμετέχοντες συνδέθηκαν με μηχανήματα που καταγράφουν την ηλεκτρική δραστηριότητα στον εγκέφαλο και τους έπαιξαν αποσπάσματα 90 δευτερολέπτων από τα αγαπημένα τους τραγούδια.
Ενώ άκουγαν, οι επιστήμονες παρακολούθησαν τι συνέβαινε στον εγκέφαλό τους κάθε φορά που η μουσική τους προκαλούσε «ανατριχίλα».
Εντόπισαν συγκεκριμένη δραστηριότητα στην περιοχή που είναι υπεύθυνη για τη συναισθηματική επεξεργασία, στην περιοχή που εμπλέκεται στον έλεγχο των κινήσεων και στην περιοχή που χειρίζεται την ανταπόκριση στην μουσική και τον ήχο.
Αυτές οι περιοχές συνεργάζονται για να επεξεργαστούν τη μουσική και να απελευθερώσουν την ορμόνη «ευεξίας», την ντοπαμίνη. Σε συνδυασμό με την προσδοκία που ενεργοποιεί αυτά τα ευχάριστα «συστήματα ανταμοιβής», αυτό παράγει τη γνωστή ανατριχίλα που ένιωσαν οι συμμετέχοντες κατά την ακρόαση.
«Αποτελεί μια καλή προοπτική για την έρευνα του μουσικού συναισθήματος», δήλωσε ο Chabin.
«Η μουσική ευχαρίστηση είναι ένα πολύ ενδιαφέρον φαινόμενο που αξίζει να διερευνηθεί περαιτέρω, προκειμένου να κατανοήσουμε γιατί η μουσική ανταμείβει και να ξεκλειδώσουμε γιατί η μουσική είναι απαραίτητη στην ανθρώπινη ζωή».
Σύμφωνα με τη μελέτη, ο εγκέφαλός μας προσπαθεί επίσης να προβλέψει τι θα συμβεί στη συνέχεια του τραγουδιού. Και όταν μαντεύουμε σωστά αισθανόμαστε ικανοποίηση, μας χαρίζεται μία ανταμοιβή.
Ο Thibault Chabin, διδακτορικός φοιτητής στο Πανεπιστήμιο Burgundy Franche-Comté που ηγήθηκε της μελέτης, δήλωσε: «Το πιο ενδιαφέρον είναι ότι η μουσική δεν φαίνεται να έχει κανένα βιολογικό όφελος για εμάς. Ωστόσο, η εμπλοκή της ντοπαμίνης και του συστήματος ανταμοιβής στην επεξεργασία της μουσικής ευχαρίστησης υποδηλώνει μια προγονική λειτουργία της μουσικής».
«Αυτή η προγονική λειτουργία μπορεί να έγκειται στην περίοδο του χρόνου που περνάμε περιμένοντας το «χαλαρωτικό» μέρος της μουσικής. Καθώς περιμένουμε, ο εγκέφαλός μας είναι απασχολημένος με την πρόβλεψη του μέλλοντος και απελευθερώνει ντοπαμίνη. Εξελικτικά μιλώντας, το να μπορούμε να προβλέψουμε τι θα συμβεί στη συνέχεια είναι απαραίτητο για την επιβίωση».
Η ομάδα ερευνητών, η μελέτη της οποίας δημοσιεύθηκε στο περιοδικό Frontiers in Neuroscience, πραγματοποίησε το πείραμα σε 18 λάτρεις της μουσικής με διάφορες μουσικές ικανότητες, οι οποίοι είχαν όλοι βιώσει ρίγη όταν άκουγαν μουσική.
«Οι συμμετέχοντες στη μελέτη μας ήταν σε θέση να υποδείξουν με ακρίβεια τις στιγμές που προκαλούσαν «ανατριχίλα» στα τραγούδια, αλλά οι περισσότερες μουσικές ανατριχίλες εμφανίζονταν σε πολλά σημεία των αποσπασμάτων και όχι μόνο στις προβλεπόμενες στιγμές», λέει ο Τσάμπιν.
Στο σημείο αυτό να πούμε ότι ο κόσμος είναι χωρισμένος σε αυτούς που ακούνε μουσική και ανατριχιάζουν και σε αυτούς που ακούνε και δεν ανατριχιάζουν (χωρισμένοι στη μέση περίπου). Όσοι το κάνουν, θεωρείται ότι έχουν «αυξημένη ικανότητα να βιώνουν έντονα συναισθήματα».
Για τη μελέτη του Chabin, οι συμμετέχοντες συνδέθηκαν με μηχανήματα που καταγράφουν την ηλεκτρική δραστηριότητα στον εγκέφαλο και τους έπαιξαν αποσπάσματα 90 δευτερολέπτων από τα αγαπημένα τους τραγούδια.
Ενώ άκουγαν, οι επιστήμονες παρακολούθησαν τι συνέβαινε στον εγκέφαλό τους κάθε φορά που η μουσική τους προκαλούσε «ανατριχίλα».
Εντόπισαν συγκεκριμένη δραστηριότητα στην περιοχή που είναι υπεύθυνη για τη συναισθηματική επεξεργασία, στην περιοχή που εμπλέκεται στον έλεγχο των κινήσεων και στην περιοχή που χειρίζεται την ανταπόκριση στην μουσική και τον ήχο.
Αυτές οι περιοχές συνεργάζονται για να επεξεργαστούν τη μουσική και να απελευθερώσουν την ορμόνη «ευεξίας», την ντοπαμίνη. Σε συνδυασμό με την προσδοκία που ενεργοποιεί αυτά τα ευχάριστα «συστήματα ανταμοιβής», αυτό παράγει τη γνωστή ανατριχίλα που ένιωσαν οι συμμετέχοντες κατά την ακρόαση.
«Αποτελεί μια καλή προοπτική για την έρευνα του μουσικού συναισθήματος», δήλωσε ο Chabin.
«Η μουσική ευχαρίστηση είναι ένα πολύ ενδιαφέρον φαινόμενο που αξίζει να διερευνηθεί περαιτέρω, προκειμένου να κατανοήσουμε γιατί η μουσική ανταμείβει και να ξεκλειδώσουμε γιατί η μουσική είναι απαραίτητη στην ανθρώπινη ζωή».
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου