Λίγο η κούραση, λίγο η φθινοπωρινή ψύχρα, λίγο ότι είναι αρχή της εβδομάδας, πολύ ότι οι μέρες που σε χωρίζουν από την επόμενη καταβολή μισθού είναι ακόμα αρκετές…όλα αυτά μαζί σε έκαναν πανευτυχή, που δεν θα έβγαινες χθες το βράδυ.
Μάλιστα, για να περιφρουρήσεις την απόφασή σου αυτή, είχες φροντίσει να «σκοτώσεις», εν τη γενέσει τους, διάφορες διαφαινόμενες προτάσεις που θα έρχονταν από συγκεκριμένους συνήθεις υπόπτους – φίλους σου, εξαγγέλλοντας προς πάσα κατεύθυνση πως έχεις ήδη κανονίσει κάτι άλλο. Αυτό το άλλο ήταν ο καναπές σου, με το φρεσκοπλυμένο του κουβερτάκι και μία μεγάλη μπάρα σοκολάτας αμυγδάλου.
Το σχέδιο πήγαινε κατ’ ευχήν, μέχρι που ήρθε μήνυμα από έναν εντελώς μη συνήθη ύποπτο – φίλο σου. Λίγο ότι είστε αρκετά αγαπημένοι, λίγο ότι σπάνια βρίσκει χρόνο για ποτά και εξόδους, πολύ ότι έχει ένα φοβερό ταλέντο στην γκρίνια και φοβερή αλλεργία στο «όχι», όλα αυτά μαζί σε έκαναν να υπαναχωρήσεις από την αρχική σου απόφαση και τελικά να βγεις.
Ήταν πολύ ωραία! Είπατε τα νέα σας, θυμηθήκατε τα παλιά, αναλύσατε τα τρέχοντα, σχολιάσατε τους απέναντι. Και πάνω που πραγματικά «γεμάτος» από την έξοδο αυτή σκέφτεσαι: «Τι ωραία που πέρασα! Τι καλά που έκανα και βγήκα τελικά …Μια χαρά χαλαρός θα γυρίσω τώρα σπίτι…», κοιτάς το ρολόι και διαπιστώνεις ότι από την ώρα που καθίσατε, έχουν περάσει μόλις 36 λεπτά.
Σοκ και δέος!
Θα έπαιρνες όρκο ότι έχει περάσει τουλάχιστον ένα δίωρο. Τι θα γίνει τώρα; Κάνει «μπαμ» ότι η έξοδος αυτή έχει ήδη ολοκληρωθεί.
Η θέα της εξαντλημένης σερβιτόρας, γερμένη στον πάγκο να σκρολάρει μηχανικά στο κινητό της, κάνει τα πράγματα ακόμα χειρότερα. Και ο φίλος σου, όμως, δεν είναι σε καλύτερη κατάσταση. Παρ’ όλα αυτά, με λόγια μασημένα, προτείνει: «Ας πιούμε άλλο ένα»
Η κουβέντα του είναι μαχαιριά στην καρδιά… Και τη δική σου και της σερβιτόρας που, σίγουρη, αρχικά, ότι φεύγετε, ήρθε ενθουσιασμένη φέρνοντας τον λογαριασμό, αλλά φεύγει, τελικά, καταρρακωμένη κρατώντας το μπολάκι, για να το ξαναγεμίσει πατατάκια.
Τα δεύτερα ποτά έρχονται.
Ο φίλος σου, ακριβώς στο ίδιο mοοd με εσένα, βυθίζεται στην καρέκλα του, γραπώνει το μπολάκι και μασουλώντας, πετάει την μπάλα στην εξέδρα, πετώντας σου αδιάφορες ερωτήσεις για αδιάφορους ανθρώπους, μπας κι έτσι, κυλήσει λίγος χρόνος.
Φτάσατε να συζητάτε ακόμα και για το τι μέρα πέφτουν, φέτος, οι αργίες των Χριστουγέννων. Έχετε ξύσει τον θεματολογικό πάτο των συζητήσεων σε ποτό. Σού έρχονται διαδοχικά χασμουρητά, και καθώς προσπαθείς να τα κρύψεις, κρατώντας μετά βίας τα χείλια σου ενωμένα, τα μάτια σου «τρέχουν» και το πηγούνι σου τρέμει σαν να είσαι έτοιμος να πλαντάξεις στο κλάμα.
Μέσα σου βέβαια, βλέποντας τη στάθμη των ποτών σας να μένει, βασανιστικά, ακίνητη, κλαις πραγματικά.
Ο ορισμός του σκοτωμένου ποτού.
Κανείς από τους δυο σας, όμως, δεν έχει τα κότσια να πει: «Μια χαρά τα είπαμε. Γελάσαμε…μιλήσαμε…Δεν το σχολάμε τώρα; Τι πειράζει που πέρασαν μόλις 40 λεπτά; Πού είναι το πρόβλημα να φύγουμε τώρα; Γιατί πρέπει, σώνει και ντε, να περιμένουμε να περάσει τουλάχιστον μιάμιση ώρα για να πούμε ότι περάσαμε ωραία;»
Λύση υπάρχει; Μπορεί και ναι.
Ένας τρόπος είναι να συμφωνήσουμε ότι είναι και το σύντομο ποτό κοινωνικά αποδεκτό. Δεν χρειάζεται να πρέπει να παρέλθει συγκεκριμένη διάρκεια χρόνου προκειμένου να μπορούμε να σφυρίξουμε τη λήξη της βραδιάς. Από άλλα πράγματα εξαρτάται η επιτυχία ή αποτυχία της.
Αν δεν μπορούμε να συμφωνήσουμε σε αυτό, ένας άλλος τρόπος, λίγο πιο πολύπλοκος, είναι να έχουμε το δικαίωμα να τσοντάρουμε χρόνους από άλλα πιο «πετυχημένα» μας ποτά.
Αν πχ. την Πέμπτη η έξοδός σου για ποτό διήρκεσε 2,5 ώρες, να μπορείς να «μεταφέρεις» 1 ώρα από εκεί στο ποτό της Κυριακής.
Έτσι, στο συνολικό σου άθροισμα είσαι και πάλι εντάξει. Αν τώρα ο φίλος σου απέναντι είναι στους χρόνους του «μείον», εσύ έχεις κάθε δικαίωμα να πας σπίτι σου και αυτός να παραμείνει μόνος του στο μπαρ, για όσο χρόνο απαιτείται.
Μια πιο διασκεδαστική βέβαια λύση θα ήταν τα σφηνάκια, που κακώς τα έχουμε συνδέσει αποκλειστικά και μόνο με την κραιπάλη.
Γιατί, δηλαδή, να μη δανειστούμε, τον τρόπο που οι φίλοι μας οι Ιταλοί πίνουν τον καφέ τους; Συναντιούνται για ένα σύντομο εσπρεσάκι, τα λένε κανά τεταρτάκι, και γίνονται καπνός.
Αντί για εσπρεσάκι, βάζουμε σφηνάκι. Κι αν φεύγουμε και λίγο τρικλίζοντας, εφόσον φυσικά δεν οδηγούμε, δεν πειράζει.
Έτσι κι αλλιώς και στα σκοτωμένα ποτά, πιούμε δεν πιούμε μάλιστα, τρικλίζοντας φεύγουμε… από τη νύστα.
in.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου