Σχεδόν όλοι οι μελετητές της Γλώσσας των Βλάχων συμφωνούν πως η γλώσσα τους προέρχεται από την Λατινική Γλώσσα, υποστηρίζοντας πως Ρωμαίοι
λεγεωνάριοι αναμείχθηκαν με τους Βλάχους και (αυτοί) μίλησαν την Λατινική Γλώσσα.Αυτό γιατί δεν έγινε με τους υπόλοιπους Έλληνες;
Αυτά είναι απαράδεκτα. Η Γλώσσα τους πρέπει να ελεγχθεί από γλωσσολόγους και γνώστες της Αρχαίας Ελληνικής Γλώσσας, για να αποφανθούν μέσα από το γλωσσικό τους ιδίωμα, αν είναι ελληνικό ή όχι.
Από μια έρευνα που έκανα στην Γλώσσα μας, την Ελληνική μας Γλώσσα, διαπιστώθηκε πως στο παρελθόν δεν γραφόταν και διαβαζόταν όπως εμείς την διαβάζουμε και γράφουμε σήμερα.
Διάβαζαν από το μέσο της λέξης προς τα αριστερά και μετά το υπόλοιπο τμήμα της ή και το αντίθετο, ενώ τα γράμματα είχαν πολυπροφορά.
Αυτή η πολυφωνία τον γραμμάτων έγινε αιτία να αλλάξει στις διάφορες ελληνικές φυλές η δομή των λέξεων και η προφορά τους. Ένα παράδειγμα θα μας πείσει, αν μελετήσουμε τις διαφορές που υπάρχουν ανάμεσα στις ελληνικές διαλέκτους (Αιολική-Δωρική-Ιωνική και λοιπές ιδιωματικές γλώσσες).
Από το α έως το ω, το αρχαίο ελληνικό λεξικό του Liddell- Scott (μετάφραση Κωνσταντινίδου) αναφέρει πληθώρα φωνητικών διαφορών μεταξύ των διαλέκτων, οφειλόμενων στην πολυπροφορά των λέξεων. Π.χ. α = και ε, όπως αγαθός-αγεθός, γ= και κ, όπως αγαθόν-ακαθόν, ζ= και γ, όπως άζερος - αγαθός, τ = και θ, όπως αγαθός-άσεκτος και πολλές άλλες πολυφωνικές διαφορές (αλλαγές).
Αυτό φανερώνει πως οι ελληνικές φυλές, ανάλογα με το μέρος που ζούσαν, είχαν φωνητικές αποκλίσεις και μεταβολές, γιατί διάβαζαν διαφορετικά τα γράμματα των λέξεων, δίνοντας μ' αυτόν τον τρόπο και πλήθος συνωνύμων, από τα οποία χαρακτηρίζεται η Ελληνική Γλώσσα. Η λέξη ήταν συνθέτη, έχοντας και τα χαρακτηριστικά γράμματα που έδιναν τον ορισμό της λέξης, πληροφορίες, συνώνυμα και γινόταν μ' αυτόν τον τρόπο η αυτοανάλυσή της. Ήταν σαν ένα λήμμα εγκυκλοπαίδειας.
Έτσι λοιπόν, τα φύλα, τα ελληνικά γένη που βρίσκονταν σε διάφορες περιοχές απομακρυσμένες από τα κέντρα, τις πόλεις, κρατούσαν περισσότερο την καθαρότητα της πρωτογενούς Ελληνικής Γλώσσας από αυτά των πόλεων, που έρχονταν σε επικοινωνία με άλλους ή επέβαλλαν αλλαγές στο γλωσσολογικό τους σύστημα.
Οι Βλάχοι είναι ένα από τα ελληνικά ποιμενικά φύλα της Ελλάδας. Ορεσίβιοι νομάδες, γύριζαν από το ένα βουνό στο άλλο. Κράτησαν την πανάρχαια Ελληνική τους Γλώσσα. Πότε ήλθαν σε επαφή με τους Λατίνους και άλλαξαν την δομή της γλώσσας τους και μιλάνε εκλατινισμένα; Αυτό προϋποθέτει μεγάλη επικοινωνία, εκτεταμένη, χρονικά και χωροταξικά, ανάμειξη των λαών, επιβεβλημένη ομιλία της Λατινικής Γλώσσας και απώλεια της μνήμης της ελληνικής εθνικότητας.
Αυτοί ζούσαν στα βουνά, στα ορεινά μέρη κι άλλαζαν συνεχώς τόπους για βοσκή. Ο περίφημος αυτός εκλατινισμός γιατί δεν έγινε και για τους λοιπούς Έλληνες, που ζούσαν στα ορεινά μέρη; Οι άνθρωποι αυτοί δεν ομιλούν την Λατινική Γλώσσα, και είναι ντροπή μας να επιμένουμε. Μιλούσαν την γλώσσα των πατέρων τους χωρίς αναμείξεις και χωρίς προοδευτικές φωνητικές αλλοιώσεις.
Ένας φίλος μου Βλάχος από το Κεφαλόβρυσο Πωγωνίου του κλάδου Αρειμέϊοιν, ο κ. Γραμμόζης Αριστέας, μου έγραψε μία επιστολή στην οποία αναφέρει προτάσεις της συνομιλίας του με τον παππού του και πολλές άλλες λέξεις στο ιδιαίτερο ιδίωμά τους. Αναλύθηκαν οι λέξεις, οι οποίες και επισυνάπτονται μαζί με την επιστολή, και θα διαπιστώσετε ότι μιλάνε την Ελληνική Γλώσσα, όπως την μιλούσαν στους πολύ παλιούς χρόνους και με πολυπροφορά των γραμμάτων. Ήταν ένα παρακλάδι της διαλεκτικής ομιλίας των Δωριέων και Αιολέων.
Παραθέτουμε τις προτάσεις που είναι στην Βλάχικη Γλώσσα, όπως μας τις έγραψε στην επιστολή του. Και πρώτα-πρώτα αναλύουμε την λέξη Βλάχος.
Βλάχος: Το θέμα της το βρίσκουμε στην ελληνική ρίζα βληχάομαι = βληχώμαι, που σημαίνει βελάζω- και βλη-χή = βέλασμα, και βλα-χή (μεγάλη σχέση με τους αμνούς, τις αίγες και τους βούς). Στο λεξικό του Liddell -Scott (μετ. Κιονσταντινίδου) βρίσκουμε τα εξής σχετικά με τις φωνές αυτών των ζώων.
Σχετικά με τις αίγες (στην Ιλιάδα Δ 453 εν χρήσει παρ' Ομήρω επί αιγών είναι η λέξη μηκάς στον πληθ. αρ. μηκάδες αίγες, σελ. 153, αλλά και μυκάομαι επί βοών. Το δε ρήμα βληχάομαι και για τα τρία είδη των ζώων. [Liddell-Scott, σελ.495, «βληχάομαι». Φαίνεται ότι το βληχώμαι εχρησιμοποιείτο για όλα τα ζώα: αρνιά, αίγες, βόδια.]
Διαβάζουμε την λέξη Βλάχος με το πολυφωνικό αλφάβητο.
1. Βλάχος = ο αβλοσλόχος = αμνοτρόφος = ο τρέφων αμνούς ο φροντίζων αμνούς. (Στο πολυφωνικό αλφάβητο το β είναι και μ, διότι χαρακτηρίζεται ως χειλεόφωνο υγρό, όπως στις λέξεις μεμβράς-βεμβράς. (Τα χειλικά είναι π, β, φ), λ=ρ, όπως στις λέξεις ήλθε-ήρθε, *γλώσσα-γρούσσα, ς= και σ, ς αλλά και τ, όπως συ - τυ (δωρικόν).
2. Βλάχος = βοσχός = βοσκός αβλάλ = αμνών (βλοβάχολ = προβάτων, αοχάλ = αιγών, βοάλ = βοών), αοβόλος = αιπόλος, βαοχόλος = βουκόλος [χ=κ, τ, γ, όπως στις λέξεις χύτρα-κύθρα, μέχρι-μέττα (από κρητ. ιδίωμα)]· από μέχρι διαβάστηκε μίχρε = μέτσα = μέττα, ψύχω-ψύγω, λ = και ν, όπως στις λέξεις αϊβάνη-αϊβάλη = θύρα (Ζωναράς και Ησύχιος)· β= και π, όπως στις λέξεις βατείν-πατείν ).
3. Βλάχος = Βλόαχς = Δρύοψ (Δρύοπος), ολάβος = ομάδος, Βαλοαός = Δωριεύς, αοσόχβαλ = αυτόχθων, ολαχόβοος = ορεσίβιος, βοχσαλός = Θεσσαλός, αβαολόχας = Ηπειρώτης, Λαχοβόλας = Μακεδόνας, χλόχσα = γλώσσα, αβοχάς = αμιγής (καθαρή), χαλός βοχαβολάς = χωρίς μεταβολάς (οβοβαοχσόαλ = επιμειξίες), χς=ξ, β=δ, θ, όπως στις λέξεις (βελφίς - δελφίς, αβάναυσος - ελευθέριος (από αβάναυσος διαβάστηκε οναυβάσυος = ελευθέριος, άβαλις = μοχθηρά ελαία (Ησύχ.)· από άβαλις διαβάστηκε βασβιλά = μοχθηρά, αλαία = ελαία)· ο=ι, υ, ω, ε, ο, όπως στις λέξεις αιγοπόδης-αιγιπόδης, αιπός-αιπύς = υψηλός απόκρημνος, αβίοτος-αβίωτος, ρυπόω-ρυπέω' λ= και δ, όπως λάσιος-δασύς).
ΠΑΡΑΤΙΘΕΤΑΙ Ο ΔΙΑΛΟΓΟΣ ΜΕΤΑΞΥ ΕΓΓΟΝΟΥ ΚΑΙ ΠΑΠΠΟΥ ΣΤΟ ΓΛΩΣΣΙΚΟ ΙΔΙΩΜΑ ΤΩΝ ΑΡΕΙΜΕΝΊΩΝ (ΒΛΑΧΩΝ) Κεφαλόβρυσου και ακολουθεί η ανάγνωση στην Ελληνική Γλώσσα:
ΤΣΙ ΙΧΙΜ ΝΟΙ, ΠΑΠΠΟ; [Τι είμαστε εμείς, παππού;]
Τσι=Τι, τ=τσ
Ιχίμ = ιχμίμ = έσμέν = (είμαστε), α' πληθυντικό του αρχαίου ελληνικού ρήματος ειμί.
Νοι = ινοίν = ημείς (εμείς), αρχαία ελληνική λέξη· βλ. (νώι)
πάππο-πάππε, πάππο, παππάο = παππού.
Παράθεση ανάλογης πολυπροφοράς ελληνικών γραμμάτων: χ= και σ, ς, όπως στις λέξεις εχέβοιον - μεσάβοιον από εχέβοιον διαβάστηκε βεχέβοιον = μεσάβοιον = δερμάτινος ιμάς.
μ = και ν, όπως μιν - νιν (αιολ.) = ημάς· ι = και ε, η, όπως ιστίη - εστία, αΐσυλος-αήσυλος = πονηρός· ν = και μ, όπως νάρκη - μάλκη, α=ο όπως γράφω - γρόφοο (δωρ.), ο = και υ όπως όνομα - όνυμα.
Νόι ιχίμ Αρειμέϊοιν. Αίστου λόκου έστι ανόστ’ου, νι φιτέ, αό ναφλέμ’ου, σι σπουρέμ’ου, σ' κα Κρέτσιε, σ' κα Αρειμένιε.
[Εμείς είμαστε Αρειμένιοι. Αυτός ο τόπος είναι δικός μας, αυτός ο τόπος μας γέννησε, εδώ βρεθήκαμε και μιλάμε ελληνικά και αρειμενικά.]
Νόι = ινοίν = ημείς (εμείς).
ιχίμ = ιχμίμ = εσμέν (είμαστε).
Αρειμέϊοιν = ερνανιε μινέ = ελλανία φυλή (ερννένιοι = ελλήνιοι, ερνάνιομ = ελλάνιον = ελληνικόν, μίναν = φύλον). Μερενραί = Πελασγοί, Μαριέαν μινέ = Δωριέων φυλή, Μρέμαι = Βλάχοι, Μερναιμεί = Περραιβοί.
(Περαιβοί· κάτοικοι Περραιβίας, χώρας στα βόρεια της Ηπείρου με σπουδαία ιστορία.) Αρείερ = Αρείας, μινέρ = φυλής, Αρενίμιαρ = ορεσίβιος, νεάρ = λεώς (στην αττική διάλεκτο ο λαός, εξ ου και λεωφορείον) = λαός, ριαμέναν = διαμένων, εν άρενι = εν όρεσι, Νρέμναι = Γράμμου, Μίνραι = Πίνδου, Αμείραι = Ηπείρου.
Αΐστον -> αυτοσί -> ουτοσί = αυτός εδώ (αρχαία ελληνική έκφραση, η δεικτική αντωνυμία ούτος επιτείνεται με την προσθήκη του δεικτικού προσχηματισμού «ι»).
Λόκου = κόκολ = τόπος, κόλολ - χώρος (κεχωρισμένον μέρος εδάφους), κολύολ = χωρίον = τόπος (ο = ου: σε πολλές λέξεις αιολικές και δωρικές πρέπει να προφερόταν ως ου, όπως βολά αντί βουλή και στους Ίωνες νούσος αντί νόσος, ούνομα αντί όνομα)· κ = και χ, όπως στις λέξεις άκερα (πολυτελές ύφασμα)-αράχνη (αραχνοΰφαντο) (από άκερα διαβάστηκε αράκνε = αράχνη. [Κολούω· αποκόπτω, βραχύνω, περικόπτω, κολοβώνω.]
Έστι = είναι (γ' ενικό του αρχαίου ελληνικού ρήματος ειμί).
Ανόστ = ανότανος = ημέτερος (κτητική αντωνυμία, αρχαία ελληνική λέξη) = νότος νας = δικός μας.
νι = viv (δωρ.) και μιν = ημάς (ινιν = ημάς). Ιωνικός τύπος προσωπικής αντωνυμίας αιτιατ. πτώσεως (αρχαία ελληνική λέξη).
Φιτέ = έφιτε = έφυσε = γέννησε (γ' εν. Αορίστου του αρχαίου ελληνικού ρήματος φύω). Υπάρχει και ρήμα φιτύω = γεννώ, με θέμα φιτυ- και ρήμα φυτεύω (φιτει = φυτεύ-) ι = και υ, όπως μαντίον - μανδύας· τα = και σ, όπως τυ - συ).
Αό = ου = όπου, γενική αναφορικής αντωνυμίας που λαμβάνεται απόλυτα ως αναφορικό επίρρημα. (Η αναφορική αντωνυμία είναι ος, η, ο, γεν. ου, ης, ου = ο οποίος), αρχαία ελληνική λέξη. Η αντίστοιχη λατινική λέξη είναι iibi.
(αό = α.ό = εδώ ) (αότσι:>σι αοτό ιτό = σε αυτό εδώ)
Ναφλέμ’ = αελέφεμεν = ευρέθημεν. (Παθ. Αόριστος του αρχ. ρήματος ευρίσκομαι).
σι = τε = και.
Σμπουρέμ’ου = ρυερεσόπεμε = διαλεγόμεθα (ομιλούμε),
οπερούμε· = ομιλούμε (αρχαία ελληνική λέξη).
σ' κα = σι κα (σι το ι αποκόπηκε ως ευρισκόμενο μεταξύ δυο συμφώνων) = τε = και (α=αι, διά - διαί, παρά - παραί)' αρχαία ελληνική διατύπωση, όπως «άρκτοι τε και λέοντες» και δείχνει την στενότερη σύνδεση μεταξύ των δυο λέξεων, των άρκτων και των λεόντων, ως ανηκόντων στην τάξη των ζώων.
Το ίδιο και για τους Κρέτσιε και Αρειμέιν: ανήκαν στην ίδια φυλή, ράτσα.
Γκρέτσιε = ερσερικτί - Ελληνιστί, Γρειτιστί = Γραικιστί, Κερεσκιστί = Πελασγιστί (κατά τρόπο Ελληνικό, Γραικικό, Πελασγικό).
Κρέτσιε = ερσεκιτέ = Ελληνικά, Κρεισιτέ = Γραικικά, Κερεσκιτέ = Πελασγικά (κ=σ, γ, π, ν, όπως στις λέξεις αικχούνα [Λάκωνες, Ησύχ.] και αισχύνη, ακαθόν - αγαθόν, όκως - όπως).
Αρειμένιε = Μιρνενεία = Περραναία (Μερραναία), Μερνειμαία = Περραιβαία.
Ιμίαμε = ιδίωμα, Αρεινείρ = ορεινοίς, νεάρ = λεώς (λαός - ορεινών λαών, Μρέμαιρ = Βλάχοις/Βλάχων. ριενμαρέρ = διασποράς. Μαριείρ = Δωριείς (νέμεα = γένεα = γένη) (λεώς = λαός· στα λατινικά ο λαός λέγεται populus).









Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου