Για να γίνει κατανοητή η σύγκριση χαρακτηριστικό είναι το ακόλουθο παράδειγμα:
1. Το πράσινο τιμολόγιο για ένα νοικοκυριό που καταναλώνει 600 κιλοβατώρες τον μήνα μέσα στον Δεκέμβριο, θα κοστίσει 143 ευρώ. Μετά την κρατική επιδότηση η οποία δεν θα ξεπερνά το ένα λεπτό ανά κιλοβατώρα, η τιμή λιανικής του πράσινου τιμολογίου θα διαμορφωθεί - στην καλύτερη περίπτωση - στα 15 λεπτά. Μαζί με τις συμπληρωματικές χρεώσεις όμως, ο λογαριασμός θα ανέβει στα 23 λεπτά. Έτσι έχουμε 138 ευρώ για την κατανάλωση και 5 ευρώ για το πάγιο, 143 ευρώ.
2. Το μπλε τιμολόγιο, με μια γρήγορη έρευνα αγοράς (και πιθανώς με αλλαγή παρόχου) μπορεί να σας κοστίσει 9-10 λεπτά και όχι 15 με την τιμή μάλιστα να παραμένει κλειδωμένη για έξι ή και 12 μήνες. Αν προστεθούν και οι συμπληρωματικές χρεώσεις, θα ανεβείτε στα 17 με 18 λεπτά. Ακόμη και με πάγιο 10 ευρώ, ο τελικός λογαριασμός θα ανέβει στα 118 ευρώ. Άρα, η απλή μετατροπή του πράσινου σε μπλε, μπορεί να εξασφαλίσει μηνιαίο όφελος 25 ευρώ ή 300 ευρώ τον χρόνο αν υποτεθεί ότι οι τιμές της ηλεκτρικής ενέργειας θα παραμείνουν στα ίδια επίπεδα και για τον επόμενο χρόνο.
Το ερώτημα γιατί οι πάροχοι μπορούν να προσφέρουν φθηνότερο μπλε συγκριτικά με το πράσινο, είναι εύλογο. Η απάντηση είναι πολύ συγκεκριμένη. Οι πάροχοι, έχουν τις υποδομές και τη δυνατότητα να προαγοράζουν ηλεκτρική ενέργεια σε φθηνότερες τιμές συνάπτοντας συμβόλαια στις διεθνείς αγορές. Αντισταθμίζουν κινδύνους και εκμεταλλεύονται τα σκαμπανεβάσματα στις αγορές όπως επίσης και τις μεταβολές στο κόστος παραγωγής τους.
Τα νοικοκυριά, τέτοιες δυνατότητες δεν έχουν. Αυτός είναι και ένας από τους βασικούς λόγους για τους οποίους στις περισσότερες χώρες του εξωτερικού, τα σταθερά τιμολόγια (μπλε όπως τα λέμε εμείς εδώ) έχουν πολύ μεγαλύτερο μερίδιο. Στην Ελλάδα αυτό δεν συμβαίνει αλλά το τελευταίο διάστημα αυτό αρχίζει και αλλάζει κάτι που ήδη φαίνεται στις αλλαγές παρόχου όπου οι 7 στις 10 είναι για το μπλε τιμολόγιο.
thetoc.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου