Της Μαρίνας Ζιώζιου
Τα τελευταία χρόνια ο κλάδος του real estate στη χώρα μας γνωρίζει μεγάλη «άνθιση».
Η Εκκλησία της Ελλάδος είναι «πρωταγωνίστρια» σε πρότζεκτ εκατομμυρίων ευρώ, καθώς διαθέτει εμβληματικά ακίνητα, «φιλέτα», τα οποία μπορούν να αποφέρουν στους επενδυτές και στην ίδια μεγάλα κέρδη.
Αξίζει να σημειωθεί ότι με τον όρο Εκκλησία της Ελλάδος άλλοτε σημαίνεται -υπό τη στενή νομική έννοια- το νομικό πρόσωπο που ασκεί κεντρική διοίκηση και αποτελεί νομικό πρόσωπο δημοσίου δικαίου από το 1969, και άλλοτε σημαίνεται -υπό ευρεία έννοια- η Ελλαδική Εκκλησία που είναι άρρηκτα συνδεδεμένη δογματικά και εκκλησιολογικά με το Οικουμενικό Πατριαρχείο και τα άλλα Ορθόδοξα Πατριαρχεία και Αυτοκέφαλες Εκκλησίες. Όταν αναφερόμαστε στην Ελλαδική Εκκλησία συμπεριλαμβάνουμε σε αυτή όλες τις «οργανικές μονάδες της»: το νομικό πρόσωπο της Εκκλησίας της Ελλάδος, την Αρχιεπισκοπή Αθηνών, τις λοιπές Ιερές Μητροπόλεις, τις Ιερές Μονές, τις Ενορίες και τα εκκλησιαστικά ιδρύματα. Με τη σειρά τους όλα τα παραπάνω είναι αυθύπαρκτα και αυτοτελή νομικά πρόσωπα.
Στην Ελλάδα έχουμε αυτή τη στιγμή 10 χιλιάδες εκκλησιαστικά νομικά πρόσωπα, τα οποία κάποια από αυτά έχουν μια περιουσία και κάποια άλλα μπορεί να είναι πάμπτωχα. Το ίδιο ισχύει και για τις Ιερές Μητροπόλεις. Κάποιες από αυτές είναι «πλούσιες», άλλες πάλι μετά βίας επιβιώνουν.
Σε ό,τι αφορά τις Μητροπόλεις στη χώρα μας είναι 82, ενώ ο αριθμός των ενοριών κυμαίνεται. Υπάρχουν Μητροπόλεις με 10 Ενορίες και άλλες των οποίων οι Ενορίες υπερβαίνουν τις 250. Όταν, λοιπόν, αναφερόμαστε στην Εκκλησία της Ελλάδος -ως κεντρική διοίκηση- μιλάμε μόνο για ένα από τα πολυάριθμα εκκλησιαστικά νομικά πρόσωπα, το οποίο, όντως έχει μεγάλη ακίνητη περιουσία, αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι η περιουσία αυτή φέρνει και χρήματα… στο ταμείο της. Είναι γεγονός ότι πάρα πολλές εκτάσεις και ακίνητα της Εκκλησίας της Ελλάδος είναι μη αξιοποιήσιμα.
Τα ακίνητα που κεντρίζουν το ενδιαφέρον
Μια παλιότερη καταγραφή και με βάση στοιχεία του υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης, ανέφερε ότι η συνολική έκταση της εκκλησιαστικής περιουσίας φτάνει τα 1.300.000 στρέμματα. Από αυτά 732.000 είναι βοσκότοποι, 367.000 δασικές εκτάσεις και 189.000 γεωργικές. Η Εκκλησία της Ελλάδος διαθέτει παράλληλα και ολόκληρα νησιά και βραχονησίδες σε νησιωτικά συμπλέγματα, όπως π.χ. στις Σποράδες και στις Κυκλάδες. Διαθέτει επίσης 900 ακίνητα προς αξιοποίηση, εκ των οποίων το 85% είναι διαμερίσματα, αλλά και γραφεία, καταστήματα, εμπορικά κέντρα, ξενοδοχεία, ακόμα και μισθωμένα βενζινάδικα.
Ενδεικτικά παραδείγματα είναι: το κτίριο που στεγάζεται το υπουργείο Εσωτερικών στην πλατεία Κλαυθμώνος, τα νοσοκομεία Σωτηρία, Ασκληπιείο Βούλας, Ερυθρός Σταυρός, το παλιό υπουργείο Παιδείας στην οδό Μητροπόλεως (τώρα είναι πολυτελές ξενοδοχείο), η Σχολή της Αστυνομίας, το Athens Lycabettus (ξενοδοχείο), 250 ακίνητα στην παραλιακή ζώνη (π.χ. 1.200 στρέμματα μεταξύ λίμνης Βουλιαγμένης και Βάρκιζας) κ.ά. Από τα παραπάνω, τα κτίρια νοσοκομείων καθώς και της Σχολής της Αστυνομίας, καθώς και άλλων κτιρίων όπου στεγάζονται υπηρεσίες του Δημοσίου αποφέρουν στην Εκκλησία μηδενικό εισόδημα, αλλά και όπου καταβάλλεται αντάλλαγμα αυτό είναι πενιχρό.
Παράγοντες του real estate αναφέρουν ότι οι μισθώσεις μεγάλων εκκλησιαστικών ακινήτων από το κράτος είναι σε πολύ χαμηλό αντίτιμο σε σχέση με την αξία του ακινήτου και τις τιμές της αγοράς. Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι το αντίτιμο του μισθώματος για το κτίριο του υπουργείου Εσωτερικών -εύκολα- θα μπορούσε να είναι πενταπλάσιο από το σημερινό.
Εκκλησιαστικά ακίνητα και κράτος
Το μεγαλύτερο μέρος της ακίνητης περιουσίας που διαχειρίζεται η Εκκλησία της Ελλάδος προέρχεται από τη μοναστηριακή περιουσία που διαχώρισαν τα προεδρικά διατάγματα της δεκαετίας του 1930, σε ρευστοποιητέα και σε διατηρητέα. Τα ακίνητα της ρευστοποιητέας περιουσίας πήγαν σε έναν οργανισμό που ίδρυσε το κράτος, τον Οργανισμό Διαχείρισης Εκκλησιαστικής Περιουσίας.
Σκοπός του Οργανισμού ήταν να ρευστοποιήσει την περιουσία προκειμένου να συντηρηθεί η κεντρική διοίκηση της Εκκλησίας της Ελλάδος και να ενισχυθεί το φιλανθρωπικό της έργο. Αξίζει να σημειωθεί ότι η παρουσία - παρεμβατικότητα του κράτους, ως επί το πλείστον εμποδιστική και κωλυσιεργική στην αξιοποιησιμότητα των ακινήτων αυτών, είναι δεδομένη και αμετάβλητη διαχρονικά…
Όταν, λοιπόν, γίνεται λόγος για χωρισμό Εκκλησίας-Κράτους είναι ξεκάθαρο ότι το «αγκάθι» σε αυτή τη σχέση είναι το ζήτημα της εκκλησιαστικής περιουσίας.
Όπως επισημαίνουν εκκλησιαστικοί κύκλοι, από τον Όθωνα μέχρι και τη Μεταπολίτευση, η μεταχείριση της Εκκλησίας από την Πολιτεία απέναντι στην Εκκλησία είναι τελείως «χειριστική» και όσον αφορά στην περιουσία της έκδηλα αυταρχική. Οι ίδιοι κύκλοι αποδίδουν αυτή τη συμπεριφορά στο ότι η Πολιτεία δεν έβλεπε την Εκκλησία ως ένα τμήμα συσσωμάτωσης του λαού αλλά ως «κτήμα» της και ευπρόσιτη τροφή του γραφειοκρατικού τέρατος. Ετσι, συνεχίζουν οι ίδιες πηγές το 2024, όπως και κάθε χρόνο, η Εκκλησία της Ελλάδος καλείται να πληρώσει ΕΝΦΙΑ 2 εκατ. ευρώ. Το ίδιο καθεστώς, ωστόσο, δεν ισχύει για τα ακίνητα των Ιερών Μονών του Αγίου Όρους και της Ιεράς Μονή του Θεοβάδιστου Όρους Σινά, αφού αυτές υπάγονται σε ειδική νομοθεσία που τις εξαιρεί από τον ΕΝΦΙΑ.
«Ιερό real estate» και αντιδράσεις
Είναι αλήθεια ότι οι προσπάθειες της Εκκλησίας να εμπλακεί στο real estate συναντούν πολύ συχνά αντιδράσεις. Χαρακτηριστική είναι η περίπτωση του «Green Σχιστό», ενός επενδυτικού σχεδίου της Εκκλησίας που προέβλεπε την αξιοποίηση μιας μεγάλης έκτασης 3.000 στρεμμάτων στο Σχιστό για την κατασκευή γραφείων, κατοικιών, χώρου πρασίνου, αποθηκών, με χρηματοδότηση από την Εκκλησία, προσέλκυση ξένων κεφαλαίων και δημιουργία 10.000 θέσεων εργασίας, σχέδιο, το οποίο τελικά έμεινε στα χαρτιά. Το «τέρας» της γραφειοκρατίας -και όχι μόνο- κατασπάραξε τους ευσεβείς πόθους λίγο πριν τεθούν σε τροχιά υλοποίησης. Απαντώντας σε όσους ασκούν κριτική στις επιλογές της Εκκλησίας, ο Αρχιεπίσκοπος Αθηνών και Πάσης Ελλάδος κ. Ιερώνυμος είχε τονίσει ότι η αξιοποίηση της εκκλησιαστικής περιουσίας γίνεται με άξονα την εξοικονόμηση πόρων που θα διασφαλίζουν τη συνέχιση, αλλά και την επέκταση του κοινωνικού έργου της Εκκλησίας.
Όπως αναφέρουν εκκλησιαστικές πηγές, η Εκκλησία διαχρονικά έχει υποκαταστήσει το κράτος στην κοινωνική πρόνοια, λειτουργώντας παιδικούς σταθμούς, γηροκομεία, ιδρύματα για τη φροντίδα ευπαθών ομάδων και προσφέροντας καθημερινά χιλιάδες γεύματα σε συσσίτια κ.ά. Επίσης, σε πολλά από τα διαμερίσματά της διαμένουν άπορες οικογένειες, χωρίς να πληρώνουν -στις περισσότερες περιπτώσεις- ούτε ένα ευρώ.
Η «συμμαχία» με την ιδιωτική πρωτοβουλία
Σύμφωνα με εκκλησιαστικούς κύκλους, η κατάσταση μπορεί εύκολα να διαφοροποιηθεί. Βήμα-βήμα και σε καλή συνεργασία με την Πολιτεία όλα μπορούν να γίνουν, λένε με νόημα. Η Εκκλησία επιδιώκοντας να επιλυθούν μια σειρά από ζητήματα-«αγκάθια», που χρόνια τώρα υψώνουν εμπόδια στα επενδυτικά της πλάνα, πήρε μια απόφαση: με ανοικτές προκλήσεις εκδήλωσης ενδιαφέροντος ζητά από τους επίδοξους επενδυτές να καταθέσουν τις προτάσεις τους για τα ακίνητά της, αναλαμβάνοντας ταυτόχρονα να φέρουν σε πέρας και το γραφειοκρατικό κομμάτι.
Ουσιαστικά, πρόκειται για χρήση του δικαιώματος «επιφανείας». Σε αυτό ο επενδυτής δεν αγοράζει ιδιοκτησία, αλλά εξασφαλίζει τη δυνατότητα να κτίσει πάνω στη γη και να αξιοποιήσει την επένδυσή του για μακρύ χρονικό διάστημα μέχρι και 99 έτη.
«Συμμαχούμε με διαφάνεια και νομιμοφροσύνη με την ιδιωτική πρωτοβουλία. Πρόκειται για μια απόλυτα νόμιμη κίνηση, που μοιάζει με ακτιβιστική, γιατί το τέρας της γραφειοκρατίας, παρά τους βρυχηθμούς του, δεν έχει αναπτύξει τα απαραίτητα ανακλαστικά για να αντιδράσει», υποστηρίζουν οι ίδιοι κύκλοι. Υπάρχει από πλευράς Εκκλησίας της Ελλάδος συγκρατημένη αισιοδοξία, ότι στις επόμενες δεκαετίες θα μπορέσει να βρει διεξόδους και λύσεις, ώστε με αξιοπρέπεια και αυτάρκεια να εξασφαλίσει πόρους για την επιβίωσή της και τη συνέχιση του πνευματικού και φιλανθρωπικού της έργου.
Από το ρεπορτάζ προκύπτει ότι κατά τα τελευταία πέντε έτη η Εκκλησιαστική Κεντρική Υπηρεσία Οικονομικών έχει λάβει πιστοποίηση ISO κι έχει αποκτήσει δυναμικό ψηφιοποιημένο αποθετήριο των ακινήτων της. Έτσι, η Εκκλησία της Ελλάδος εξασφαλίζοντας τη διαφάνεια και θέτοντας η ίδια αυστηρούς κανόνες ως προς τις διαγωνιστικές διαδικασίες της και τον τρόπο λήψεως των αποφάσεων κατόρθωσε να καταρρίψει τον μύθο της αγοράς ότι «χαρίζει» φιλέτα σε επιτήδειους θηρευτές της ακίνητης περιουσίας της.
Οι επίδοξοι μνηστήρες της εκκλησιαστικής «προίκας» αποθαρρύνονται από την επικράτηση της τάξης και από το νοικοκύρεμα των κτημάτων της Εκκλησίας, η οποία αποδεικνύεται ότι εκτός από Ιερά Νύμφη είναι και καλή Οικονόμος του οίκου της. Όπου πλέον παρατηρείται δυσαρμονία, αναδεικνύεται ως μοναδικός υπαίτιος το τέρας της κρατικής γραφειοκρατίας.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου