ΑΝΑΣΤΑΣΙΟΣ Κ. ΓΟΥΓΟΥΣΗΣ ΟΥΡΟΛΟΓΟΣ ΑΝΔΡΟΛΟΓΟΣ

ΑΝΑΣΤΑΣΙΟΣ Κ. ΓΟΥΓΟΥΣΗΣ  ΟΥΡΟΛΟΓΟΣ ΑΝΔΡΟΛΟΓΟΣ

ΝΑΚΑΣ

ΝΑΚΑΣ

Κάντε ΚΛΙΚ

Fotiouparts.gr - Κάντε ΚΛΙK

Fotiouparts.gr  - Κάντε ΚΛΙK

Κάντε ΚΛΙK


Κάντε ΚΛΙΚ στην αφίσα


Κάντε ΚΛΙΚ στις εικόνες


Κάντε ΚΛΙΚ


Αναζήτηση

Ο ΚΑΙΡΟΣ ΚΑΙ Η ΘΕΡΜΟΚΡΑΣΙΑ ΤΩΡΑ ΣΕ ΠΟΛΕΙΣ ΤΗΣ ΔΥΤΙΚΗΣ ΜΑΚΕΔΟΝΙΑΣ


Κάντε ΚΛΙΚ στην εικόνα

ΕΛΑΣΤΙΚΑ ΓΕΩΡΓΙΤΣΗΣ Α & Γ ΟΕ

ΕΛΑΣΤΙΚΑ ΓΕΩΡΓΙΤΣΗΣ Α & Γ  ΟΕ

Κάντε ΚΛΙΚ στις εικόνες


Κάντε ΚΛΙΚ στις εικόνες

Δευτέρα 5 Ιουλίου 2010

Μήπως έγινε βελούδινο πραξικόπημα στην Ελλάδα ; (Θα σας μιλήσω για σοβαρότατα εγκλήματα που θεωρώ ότι έγιναν κατά του πολιτεύματός μας και γι΄αυτό σας παρακαλώ να κάνετε υπομονή και να διαβάζετε όλο το κείμενο. Σας αφορά άμεσα πολύ περισσότερο από όσο μπορείτε να φαντασθείτε. Να είστε σίγουροι)

https://blogger.googleusercontent.com/img/b/R29vZ2xl/AVvXsEiIdZfPVlF_SxHKh4uGrxG0jgVw5oWKMO3tAfdgVcVjkTAYtswDEXvfwE9ZymErKHOqeAk0WqJrinJRbBvxyqT_NMdhMQxBk6O5xAPl4JINT6-6cB8cW4yfV9Zuc78rYQoDKzSqnnOP-JYO/s320/JPG_1_~1.JPG










Στην μεταπολιτευτική Ελλάδα, υπάρχει η πεποίθηση ότι οι βουλευτές έχουν ασυλία, δηλαδή μια ειδική συνταγματική προστασία για όλες τις παράνομες πράξεις τους, και ότι η Δικαιοσύνη δεν έχει το δικαίωμα να τους αγγίξει χωρίς την άδεια της Βουλής, που κανένας δεν ξέρει πως και πότε πρέπει να χορηγηθεί.Στην πράξη αυτή η άδεια δεν... δίνεται σχεδόν ποτέ και έτσι εδώ και 35 χρόνια, επικρατεί η ατιμωρησία των βουλευτών. Λένε τα δημοσιεύματα των εφημερίδων, ότι από το 1974 μέχρι το 2005, είχαν υποβληθεί στο κοινοβούλιο συνολικά 808 εισαγγελικές αιτήσεις για άρση της ασυλίας βουλευτών. Από τις 808 συζητήθηκαν στη Βουλή οι 581 και έγιναν δεκτές μέχρι την δημοσίευση του σχετικού άρθρου μόνο δέκα. Από αυτές τις δέκα αιτήσεις που έγιναν δεκτές μέσα σε 31 χρόνια, έχει αρθεί η ασυλία βουλευτών μόνο σε πέντε περιπτώσεις. Οι υποθέσεις για τις οποίες η Βουλή αρνήθηκε να άρει την ασυλία μελών της, καλύπτουν όλο το φάσμα των αδικημάτων, από παραβάσεις του Κώδικα Οδικής Κυκλοφορίας και ακάλυπτες επιταγές έως μη συμμόρφωση σε απόφαση δικαστηρίου. Από το 2006 η Ελλάδα καταδικάστηκε δυο φορές από το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Ανθρώπινων Δικαιωμάτων για την άρνηση της Βουλής να επιτρέπει την ποινική δίωξη 2 βουλευτών και η Ελλάδα υποχρεώθηκε να αποζημιώσει τα θύματα . Βεβαίως ότι η πληρωμή έγινε ως συνήθως με δικά μας λεφτά. Δεν φτάνει δηλαδή που για πολλοστή φορά καταδικάστηκε η χώρα μας για την ακατάσχετη παραβίαση των ανθρώπινων δικαιωμάτων από την Πολιτεία και ότι ντροπιαστήκαμε έτσι για ακόμη μια φορά όλοι μας, αλλά υποχρεωνόμαστε να πληρώνουμε και τον λογαριασμό για τις παραβιάσεις που αναγκαζόμαστε να υποστούμε.
Όμως: Στην πραγματικότητα, βάσει του Συντάγματος, οι βουλευτές δεν έχουν την ασυλία την οποία όλοι νομίζουν, αλλά μόνο μια ενισχυμένη ελευθερία του λόγου και γενικά της έκφρασής τους κατά την διεξαγωγή του νομοθετικού έργου. Αυτό το δικαίωμα προστατεύει το Σύνταγμα και την μη παραβίασή του εγγυάται η Βουλή. Συνεπώς, η διαχρονική απραξία της Ελληνικής Δικαιοσύνης στις παράνομες πράξεις των βουλευτών που δεν σχετίζονται με αυτό το δικαίωμα και η εκ των πραγμάτων παροχή με αυτόν τον τρόπο της ασυλίας τους, αποτελεί σοβαρότατη παραβίαση του Συντάγματος από την ίδια την Δικαιοσύνη και βαρύ πλήγμα στο δημοκρατικό μας πολίτευμα. Ωραία. Οι βουλευτές δεν έχουν συνταγματική ασυλία αλλά στην πράξη την απολαμβάνουν ανελλιπώς. Τι γίνεται όμως με τους Υπουργούς; Τι να γίνει; Ως βουλευτές που κατά κανόνα είναι, επωφελούταν και αυτοί από την έμπρακτη βουλευτική ασυλία, αλλά το πρόβλημα τους ήταν ότι δεν τους κάλυπτε και για εγκλήματα που θα τελούσαν κατά την άσκηση του κυβερνητικού έργου, όπου δεν είχαν καν την νόμιμη ενίσχυση της ελευθερίας της έκφρασης που έχουν βάσει του Συντάγματος οι βουλευτές. Αυτό το πρόβλημα λύθηκε το 2001, όταν η Κυβέρνηση φρόντισε κατά την αναθεώρηση του Συντάγματος, να θεσμοθετηθεί μια εξαιρετικά περίπλοκη διαδικασία ποινικής δίωξης όσων διατελούν ή διετέλεσαν μέλη της Κυβέρνησης ή Υφυπουργοί, για εγκλήματα που διέπρατταν κατά την άσκηση των καθηκόντων τους. Αυτή η διαδικασία όμως, ποτέ ή σχεδόν ποτέ δεν μπορεί να οδηγήσει στην παραπομπή τους στο ακροατήριο και στην τιμωρία και εξασφαλίσθηκε έτσι με πλάγια μέσα η πολυπόθητη ασυλία και για τους κυβερνώντες. Με συνταγματική βούλα αυτή την φορά. Γιατί έγινε πλαγίως ; Επειδή σε έναν δημοκρατικό καθεστώς το έγκλημα δεν είναι δικαίωμα κανενός και δεν προστατεύετε από το Σύνταγμα. Ούτε άμεσα αλλά ούτε έμμεσα. Και επειδή μέσω της ατιμωρησίας, ακριβώς αυτό κάνει η σχετική διαδικασία, η θέσπισή της ισοδυναμεί με Συνταγματική προστασία του εγκλήματος και είναι άκυρη, καθώς προσβάλει σε τραγικό βαθμό τους πολίτες και την λαϊκή κυριαρχία, παραβιάζει βάναυσα το υπόλοιπο Σύνταγμα, το δημοκρατικό πολίτευμα, τους κανόνες διεθνούς δικαίου και τις διεθνείς συμβάσεις τις οποίες επικύρωσε και πρέπει να τηρήσει αναγκαστικά η Ελλάδα επειδή έχουν υπερνομοθετική ισχύ (Αρθ.28.1 Σ). Λόγο της αντισυνταγματικότητάς της, η ασυλία των κυβερνώντων είναι σαν να μην υπάρχει και οι σχετικές διατάξεις που την εξασφαλίζουν δεν μπορούν να ληφθούν υπόψη από την Δικαιοσύνη. Αυτές οι διατάξεις εμπεριέχονται αποκλειστικά στον άρθρο 86 του Συντάγματος και στον νόμο 3126/2003 περί της ποινικής ευθύνης Υπουργών, το οποίο πηγάζει από τον άρθρο αυτό. Με τον όρο ¨Υπουργών ¨ αποκαλούνται όλα τα πρόσωπα τα οποία διατελούν ή διετέλεσαν μέλη της Κυβέρνησης ή Υφυπουργοί. Σημειωτέο είναι το γεγονός ότι, η αρμοδιότητα του νόμου αυτού, εκτείνεται και σε όσους άλλους συμμετείχαν στην τέλεση των εγκλημάτων αυτών, όποιοι και να είναι. Απόδειξη ότι η ασυλία ( δηλαδή η ειδική προστασία από τις συνέπειες του νόμου, την οποία απολαμβάνουν οι πολιτικοί σε περίπτωση πρόκλησης ζημιών, παραβίασης των δικαιωμάτων των άλλων, των νόμων και του Συντάγματος) δεν είναι νόμιμη είναι τα ίδια τα πραγματικά περιστατικά, καθώς, εάν η ασυλία δεν ήταν παράνομη και σε αντίφαση με το Σύνταγμα, τότε
- το δικαίωμα στην ειδική κρατική προστασία των παράνομων πράξεών τους θα υπήρχε πάντα και για όλους τους πολιτικούς που συμμετέχουν στην Βουλή και στην Κυβέρνηση, σε καμία περίπτωση δεν θα μπορούσε να αφαιρεθεί από την Βουλή και κανένας βουλευτής ή Υπουργός δεν θα μπορούσε να φτάσει ενώπιον της Δικαιοσύνης. Να όμως που μέχρι το 2005 έφτασαν 5 βουλευτές και αργότερα μερικοί ακόμα. Οι περισσότεροι από αυτούς καταδικάστηκαν κιόλας. Πως το έπαθαν αυτό ; Τυχαία; Δεν νομίζω.
- η Ελλάδα δεν θα είχε καταδικαστεί δυο φορές από το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο για το θέμα αυτό,
- οι Εισαγγελικές Αρχές δεν θα πηγαινοέρχονταν στην Βουλή να ζητήσουν την τιμωρία των βουλευτών εάν αυτοί θα ήταν άτρωτοι.
- θα σήμαινε ότι στην Ελλάδα τα άτομα που κυβερνούν και νομοθετούν, έχουν το δικαίωμα να τελέσουν εγκληματικές πράξεις και να βλάψουν τους πολίτες εσκεμμένα και με τις ευλογίες της Πολιτείας.
- θα σήμαινε ότι το πολίτευμά μας είναι δικτατορικό καθώς μόνο αυτά τα καθεστώτα επιτρέπουν την κατά το δοκούν άσκηση της εξουσίας υπέρ του ίδιου όφελος και όχι υπέρ του Λαού. Από όσα ξέρουμε όμως, το δικό μας πολίτευμα δεν είναι τέτοιο, αλλά δημοκρατικό. Ελληνική Δημοκρατία δεν λέγεται η χώρα; Ή κάνω λάθος;
- θα σήμαινε ακόμα και ότι το Σύνταγμα επιτρέπει και ενθαρρύνει τους εγκληματίες να αναλάβουν την διακυβέρνηση της χώρας και ανενόχλητοι, να την κάνουν ότι θέλουν.

Επαληθεύει το Σύνταγμα όλους αυτούς τους ισχυρισμούς; Να δούμε.

ΤΟ ΣΥΝΤΑΓΜΑ

Πριν αρχίσουμε πρέπει να γνωρίζετε τα εξής:
- Το Σύνταγμα είναι μια συλλογή γραπτών βασικών κανόνων δικαίου (δίκαιο = δικαιοσύνη) που ρυθμίζουν υποχρεωτικά, τον τρόπο οργάνωσης και λειτουργίας της Πολιτείας και των θεσμών, τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις του πολίτη, τις σχέσεις μεταξύ των πολιτών καθώς και τις σχέσεις των πολιτών με το κράτος.
- Το Σύνταγμα είναι ο θεμελιώδης νόμος του κράτους, από τον οποίο πηγάζουν όλοι οι άλλοι νόμοι και μαζί σχηματίζουν την νομοθεσία, η οποία όμως στηρίζεται και εμπεριέχει υποχρεωτικά, τους κανόνες διεθνές δικαίου και τις διατάξεις των διεθνών Συμβάσεων που η Ελλάδα επικύρωσε.
- Το Σύνταγμα είναι ένα πολύ οργανωμένο και καλά δομημένο κείμενο. Για να είναι εύχρηστο και να αποφευχθούν οι όποιες παρερμηνείες, μοιράζεται καταρχάς σε τέσσερα μέρη και το καθένα από αυτά ασχολείται με ένα και μόνο αντικείμενο αλλά όλα τα μέρη και όλες οι διατάξεις πρέπει να βρίσκονται σε πλήρη εναρμόνιση μεταξύ τους. Το πρώτο μέρος καθορίζει τη μορφή του πολιτεύματος και από αυτές τις διατάξεις πηγάζουν όλες οι άλλες οι οποίες ρυθμίζουν την λειτουργία και εξασφαλίζουν την ύπαρξή του.
Έπειτα, το κάθε μέρος διαχωρίζεται σε τμήματα και το κάθε τμήμα σε κεφαλαία, ανάλογα με τις ανάγκες και με τις λεπτομέρειες που πρέπει να αποσαφηνιστούν. Για να καταλάβετε καλύτερα πως ακριβώς έχουν τα πράγματα, σας παρουσιάζω ποιο κάτω όλα τα μέρη, αλλά και τα τμήματα και τα κεφαλαία που αφορούν το θέμα μας. Στο τέλος του κειμένου, υπάρχουν οι περισσότερες διατάξεις στις οποίες στηρίζεται η ανάλυση μου αλλά και ένα ιστοσελίδα όπου μπορείτε να μπείτε και να διαβάσετε όλο το Σύνταγμα. Για την ώρα αρκούν αυτά:
ΜΕΡΟΣ ΠΡΩΤΟ: Βασικές διατάξεις
ΤΜΗΜΑ Α': Μορφή του πολιτεύματος
ΜΕΡΟΣ ΔΕΥΤΕΡΟ: Ατομικά και κοινωνικά δικαιώματα
ΜΕΡΟΣ ΤΡΙΤΟ: Οργάνωση και λειτουργίες της Πολιτείας
ΤΜΗΜΑ Α': Σύνταξη της Πολιτείας
ΤΜΗΜΑ Β': Πρόεδρος της Δημοκρατίας
ΤΜΗΜΑ Γ': Βουλή
ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΠΡΩΤΟ: Ανάδειξη και συγκρότηση της Βουλής
ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΔΕΥΤΕΡΟ: Κωλύματα και ασυμβίβαστα των βουλευτών
ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΤΡΙΤΟ: Καθήκοντα και δικαιώματα των βουλευτών
ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΤΕΤΑΡΤΟ: Οργάνωση και λειτουργία της Βουλής
ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΠΕΜΠΤΟ: Νομοθετική λειτουργία της Βουλής
ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΕΚΤΟ: Φορολογία και δημοσιονομική διαχείριση
ΤΜΗΜΑ Δ': Κυβέρνηση
ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΠΡΩΤΟ: Συγκρότηση και αποστολή της Κυβέρνησης
ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΔΕΥΤΕΡΟ: Σχέσεις Βουλής και Κυβέρνησης
ΤΜΗΜΑ Ε': Δικαστική Εξουσία
ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΠΡΩΤΟ: Δικαστικοί λειτουργοί και υπάλληλοι
ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΔΕΥΤΕΡΟ: Οργάνωση και δικαιοδοσία των δικαστηρίων
ΤΜΗΜΑ ΣΤ': Διοίκηση
ΜΕΡΟΣ ΤΕΤΑΡΤΟ: Ειδικές τελικές και μεταβατικές διατάξεις

Για να φτάσουμε στην ασυλία, πρέπει πρώτα να καταλάβουμε ποιο είναι το πολίτευμά μας, πως εκδηλώνετε και πως λειτουργεί. Για να το κάνουμε πρέπει να ξεκινήσουμε από το πρώτο μέρος του Συντάγματος, έπειτα να προχωρήσουμε στο τρίτο μέρος το οποίο καθορίζει την οργάνωση και τις λειτουργίες της Πολιτείας, στο δεύτερο μέρος που καθορίζει τα ατομικά και κοινωνικά δικαιώματα όλων των Ελλήνων σε αυτό το πολίτευμα και στις ειδικές τελικές και μεταβατικές διατάξεις του τέταρτου μέρος. Επειδή όπως βλέπετε χρειάζεται να ερευνήσουμε σχεδόν όλο το Σύνταγμα, για την οικονομία του λόγου και του χρόνου, θα σας κάνω μια σύντομη περίληψη-ερμηνεία όλων αυτών των διατάξεων, την οποία κάλλιστα μπορείτε να ελέγξτε και μόνοι σας.
Στην Ελλάδα, συμφωνήσαμε όλοι μαζί, να έχουμε ένα δημοκρατικό πολίτευμα βασισμένο στην λαϊκή κυριαρχία, όπου να είμαστε ίσοι ενώπιον του νόμου και να έχουμε ίσα δικαιώματα και υποχρεώσεις. Στο δημοκρατικό μας σύστημα, όλοι οι Έλληνες έχουμε ως θεμελιώδη υποχρέωση, τον σεβασμό στον Σύνταγμα και στους νόμους και έχουμε το δικαίωμα να συμμετέχουμε στην κοινωνική, οικονομική και πολιτική ζωή της Χώρας, μόνο εάν δεν προσβάλλουμε τα δικαιώματα των άλλων και δεν παραβιάζουμε το Σύνταγμα ή τα χρηστά ήθη. Με την φροντίδα των κοινών συμφερόντων μας, δηλαδή της άμυνας και της ασφάλειας της χώρας, τις σχέσεις της με τους άλλους λαούς, την οικονομική και κοινωνική ευημερία καθώς και τη πολιτιστική πρόοδο μας, αποφασίσαμε να ασχοληθούν για λογαριασμό μας, όσοι συμπολίτες θέλουν και νομίζουν ότι μπορούν, αφού οργανωθούν πρώτα σε ένα κόμμα, αφού συντάξουν ένα πρόγραμμα και μας πείθουν ότι οι προτάσεις τους για την επίτευξη αυτών των στόχων είναι οι καλύτερες. Έπειτα από άμεση, καθολική και μυστική ψηφοφορία, εκλέγουμε 300 από αυτούς ως αντιπροσώπους μας σε ένα όργανο θεσμό, που ονομάζεται Κοινοβούλιο αλλά και στην Κυβέρνηση την οποία σχηματίζει το πρώτο κόμμα στην κατάταξη των εκλογών, χρησιμοποιώντας κατά κανόνα μέλη του Κοινοβουλίου του οποίου την πλειοψηφία ελέγχει κιόλας. Η Κυβέρνηση έχει δικαίωμα και υποχρέωση να καθορίζει και να κατευθύνει τη γενική πολιτική της Χώρας, βάσει του προγράμματος με τον οποίο κέρδισε τις εκλογές και σύμφωνα με τους ορισμούς του Συντάγματος και των νόμων, μόνο εάν και για όσο καιρό, απολαμβάνει την εμπιστοσύνη του Κοινοβουλίου. Για την εκπλήρωση των καθηκόντων της, έχει υποχρέωση να καταθέσει στην Βουλή, τα απαραίτητα νομοσχέδια και τις απαραίτητες προτάσεις νόμου και εάν εγκριθούν να τους εφαρμόζει. Η Βουλή, συζητά τις κυβερνητικές προτάσεις και τις ψηφίζει ή τις καταψηφίζει. Αυτή είναι η γνωστή ως νομοθετική λειτουργία της Πολιτείας ενώ της Κυβέρνησης, είναι η εκτελεστική εξουσία, την οποία ασκεί με την βοήθεια της δημόσιας διοίκησης. Τα ονόματα των εξουσιών προέρχονται από τις αρμοδιότητες που έχουν η Βουλή και η Κυβέρνηση, καθώς η μια νομοθετεί και η άλλη εκτελεί, δηλαδή η μια θεσπίζει τους νόμους και η άλλη τους εφαρμόζει εκτελώντας τις διαταγές τους. Για την καλή και ομαλή λειτουργία του πολιτεύματος, αποφασίσαμε όμως να υπάρχει και μια τρίτη ανεξάρτητη εξουσία, η οποία να τιμωρήσει όσους παραβιάζουν την νομοθεσία, δηλαδή οποιοδήποτε κανόνα δικαίου. Αυτή η εξουσία είναι η Δικαιοσύνη και για να είμαστε απόλυτα σίγουροι ότι θα είναι αντικειμενική και αποτελεσματική και ότι η τήρηση και η αποκατάσταση της νομιμότητας, θα γίνει όπως ακριβώς επιτάσσουν το Σύνταγμα, οι νόμοι και οι διεθνές κανόνες δικαίου, ενσυνείδητα δεχθήκαμε το συνταγματικό αυτοπεριορισμό της λαϊκής κυριαρχίας μας, και αντί να αναλάβουμε αυτοπροσώπως ή μέσω των αντιπροσώπων μας και αυτήν την εξουσία, την αναθέσαμε απευθείας σε επαγγελματίες. Αυτοί οι επαγγελματίες είναι τακτικοί δικαστές και δικαστικοί λειτουργοί, οι οποίοι έχουν τα κατάλληλα προσόντα, την εκπαίδευση και την πήρα, να ασκούν σωστά αυτή την εξουσία την οποία τους δώσαμε υπό τον όρο ότι θα την ασκήσουν πάντα υπέρ μας. Γι΄αυτό όλες οι δικαστικές αποφάσεις εκτελούνται στο όνομα του Ελληνικού Λαού. Όσοι ασχολούνται με τα κοινά αμείβονται για τις υπηρεσίες τους και έχουν και άλλες διευκολύνσεις.

Συμπέρασμα :
Επειδή βάσει του Συντάγματος μόνο Έλληνες μπορούν να συμμετέχουν στο Κοινοβούλιο και στην Κυβέρνηση, είναι ξεκάθαρο ότι η ειδική προστασία από τις συνέπειες του νόμου, την οποία οι έλληνες πολιτικοί απολαμβάνουν σε περίπτωση πρόκλησης ζημιών, παραβίασης των δικαιωμάτων των άλλων, του Συντάγματος και των νόμων, δεν είναι επιτρεπτή από το Σύνταγμα, το οποίο επιτάσσει ακριβώς το αντίθετο για όλους τους Έλληνες αδιακρίτως και μάλιστα μέσω δυο θεμελιωδών διατάξεων που εξασφαλίζουν την ύπαρξη του δημοκρατικού πολιτεύματος και δεν μπορούν να αναθεωρηθούν παρά μόνο με την αλλαγή του Πολιτεύματος.
Άρθρο 4
1. Οι Έλληνες είναι ίσοι ενώπιον του νόμου.
4. Μόνο Έλληνες πολίτες είναι δεκτοί σε όλες τις δημόσιες λειτουργίες, εκτός από τις εξαιρέσεις που εισάγονται με ειδικούς νόμους.
7. Τίτλοι ευγένειας ή διάκρισης ούτε απονέμονται ούτε αναγνωρίζονται σε Έλληνες πολίτες.
Άρθρο 5
1. Καθένας έχει δικαίωμα να αναπτύσσει ελεύθερα την προσωπικότητά του και να συμμετέχει στην κοινωνική, οικονομική και πολιτική ζωή της Χώρας, εφόσον δεν προσβάλλει τα δικαιώματα των άλλων και δεν παραβιάζει το Σύνταγμα ή τα χρηστά ήθη.
Άρθρο 110
Οι διατάξεις του Συντάγματος υπόκεινται σε αναθεώρηση, εκτός από εκείνες που καθορίζουν τη βάση και τη μορφή του πολιτεύματος, ως Προεδρευομένης Κοινοβουλευτικής Δημοκρατίας, καθώς και από τις διατάξεις των άρθρων 2, παράγραφος 1, 4 παράγραφοι 1, 4 και 7, 5 παράγραφοι 1 και 3, 13 παράγραφος 1 και 26.
Αρθ.120 Σ
2. Ο σεβασμός στο Σύνταγμα και τους νόμους που συμφωνούν με αυτό και η αφοσίωση στην Πατρίδα και τη Δημοκρατία αποτελούν θεμελιώδη υποχρέωση όλων των Ελλήνων.
3. Ο σφετερισμός, με οποιονδήποτε τρόπο, της λαϊκής κυριαρχίας και των εξουσιών που απορρέουν από αυτή διώκεται μόλις αποκατασταθεί η νόμιμη εξουσία, οπότε αρχίζει και η παραγραφή του εγκλήματος.
4. Η τήρηση του Συντάγματος επαφίεται στον πατριωτισμό των Ελλήνων, που δικαιούνται και υποχρεούνται να αντιστέκονται με κάθε μέσο εναντίον οποιουδήποτε επιχειρεί να το καταλύσει με τη βία.

Τέλος, επειδή όλα αυτά σημαίνουν ότι δεν υπάρχει ασυλία, είναι αυτονόητο ότι δεν μπορεί να γίνει ούτε η άρσή της από την Βουλή. Κάτι που δεν υπάρχει δεν αφαιρείται, έτσι δεν είναι;
Για τους λόγους αυτούς, η Δικαιοσύνη έχει υποχρέωση,
α. να σταματήσει επιτέλους την αντισυνταγματική προστασία την οποία η ίδια παρέχει στους Βουλευτές
β. να πάψει αμέσως να συμμορφώνεται με τις διτάξιες περί του τρόπου απόδοσης ποινικών εύθηνων στους υπουργούς επειδή οι διατάξεις αυτές έχουν θεσπιστεί κατά κατάλυση του Συντάγματος .
γ. ως εξουσία η οποία απολαμβάνει πλήρη ανεξαρτησία, να κάνει ότι είναι απαραίτητο για την άμεση αποκατάσταση της νομιμότητας.

Αποδείξαμε ότι το δημοκρατικό πολίτευμά μας απαγορεύει την παρανομία και την προστασία της μέσω της ασυλίας ή της ατιμωρησίας που το ίδιο είναι. Αυτό σημαίνει ότι εάν με οποιαδήποτε άλλη διάταξη του, το Σύνταγμα την παρέχει, αυτή η διάταξη βρίσκεται σε αντίφαση με το ίδιο το πολίτευμα και δεν μπορεί να ισχύει.

Πάμε τώρα στους βουλευτές που είναι η βάση του κοινοβουλευτικού συστήματος διακυβέρνησης της χώρας, για να δούμε πως εφαρμόζονται τα προαναφερόμενα δικαιώματα και οι αντίστοιχες υποχρεώσεις (αρθ. 4.1, 5.1, 120) κατά την άσκηση των καθηκόντων τους. Θα δείτε ότι λόγο της φύσεως του έργου τους, όλα είναι κάπως ενισχυμένα. Και τα δικαιώματα και οι υποχρεώσεις που τα περιορίζουν. Θα ασχοληθώ μόνο με τους βουλευτές, επειδή ως αιρετοί του λαού, μόνο για αυτούς παρέχει τις σχετικές διευκρινήσεις το Σύνταγμα. Για τα μέλη της Κυβέρνησης, τα οποία δεν εκλέγονται απείθειας από τον λαό για τις θέσεις που καταλαμβάνουν σε αυτήν, το Σύνταγμα προβλέπει μόνο ότι ¨τα μέλη του Υπουργικού Συμβουλίου, καθώς και οι Υφυπουργοί είναι συλλογικώς υπεύθυνοι για τη γενική πολιτική της Κυβέρνησης και καθένας από αυτούς για τις πράξεις ή παραλείψεις της αρμοδιότητάς του, σύμφωνα με τις διατάξεις των νόμων για την ευθύνη των Υπουργών. ¨ το οποίο με την σειρά του προβλέπει ότι οι Υπουργοί θεωρούνται υπάλληλοι κατά την έννοια του άρθρου 13 περ. α του Ποινικού Κώδικα.

Η ΒΟΥΛΗ
(ΜΕΡΟΣ ΤΡΙΤΟΣ Οργάνωση και λειτουργίες της Πολιτείας, ΤΜΗΜΑ Γ)

Είπαμε ότι η μόνη αρμοδιότητα της Βουλής είναι να νομοθετήσει και μέσω της διαδικασίας αυτής, να ελέγχει την πολιτική της Κυβέρνησης, εγκρίνοντάς την με υπερψήφιση των νομοσχεδίων και των προτάσεων νόμων που αυτή καταθέτει στην Βουλή ή απορρίπτοντας την με την καταψήφιση τους και εάν χρειαστεί, ακόμα και με την απόσυρση της εμπιστοσύνης της σε αυτήν. Οι βουλευτές έχουν την υποχρέωση να συμμετέχουν στις σχετικές συζητήσεις και ψηφοφορίες που γίνονται γι΄αυτό το λόγο στο κοινοβούλιο, αφού πρώτα δίνουν όρκο ότι θα είναι πιστοί στην Πατρίδα και το δημοκρατικό πολίτευμα, ότι θα υπακούν στο Σύνταγμα και τους νόμους και ότι θα εκπληρώνουν ευσυνείδητα τα καθήκοντά τους. Κατά την διεξαγωγή του νομοθετικού έργου, οι βουλευτές έχουν το απεριόριστο δικαίωμα της γνώμης και ψήφου κατά συνείδηση για το οποίο ο βουλευτής δεν καταδιώκεται και δεν εξετάζεται με οποιονδήποτε τρόπο. Έχει επιπλέον ο κάθε βουλευτής το δικαίωμα να μην δώσει μαρτυρία για πληροφορίες που περιήλθαν σ' αυτόν ή δόθηκαν από αυτόν κατά την άσκηση των καθηκόντων του, όπως και για τα πρόσωπα που του εμπιστεύθηκαν τις πληροφορίες ή στα οποία αυτός τις έδωσε.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΤΡΙΤΟ: Καθήκοντα και δικαιώματα των βουλευτών

άρθρο 59
1. Οι βουλευτές πριν αναλάβουν τα καθήκοντά τους δίνουν στο Βουλευτήριο και σε δημόσια συνεδρίαση τον ακόλουθο όρκο: «Ορκίζομαι στο όνομα της Αγίας και Ομοούσιας και Αδιαίρετης Τριάδας να είμαι πιστός στην Πατρίδα και το δημοκρατικό πολίτευμα, να υπακούω στο Σύνταγμα και τους νόμους και να εκπληρώνω ευσυνείδητα τα καθήκοντά μου».

Άρθρο 60
1. Οι βουλευτές έχουν απεριόριστο το δικαίωμα της γνώμης και ψήφου κατά συνείδηση.

Άρθρο 61
1. Ο βουλευτής δεν καταδιώκεται ούτε εξετάζεται με οποιονδήποτε τρόπο για γνώμη ή ψήφο που έδωσε κατά την άσκηση των βουλευτικών καθηκόντων.
3. Ο βουλευτής δεν έχει υποχρέωση μαρτυρίας για πληροφορίες που περιήλθαν σ' αυτόν ή δόθηκαν από αυτόν κατά την άσκηση των καθηκόντων του, ούτε για τα πρόσωπα που του εμπιστεύθηκαν τις πληροφορίες ή στα οποία αυτός τις έδωσε

Μην σας μπερδέψει η διατύπωση των δικαιωμάτων, επειδή είναι αυτά τα οποία εμπεριέχονται συνοπτικά στην διατύπωση του αρθ. 5.1 ως ελευθερία ανάπτυξης της προσωπικότητας την οποία αναλύει και επεκτείνει σε άλλα άρθρα του. Όλες οι σχετικές διατάξεις πηγάζουν από το διεθνές δίκαιο και συγκεκριμένα από το Άρθρο 19 της Οικουμενικής Διακήρυξης των Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων και το αρθ. 10 της ο Σύμβασης της Ρώμης για την Προστασία των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου και των Θεμελιωδών Ελευθεριών, το οποίο είναι μια επεξήγηση του πρώτου.
Άρθρο 19 (Οικουμενική Διακήρυξη )
Καθένας έχει το δικαίωμα της ελευθερίας της γνώμης και της έκφρασης, που σημαίνει το δικαίωμα να μην υφίσταται δυσμενείς συνέπειες για τις γνώμες του, και το δικαίωμα να αναζητεί, να παίρνει και να διαδίδει πληροφορίες και ιδέες, με οποιοδήποτε μέσο έκφρασης, και από όλο τον κόσμο.
’Άρθρο 10 . ΕΣΔΑ - Ελευθερία έκφρασης

1. Παν πρόσωπov έχει δικαίωμα εις την ελευθερίαv εκφράσεως. Το
δικαίωμα τούτο περιλαμβάνει ελευθερίαv γνώμης ως και την
ελευθερίαv λήψεως ή μεταδόσεω πληροφοριών ή ιδεών, άνευ
επεμβάσεως δημόσιων αρχών και ασχέτως συvόρωv. …
2. Η άσκησις τωv ελευθεριώv τoύτωv, συvεπαγoµέvωv καθήκovτα και ευθύvας δύvαται vα υπαχθή εις ωρισµέvας διατυπώσεις, όρους, περιορισμούς ή κυρώσεις, πρoβλεπoµέvoυς υπό του νόμου και αποτελούντος αναγκαία μέτρα εν δημοκρατική κοινωνία δια την εθvικήv ασφάλειαv, την εδαφικήv ακεραιότηταv ή δηµoσίαv ασφάλειαv, την πρoάσπισιv της τάξεως και πρόληψιv του εγκλήματος, την πρoστασίαv της υπoλήψεως ή των δικαιωμάτων των τρίτων, την παρεµπόδισιv της κoιvoλoγήσεως εμπιστευτικών πληρonoριώv ή τηv διασφάλσισιv του κύρους και αμεροληψίας της δικαστικής εξουσίας.

Κατά την άσκηση των δικαιωμάτων και των υποχρεώσεων αυτών, υπάρχουν όμως δυο διαφορές ανάμεσα στους εντολοδόχους και τους αντιπροσώπους τους, δηλαδή ανάμεσα στους πολίτες όταν ασκούν τα δικά τους επαγγέλματα και στους βουλευτές όταν ασκούν το δικό τους προσωρινό ¨επάγγελμα¨ του νομοθέτη και του ελεγκτή της κυβερνητικής πολιτικής. Συγκεκριμένα :

1. Επειδή η διεξαγωγή πραγματικά ελεύθερων συζητήσεων στο κοινοβούλιο, είναι προς όφελος του νομοθετικού έργου και του συλλογικού συμφέροντος του κοινωνικού συνόλου το οποίο υπερτερεί στον προσωπικό συμφέρον του κάθε βουλευτή, κατά την άσκηση του δικαιώματος της ελευθέριας του λόγου του βουλευτή, δεν επιβάλλει το Σύνταγμα όλους τους περιορισμούς που ισχύουν κανονικά (αρθ.10 ΕΣΔΑ), αλλά μόνο έναν : του απαγορεύει την συκοφαντική δυσφήμηση. Χάνουν έτσι οι υπόλοιποι βουλευτές και οι Υπουργοί που είναι οι μόνοι που έχουν πρόσβαση στην Βουλή, κάποια από τα ατομικά δικαιώματά τους, όπως να εγκαλούν στην Δικαιοσύνη συνάδελφο που τους εξύβρισε, τους απείλησε ή κάτι άλλο τους έκανε δια του λόγου του, αλλά κερδίζει η Βουλή, η οποία προστατεύετε από ασήμαντες για αυτήν παρενοχλήσεις κατά την διεξαγωγή του έργου της. Για το έγκλημα της συκοφαντικής δυσφήμισης, τιμωρείται ο βουλευτής κανονικά κατά το νόμο, με την διάφορα ότι η υπόθεση του εκδικάζεται από εφετείο και όχι από πλημμελειοδικείο όπως γίνεται συνήθως. Επιπλέον, για την άσκηση της ποινικής δίωξης, απαιτείται η άδεια της Βουλής, η οποία παίζει ρόλο δικλίδας ασφάλειας που εγγυάται ότι σε καμία περίπτωση ο βουλευτής δεν διώκεται λχ. για πολιτική γνώμη αλλά όντως για συκοφαντική δυσφήμιση και δεν περιορίζεται κατά λάθος η ενισχυμένη ελευθέρια της έκφρασης που απολαμβάνει στην Βουλή. Βεβαίως ότι αυτός ο έλεγχος δεν αφορά την βασιμότητα των κατηγόριων, για την οποία ως νομοθετική εξουσία καμία αρμοδιότητα δεν έχει η Βουλή. Αυτή είναι αποκλειστική δουλειά της Δικαιοσύνης.

Άρθρο 61
2. Ο βουλευτής διώκεται μόνο για συκοφαντική δυσφήμηση, κατά το νόμο, ύστερα από άδεια της Βουλής. Αρμόδιο για την εκδίκαση είναι το Εφετείο. Η άδεια θεωρείται ότι οριστικά δεν δόθηκε, αν η Βουλή δεν αποφανθεί μέσα σε σαράντα πέντε ημέρες αφότου η έγκληση περιήλθε στον Πρόεδρο της Βουλής. Αν η Βουλή αρνηθεί να δώσει την άδεια ή αν περάσει άπρακτη η προθεσμία, η πράξη θεωρείται ανέγκλητη.

2. Η δεύτερη διάφορα έχει σχέση με τις υποχρεώσεις του βουλευτή, οι οποίες λόγο του όρκου του, ενισχύονται κατά πολύ σε σχέση με τις αντίστοιχες υποχρεώσεις των υπόλοιπων Ελλήνων (αρθ.120) Συγκεκριμένα:
Δίνοντας όρκο πίστης, ο βουλευτής επιβεβαιώνει ότι γνωρίζει το Σύνταγμα και τους νόμους καθώς και όλες τις υποχρεώσεις που δεσμεύθηκε να εκπληρώνει ως αντιπρόσωπος του Λαού και έτσι, εάν παραβιάζει τους νόμους ή το Σύνταγμα όταν νομοθετεί, παραβιάζει και τον όρκο του. Λόγο της πλήρης γνώσεως των πράξεων του ώμος, δεν έχει πια το δικαίωμα να επικαλεστεί την άγνοιά του, δηλαδή δεν έχει το δικαίωμα ως κατηγορούμενος για ποινικά αδικήματα να επικαλεστεί την έλλειψη του δόλου, που είναι βασική προϋπόθεση για να τιμωρηθεί κάποιος κατά το νόμο για πράξη η παράληψη. Εάν ο βουλευτής παραβιάζει τον όρκο του κατά την νομοθετική λειτουργία της Πολιτείας, η οποία όπως είπαμε επηρεάζει τα πάντα και τους πάντες, και στην οποία συμμετέχει ως αντιπρόσωπος κάποιων πολιτών, σημαίνει ότι χρησιμοποιεί ο βουλευτής την ψήφο του για λόγους που δεν του δόθηκε από τους εντολοδόχους του και ότι προδίδει έτσι τόσο την εμπιστοσύνη και τα συμφέροντά τους, όσο και το δημοκρατικό πολίτευμα, το οποίο βασίζετε στην νομιμότητα και στην λαϊκή κυριαρχία. Το έγκλημα αυτό είναι έσχατη προδοσία και τιμωρείται αυστηρά από τον Ποινικό Κώδικα (αρθ.134 επ) Ενδεικτικά:

ΠΟΙΝΙΚΩΣ ΚΩΔΙΚΑΣ
ΔΕΥΤΕΡΟ ΒΙΒΛΙΟ: ΕΙΔΙΚΟ ΜΕΡΟΣ
ΠΡΩΤΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ: ΠΡΟΣΒΟΛΕΣ ΤΟΥ ΠΟΛΙΤΕΥΜΑΤΟΣ

Άρθρο 134 Εσχάτη προδοσία

2. Με ισόβια ή πρόσκαιρη κάθειρξη τιμωρείται όποιος,
α) επιχειρεί .. με σφετερισμό της ιδιότητάς του ως οργάνου του Κράτους να καταλύσει ή να αλλοιώσει ή να καταστήσει ανενεργό, διαρκώς ή προσκαίρως, το δημοκρατικό πολίτευμα που στηρίζεται στη λαϊκή κυριαρχία ή θεμελιώδεις αρχές ή θεσμούς του πολιτεύματος αυτού,

Άρθρο134 Α Θεμελιώδεις αρχές και θεσμοί του Πολιτεύματος

Θεμελιώδεις αρχές και θεσμοί του πολιτεύματος θεωρούνται στο πλαίσιο του προηγούμενου άρθρου:
ε) η αρχή της διάκρισης των εξουσιών, όπως προβλέπεται
στο Σύνταγμα,
στ) η αρχή της δέσμευσης του νομοθέτη από το Σύνταγμα και
της εκτελεστικής και της δικαστικής εξουσίας από το Σύνταγμα και τους νόμους,
ζ) η αρχή της ανεξαρτησίας της δικαιοσύνης, και
η) η γενική ισχύς και προστασία των ατομικών δικαιωμάτων που προβλέπει το Σύνταγμα.

Η έσχατη προδοσία ονομάζεται και πολιτικό έγκλημα, επειδή ¨στρέφεται αμέσως κατά της Πολιτείας και τείνει στην ανατροπή ή αλλοίωση της "καθεστηκυίας" τάξεως, η οποία υπάρχει σύμφωνα με το ισχύον πολίτευμα, και ως συναφές προς το πολιτικό έγκλημα θεωρείται εκείνο που τελεί σε τέτοια συνάφεια προς το πολιτικό έγκλημα , ώστε η προσβολή που επέρχεται σε κάποιο έννομο αγαθό να έχει ως άμεσο αποτέλεσμα την παρασκευή των μέσων για τη διάπραξη πολιτικού εγκλήματος υπό την προεκτεθείσα έννοια, το οποίο και προϋποθέτει ως τελεσθέν. Κάθε άλλο έγκλημα, το οποίο δεν έχει τέτοιο χαρακτήρα , δεν υπάγεται στην έννοια του πολιτικού εγκλήματος¨. Αυτός είναι ο ορισμός τον οποίο δίνει η νομολογία του Αρειού Πάγου στο πολιτικό έγκλημα.
Σε περίπτωση τέλεσης πολιτικού εγκλήματος από βουλευτή, δηλαδή σε περίπτωση τέλεσης του δεύτερου πιθανού ποινικού αδικήματος που έχει την δυνατότητα να πράττει ο βουλευτής κατά την διεξαγωγή των συζητήσεων και των ψηφοφοριών στην Βουλή, προβλέπει το Σύνταγμα την ακόλουθη διαδικασία : εάν πρόκειται για αυτόφωρο κακούργημα ο βουλευτής, διώκεται, συλλαμβάνεται, φυλακίζεται ή περιορίζεται κανονικά από τις αρμόδιες Αρχές, όπως όλος ο κόσμος. Αλλιώς, για να ασκήσουν οι Αρχές ποινική δίωξη κατά του βουλευτή, να τον ανακρίνουν, να του πάρουν μαρτυρία, να τον συλλαμβάνουν, να τον φυλακίζουν ή να τον περιορίζουν με άλλον τρόπο, πρέπει οι εισαγγελικές αρχές να πάρουν την άδεια της Βουλής. Η άδεια απαιτείται για τους ίδιους λόγους όπως και στην περίπτωση της συκοφαντικής δυσφήμισης, δηλαδή για την απόκτηση της απόλυτης βεβαιότητας ότι δεν περιορίζεται με κανέναν τρόπο το νόμιμο δικαίωμα του βουλευτή σε ενισχυμένη ελευθέρια της έκφρασης.

Άρθ. 62 Σ Όσο διαρκεί η βουλευτική περίοδος ο βουλευτής δεν διώκεται ούτε συλλαμβάνεται ούτε φυλακίζεται ούτε με άλλο τρόπο περιορίζεται χωρίς άδεια του Σώματος. Επίσης δεν διώκεται για πολιτικά εγκλήματα βουλευτής της Βουλής που διαλύθηκε, από τη διάλυσή της και έως την ανακήρυξη των βουλευτών της νέας Βουλής. Η άδεια θεωρείται ότι δεν δόθηκε, αν η Βουλή δεν αποφανθεί μέσα σε τρεις μήνες αφότου η αίτηση του εισαγγελέα για δίωξη διαβιβάστηκε στον Πρόεδρο της Βουλής. Η τρίμηνη προθεσμία αναστέλλεται κατά τη διάρκεια των διακοπών της Βουλής. Δεν απαιτείται άδεια για τα αυτόφωρα κακουργήματα

Εσχάτη προδοσία, ενδέχεται να έχουν διαπράξει οι βουλευτές οι οποίοι ψηφίσαν υπέρ της θεσμοθέτησης της διαδικασίας απόδοσης ποινικής εύθηνης υπουργών κατά το άρθρο 86 του Συντάγματος και του νόμου 3126/2003, όπως και η Κυβέρνηση η οποία τα πρότεινε, επειδή με σφετερισμό της ιδιότητας τους, όλα αυτά τα πρόσωπα, εν γνώση και προς ίδιο όφελος, κατέλυσαν, αλλοίωσαν και εν μέρη κατέστησαν ανενεργούς , θεμελιώδεις αρχές του δημοκρατικού πολιτεύματός μας και έτσι πλήγωσαν το ίδιο το πολίτευμα αλλοιώνοντάς τον σε σοβαρότατο και πολύ επικίνδυνο βαθμό. Για το ίδιο έγκλημα ευθύνονται και οι βουλευτές που δεν υπερψήφισαν τα νομοσχέδια αυτά , επειδή δεν αντιστάθηκαν με κάθε μέσο στην κατάλυση του Συντάγματος. (αρθ.120Σ, αρθ.134,134 Α ΠΚ). Αναλυτικά:
Τον σφετερισμό της λαϊκής κυριαρχίας και των εξουσιών που απορρέουν από αυτή χωρίς να αντιστέκονται με κάθε μέσο

ΜΕΡΟΣ ΤΡΙΤΟ: Οργάνωση και λειτουργίες της Πολιτείας ΤΜΗΜΑ Δ': Κυβέρνηση ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΔΕΥΤΕΡΟ: Σχέσεις Βουλής και Κυβέρνησης, Αρθ.86 : Λένε οι διατάξεις του άρθρου αυτού, ότι ποινική δίωξη κατά Υπουργού μπορεί να ασκήσει μόνο η Βουλή. Για να γίνει όμως αυτό, πρέπει να βρεθούν πρώτα τουλάχιστον 30 βουλευτές, δηλαδή το 10% του συνόλου των βουλευτών που να μάθουν και να πιστεύουν ότι τελέστηκε κάποιο ποινικό αδίκημα κατά την διεξαγωγή του κυβερνητικού έργου, να πειστούν ότι το έγκλημα έγινε από ή με την συμμετοχή Υπουργών, να διατυπώσουν συγκεκριμένες κατηγόριες εναντίον τους, να βρεθούν μετά άλλοι 121 συνάδελφοι που να θεωρήσουν βάσιμες τις κατηγόριες αυτές και να αποφασίσουν την συγκρότηση ειδικής κοινοβουλευτικής επιτροπής για τη διενέργεια προκαταρκτικής εξέτασης και τέλος, με μια δεύτερη απόφαση της Ολομέλειας της Βουλής. το πόρισμα της επιτροπής αυτής να γίνει δεκτό από την απόλυτη πλειοψηφία των βουλευτών ώστε να ασκηθεί επιτέλους η ποινική δίωξη. Στην λήψη όλων αυτών των αποφάσεων έχουν πάντα δικαίωμα συμμετοχής και ψήφου οι ίδιοι οι κατηγορούμενοι επειδή κατά κανόνα οι Υπουργοί είναι και βουλευτές. Επιπλέον, για να αυξηθούν οι πιθανότητες της ατιμωρησίας, για την διεξαγωγή των ερευνών, την απαγγελία των κατηγόριων, του ελέγχου της βασιμότητάς τους και την άσκηση της ποινικής δίωξης, υπάρχει μια ασφυκτική προθεσμία. Τέλος, εάν όλα αυτά δεν αποδίδουν και κατά λάθος παραπέμπετε κάποιος ενώπιον του Ειδικού Δικαστηρίου που θεσπίζετε ειδικά για την περίπτωση αυτή, τίποτα δεν χάθηκε. Με απόφασή της, η Βουλή έχει το δικαίωμα να παρέμβει στο έργο του, να αναβάλλει ή/και να διακόψει οριστικά την διαδικασία απονομής της δικαιοσύνης οποτεδήποτε θελήσει, δηλαδή και αν ακόμη έχει περαιωθεί η ακροαματική διαδικασία ενώπιον του δικαστηρίου και αναμένεται η έκδοση της απόφασης. (Διευκρινίζω ότι στο τμήμα Βουλή - οργάνωση και λειτουργία, δεν υπάρχει καμία διάταξη που να σχετίζετε με αρμοδιότητα απονομής δικαιοσύνης από την Βουλή, να την οργανώνει, να διευκρινίζει τα κριτήριά της κλπ) Με την θεσμοθέτηση όλων αυτών των ¨δικλίδων ασφάλειας¨ κόπηκαν όλοι οι δρόμοι που οδηγούσαν στην δικαιοσύνη και η πλήρη ατιμωρησία των κυβερνώντων και των συνεργατών τους σε τυχών εγκληματικές πράξεις που τελούν κατά την άσκηση των καθηκόντων τους είναι σίγουρη, αλλά σίγουρη είναι και η ακυρότητα των διατάξεων που την εξασφαλίζουν, καθώς, η Βουλή και η Κυβέρνηση,
α. χρησιμοποιώντας την ψήφο των πολιτών των οποίων αντιπρόσωποι είναι, αλλά χωρίς την σχετική έγκρισή τους, εξασφάλισαν μέσω αυτού του άρθρου σε όλα τα μέλη της Βουλής τα οποία τελέσαν ή τελούν ή θα τελέσουν κυβερνητικά καθήκοντα, δηλαδή στους εαυτούς τους ως πρώην, νυν ή εν δυνάμει κυβερνώντες, όπως και σε όλους τους άλλους που εμπλέκονται, την πλήρη ατιμωρησία για τα ποινικά αδικήματα που τελούνται κατά την άσκηση του κυβερνητικού έργου. Απόκτησαν έτσι έμμεσα πλην σαφώς οι πολιτικοί, το δικαίωμα να κάνουν ότι θέλουν, να πάψουν να κυβερνούν με γνώμονα το κοινό συμφέρον βάση της λαϊκής εντολής για υλοποίηση του προγράμματός τους που έλαβαν στις εκλογές και να παρανομήσουν μέχρι να το ευχαριστηθούν. Μόνο που η κατά το δοκούν άσκηση της εξουσίας και η παρανομία δεν ανήκουν στα καθήκοντα που τους αναθέσαμε και έτσι η αυτό ανάθεση των δικαιωμάτων αυτών αποκτά πραξικοπηματικό χαρακτήρα και θίγει άμεσα την λαϊκή κυριαρχία και το δημοκρατικό πολίτευμα. (αρθ. 4.1, 5.1, 51.2, 59, 82.1, 85, 120.2,3,4 Σ, 134.2,134 Α. στ ΠΚ)
β. ανέθεσαν απαγορευμένη από τα άρθρα 26 και 87 του Συντάγματος δικαστική εξουσία στην Βουλή και κατάργησαν έτσι την ανεξαρτησία και των τρόπο άσκησης των εξουσιών στο Κράτος. Ανέλαβαν με αυτόν τον τρόπο οι ίδιοι οι κατηγορούμενοι και η παρέα τους το δικαίωμα αυτοέλεγχου των εγκληματικών πράξεων τους και της αυτό τιμωρίας ή αυτό απαλλαγής από ευθύνες, μέσω μιας διαδικασίας που δεν εξασφαλίζει τις απαραίτητες προϋποθέσεις της νομιμότητας, της εγκυρότητας και της αμεροληψίας των αποφάσεων. Στην Ελλάδα το σύστημα διακυβέρνησης είναι κοινοβουλευτικό όχι το σύστημα απονομής δικαιοσύνης και επαναφοράς της νομιμότητας. (Σύνταγμα αρθ. 1,20,26,59,70,87 και επ, ΕΣΔΑ αρθ.6, ΠΚ αρθ. 134.2 α, 134 Α ε,στ,ζ,η )
γ. αφαίρεσαν από τους πολίτες ως άμεσα ενδιαφερόμενοι και θιγόμενοι, το δικαίωμα να αναφέρουν ποινικά αδικήματα των κυβερνώντων στις εισαγγελικές αρχές, από αυτές αφαίρεσαν το δικαίωμα να κινηθούν κατόπιν αναφοράς ή αυτεπάγγελτα και να ασκήσουν ποινική δίωξη όταν υπάρχουν αποδείξεις ότι τελέστηκε ποινικό αδίκημα και ενδείξεις για την ταυτότητα του δράστη, και από τα δικαστήρια αφαίρεσαν το δικαίωμα να αποφασίσουν για την βασιμότητα των κατηγόριων. Στους αντιπροσώπούς μας, δώσαμε το δικαίωμα να μας εκπροσωπήσουν στην νομοθετική εξουσία και όχι να είναι πληρεξούσιοί μας στην απονομή της δικαιοσύνης ως καταγγέλλοντες , ως κριτές τις βασιμότητας των ίδιων των καταγγελιών τους, ως εισαγγελείς και δικαστές του εαυτού τους και των συνένοχων τους. Εάν θέλαμε κάτι τέτοιο, θα φτιάναμε λαϊκά δικαστήρια και θα τελείωνε η ιστορία. Ευχαριστούμε αλλά δεν θα πάρουμε. Μας αρέσει ο διαχωρισμός και η ανεξαρτησία των εξουσιών στον Κράτος, μας αρέσει οι εξουσίες αυτές να ασκούνται αποκλειστικά υπέρ μας, μας αρέσει να μην είσαστε κηδεμόνες μας αλλά απλοί αντιπρόσωποι οι οποίοι τιμωρούνται αυστηρά εάν προδίδουν την εμπιστοσύνη μας και δεν εκτελούν τα καθήκοντά τους με υποταγή στο Σύνταγμα και στους νόμους που συμφωνούν με αυτό και με αφοσίωση στην Πατρίδα και στην Δημοκρατία. Μας αρέσει δηλαδή το δημοκρατικό πολίτευμά μας και δεν δεχόμαστε τις αλλαγές που κάνατε σε αυτόν. Γι΄αυτό καήκατε κύριοι και για το καλό όλων μας, ελπίζω να σας τιμωρήσει η Δικαιοσύνη έτσι ώστε να μην αναγκαστούμε να το κάνουμε εμείς. Φωνή Λαού οργή Θεού. Οργή Λαού ;; (Σύνταγμα:αρθ. 1,20,26,28,51.2,52,59,85,87επ,120, ΕΣΔΑ 6, 13 ΠΚ 134.2, 134 Α ε, στ, η ,ζ

Ως προϊών εγκληματικής πράξης το άρθρο αυτό είναι άκυρο όπως και ο νόμος περί της ποινικής ευθύνης των υπουργών το οποίο πηγάζει από αυτόν. ΑΛΛΑ,
Ακόμα και εάν το άρθρο 86 δεν είναι προϊόν εγκληματικής πράξης, πάλι άκυρο είναι και δεν πρέπει να ληφθεί υπόψη από την Δικαιοσύνη, καθώς οι διατάξεις του είναι αντιφατικές με τις περισσότερες διατάξεις του Συντάγματος, όπως, 1, 4, 5.1, 20, 25, 26, 28, 87, 120 κλπ, ΕΣΔΑ αρθ. 1,6,13,14,17,18. (Οι διατάξεις αυτές θεσπίζουν την αρχή της ισότητας όλων των Ελλήνων ενώπιον του νόμου, της απαγόρευσης των διακρίσεων και της καταχρηστικής άσκηση δικαιώματος, της ανεξαρτησίας των εξουσιών στο κράτος, της έγκαιρης, έγκυρης, δίκαιης και αμερόληπτης παροχής έννομης προστασίας αποκλειστικά από τα δικαστήρια μέσω των τεκμηριωμένων και εμπεριστατωμένων αποφάσεων τους που εκτελούνται στο όνομα του Λαού, της ελεύθερης συμμετοχής του καθενός στην κοινωνική , οικονομική και πολιτική ζωή της χώρας μόνο εάν δεν παραβιάζει το Σύνταγμα και τους νόμους κλπ) Όταν υπάρχουν αντιφατικές διατάξεις αυτονόητο είναι ότι δεν μπορούν να ισχύουν ταυτόχρονα επειδή η μια αναιρεί την άλλη. Αυτονόητο είναι επίσης και ότι δεν μπορούν να είναι όλες νόμιμες και ότι οι παράνομες είναι εκείνες του άρθρου 86. Γι΄αυτό πρέπει να αγνοηθούν πλήρως από την Δικαιοσύνη, καθώς οι δικαστές και τα δικαστήρια κατά την άσκηση των καθηκόντων τους υπόκεινται μόνο στο Σύνταγμα και δεν πρέπει να συμμορφώνονται με διατάξεις που έχουν τεθεί κατά κατάλυσή του. Την ίδια αδιαφορία πρέπει να δείξει και στο νόμο περί ευθύνης υπουργών το οποίο στηρίζεται εξολοκλήρου σε άκυρες συνταγματικές διατάξεις και έτσι είναι και αυτό άκυρο. Σύμφωνα με όλα όσα μέχρι τώρα είπαμε, η Δικαιοσύνη έχει καθήκον να ασκήσει ποινική δίωξη, να δικάσει , να καταδικάσει και να τιμωρήσει τους κυβερνώντες κανονικότατα, βάσει του Ποινικού Κώδικα και του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας που ισχύουν για όλους τους Έλληνες αδιακρίτως.
Το αστείο της υπόθεσης είναι, ότι εάν κάνουμε μια σύγκριση ανάμεσα στους βουλευτές και στους υπουργούς, σε περίπτωση τέλεσης ποινικών αδικημάτων κατά την άσκηση των καθηκόντων τους, εξαιτίας του άρθρου 86, ούτε καν μεταξύ τους δεν εξασφαλίζεται η ισότητα ενώπιον του νόμου, καθώς οι βουλευτές δεν έχουν ασυλία ενώ οι υπουργοί έχουν. Επιπλέον:
α. Στην περίπτωση των βουλευτών, την ποινική δίωξή την ασκεί ο εισαγγελέας, οι υποθέσεις τους εκδικάζονται από τα κανονικά δικαστήρια όπως ακριβώς γίνετε με τους υπόλοιπους πολίτες εάν εγκληματήσουν, με μόνη εξαίρεση την συκοφαντική δυσφήμηση η οποία εκδικάζεται από εφετείο και όχι από πλημμελειοδικείο, και τα εγκλήματά τους παραγράφονται κανονικά, δηλαδή μετά 20 ή 15 έτη τα κακουργήματα ανάλογα εάν ο νόμος προβλέπει γι' αυτά την ποινή της ισόβιας κάθειρξης ή όχι, μετά πέντε έτη τα πλημμελήματα και με δυνατότητα παράτασης της παραγραφής για άλλα 5 ή 3 έτη αντίστοιχα.
β. Στην περίπτωση των Υπουργών, την ποινική δίωξη την ασκεί η Βουλή, όλες οι υποθέσεις τους εκδικάζονται από Ειδικό Δικαστήριο (13 ανώτατοι δικαστές) και όλα τα κυβερνητικά εγκλήματά τους παραγράφονται σε λίγα χρόνια σύμφωνα με το Σύνταγμα και σε 5 σύμφωνα με τον νόμο περί της ποινικής ευθύνης υπουργών.
Διευκρίνιση-υπενθύμιση: Όταν λέμε ¨Υπουργός¨ εννοούμε πάντα μέλη ή πρώην μέλη της κυβέρνησης και υφυπουργούς.
Όταν όμως πρόκειται για ένα και μόνο πρόσωπο το οποίο είναι ταυτόχρονα υπουργός και βουλευτής τι γίνεται; Ποιος θα ασκήσει δίωξη ενάντιων του; Οι εισαγγελικές αρχές ή η Βουλή; Ποιος θα τον δικάσει για συκοφαντική δυσφήμιση; Το Εφετείο ή το Ειδικό Δικαστήριο; Αλλά για έσχατη προδοσία; Το Μικτό Ορκωτό Δικαστήριο ή το Ειδικό Δικαστήριο; Το έγκλημα του αυτό, πότε θα παραγράφει; Σε περισσότερο από 15 χρόνια από την αποκατάσταση της νομιμότητας (Σύνταγμα αρθ. 120. 3 ) ή σε 5 χρόνια από την τέλεση της πράξης; ( Σύνταγμα αρθ.86, νόμος 3126/2003) Ή για το ίδιο έγκλημα θα έχει διαφορετική αντιμετώπιση από τον νόμο ανάλογα με το εάν την διέπραξε ως βουλευτής ή ως Υπουργός;

Συμπεράσματα:
1. Κατά την διάρκεια των συζητήσεων και των ψηφοφοριών στο κοινοβούλιο, όπου οι βουλευτές βρίσκονται ως αντιπρόσωποί μας και όχι του εαυτού τους, απολαμβάνει ο κάθε βουλευτής μια ενισχυμένη ελευθέρια έκφρασης, η οποία αποτελείται κυρίως από το δικαίωμα γνώμης και ψήφου κατά συνείδηση, για το οποίο δεν τιμωρείτε με κανέναν τρόπο. Εξαίρεση από τον κανόνα αυτό γίνεται εάν ο βουλευτής προσβάλει με δόλο την τιμή ή την υπόληψη κάποιου άλλου ή εάν παραβιάζει τον όρκο του. Αυτά, δηλαδή η συκοφαντική δυσφήμιση και η έσχατη προδοσία, είναι τα μοναδικά εγκλήματα τα οποία έχει την δυνατότητα να διαπράξει ο βουλευτής δια του λόγου ή την ψήφο του κατά την άσκηση των καθηκόντων του και τιμωρείται κανονικά από τον νόμο. Σε περίπτωση όμως που η εναντίον του κατηγόριες δεν αφορούν αυτόφωρο κακούργημα, χρειάζεται να ελέγξει η Βουλή την νομιμότητα τους, έτσι ώστε να υπάρχει η βεβαιότητα ότι δεν περιορίζεται κατά λάθος η ενισχυμένη ελευθερία έκφρασης στην Βουλή και ότι οι κατηγόριες αφορούν όντως αυτά τα δυο εγκλήματα. Ο έλεγχος αυτός αφορά βεβαίως μόνο την φύση των κατηγόριων και όχι την βασιμότητά τους, για την οποία αποκλειστικά αρμοδία είναι η Δικαιοσύνη, η όποια είναι εντελώς ανεξάρτητη εξουσία και η παρέμβαση στον έργο της απαγορεύεται εντελώς. Για όλες τις άλλες παράνομες πράξεις που δεν αφορούν γνώμη ή ψήφο που έδωσε στο κοινοβούλιο, ο βουλευτής ως Έλλην πολίτης που είναι, απολαμβάνει με τους υπόλοιπους Έλληνες την πλήρη ισότητα ενώπιον του νόμου και δέχεται τις ίδιες συνέπειες με αυτούς.
Το ίδιο ακριβώς ισχύει και για τους υπουργούς, μόνο που στην περίπτωσή τους, επειδή κατά την άσκηση των κυβερνητικών καθηκόντων δεν απολαμβάνουν κανένα ενισχυμένο δικαίωμα, δεν χρειάζεται ποτέ η άδεια της Βουλής για να μπορούν να δικαστούν για πράξη ή παράληψη που τιμωρείται από τον νόμο. Το ενδιαφέρον όμως είναι, ότι στην ελληνική πραγματικότητα οι βουλευτές τιμωρούνται για ψήφο κατά συνείδηση με διαγραφή από το κόμμα στο οποίο ανήκουν, αλλά δεν τιμωρούνται από την Δικαιοσύνη για παραβιάσεις του Κώδικα Οδικής Κυκλοφορίας, για ακάλυπτες επιταγές, για μη συμμόρφωση σε απόφαση δικαστηρίου και άλλα τέτοια εγκλήματα κοινού ποινικού δικαίου, επειδή η Δικαιοσύνη ζητάει άδεια από τους ίδιους τους παραβάτες του νόμου, από τους φίλους και τους συνάδελφους τους και αυτοί αρνούνται πεισματικά να της την δώσει !!! Οι Δικαστικοί Λειτουργοί δεν ξέρουν ότι όσον αφορά την απονομή της δικαιοσύνης οι αρμοδιότητες της Βουλής είναι ίδιες με εκείνες του εμπορικού συλλόγου όταν κατηγορείτε μέλος του για παιδεραστία, για ακάλυπτες επιταγές ή για φοροδιαφυγή; Να μας εξηγήσει η Δικαιοσύνη γιατί ως ανεξάρτητη εξουσία που είναι, ζητάει άδεια από οποιωνδήποτε αντί να κάνει την δουλειά για την οποία ιδρύθηκε ως θεσμός και αμείβεται από τον Λαό: να τιμωρήσει όλους όσους παραβιάζουν το Σύνταγμα και τους νόμους και να αποκαταστήσει την νομιμότητα ! Επίσης, καλά θα έκανε να μας εξηγήσει και η Βουλή από πού πήρε την εξουσία να ερευνήσει εγκλήματα και να αποφασίσει κατά το δοκούν για την ένοχη ή την αθωότητα οποιουδήποτε. Από πού πήρε δηλαδή δικαστική εξουσία και δικαίωμα να εμποδίσει το έργο της δικαιοσύνης; Τέλος, να μας εξηγήσουν και τα κόμματα γιατί τιμωρούν τους βουλευτές τους όταν κάνουν το καθήκον τους, δηλαδή όταν ψηφίζουν κατά συνείδηση και η ψήφος τους δεν είναι σε αντίθεση με τον όρκο τους; Και σε περίπτωση που είναι, γιατί δεν τους καταγελούν στην Δικαιοσύνη για έσχατη προδοσία για να τιμωρηθούν με ισόβια κάθειρξη και όχι με παραγραφή από το κόμμα;
2. Μέσω του άρθρου 86 του Συντάγματος η Βουλή και η Κυβέρνηση, με τρόπο έως και πραξικοπηματικό, ανέθεσαν στους εαυτούς τους εξουσίες και δικαιώματα τα οποία εμείς ως κυρίαρχος Λαός δεν τους δώσαμε. Έθεσαν έτσι υπό κηδεμονία την λαϊκή κυριαρχία και εξασφάλισαν για τους εαυτούς τους ως απόλυτοι άρχοντες του τόπου, το δικαίωμα διακυβέρνησης τύπου ¨Γιάννης κερνάει Γιάννης πίνει και οι εργοδότες πληρώνουν τον λογαριασμό¨. Οι εργοδότες είμαστε εμείς και ο λογαριασμός ανέρχεται αυτή την στιγμή σε τουλάχιστον 350 δις ευρώ, όσο και το έλλειμμα το οποίο προκλήθηκε σταδιακά με ευθύνη της εκάστοτε Κυβέρνησης, η οποία ως επικεφαλής της εκτελεστικής εξουσίας είναι η μόνη αρμόδια να αποφασίζει την έκταση των φόρων και των δασμών, να τους συλλέγει και να χρησιμοποιεί τα χρήματα για την πληρωμή των μισθών των δημόσιων υπαλλήλων που οι ίδια προσλαμβάνει και των άλλων κυβερνητικών δαπανών. Τώρα που ξέρετε την διαδικασία καταλαβαίνετε γιατί δεν τιμωρήθηκε κανείς για την τραγική κατάσταση στην οποία κατάντησε η χώρα, για την πρωτιά της στην διεθνή κατάταξη των ελλειμμάτων, για την φοβερή δυσφήμηση της ενώπιον της παγκόσμιας κοινότητας, για την προσφυγή στο ΔΝΤ και την παραχώρηση μέρος της εθνικής κυριαρχίας κλπ;
3. Έχω διαβάσει σε κείμενα πολιτικών ότι ¨ιστορικά, (δηλαδή από το 1844) ο λόγος της ύπαρξης ειδικής δωσιδικίας ως προς την ποινική ευθύνη των υπουργών σχετιζόταν με την επιθυμία της Πολιτείας να προστατεύσει τους πολιτικούς που είχαν διατελέσει ή διατελούσαν υπουργοί από ενδεχόμενα εκβιαστικής ή στρεψόδικης δίωξής τους για λόγους πολιτικής ή προσωπικής αντεκδίκησης. ¨
Μόνο που :
- τότε δεν υπήρχε Δημοκρατία και η Πολιτεία δεν ήταν υποχρεωμένη να εξασφαλίσει σε όλους τους πολίτες το δικαιώματα και τις ίδιες υποχρεώσεις
- η στρεψοδικία δεν επιτρέπεται από την δικαιοσύνη ενώ ο εκβιασμός και η ψευδής καταμήνυση είναι ποινικά κολάσιμες πράξεις που τιμωρούνται από τον νόμο.
Συνεπώς καμία δικαιολογία δεν υπάρχει για την ύπαρξη του άρθρου 86 και της επιβλαβής προστασίας που παρέχει σε ανθρώπους οι όποιοι παίζουν με τις τύχες μας και μπορούν να μας βλάπτουν ανεπανόρθωτα. Εάν δεν το έκαναν ήδη. Και αλήθεια, γιατί φρόντισαν οι πολιτικοί να έχουν ειδική μεταχείριση και προστασία ; Μπήκαν στη πολιτική για να παρανομήσουν και να ασκήσουν την εξουσία κατά το δοκούν προς ιδίως όφελος, ή είναι έντιμοι άνθρωποι οι οποίοι δεν έχουν εμπιστοσύνη στην Δικαιοσύνη ; Τι από αυτά ισχύει και τι είναι χειρότερο ;


ΜΕΡΟΣ ΤΡΙΤΟ: Οργάνωση και λειτουργίες της Πολιτείας
ΤΜΗΜΑ Δ': Κυβέρνηση
ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΔΕΥΤΕΡΟ: Σχέσεις Βουλής και Κυβέρνησης

Άρθρο 86 ( ΟΠΩΣ ΑΝΑΘΕΩΡΗΘΗΚΕ ΤΟ 2001 )
1. Μόνο η Βουλή έχει την αρμοδιότητα να ασκεί δίωξη κατά όσων διατελούν ή διετέλεσαν μέλη της Κυβέρνησης ή Υφυπουργοί για ποινικά αδικήματα που τέλεσαν κατά την άσκηση των καθηκόντων τους, όπως νόμος ορίζει. Απαγορεύεται η θέσπιση ιδιώνυμων υπουργικών αδικημάτων.
2. Δίωξη, ανάκριση, προανάκριση ή προκαταρκτική εξέταση κατά των προσώπων και για τα αδικήματα που αναφέρονται στην παράγραφο 1 δεν επιτρέπεται χωρίς προηγούμενη απόφαση της Βουλής κατά την παράγραφο 3. Αν στο πλαίσιο άλλης ανάκρισης, προανάκρισης, προκαταρκτικής εξέτασης ή διοικητικής εξέτασης προκύψουν στοιχεία, τα οποία σχετίζονται με τα πρόσωπα και τα αδικήματα της προηγούμενης παραγράφου, αυτά διαβιβάζονται αμελλητί στη Βουλή από αυτόν που ενεργεί την ανάκριση, προανάκριση ή εξέταση.
3. Πρόταση άσκησης δίωξης υποβάλλεται από τριάντα τουλάχιστον βουλευτές. Η Βουλή, με απόφασή της που λαμβάνεται με την απόλυτη πλειοψηφία του όλου αριθμού των βουλευτών συγκροτεί ειδική κοινοβουλευτική επιτροπή για τη διενέργεια προκαταρκτικής εξέτασης, διαφορετικά, η πρόταση απορρίπτεται ως προδήλως αβάσιμη. Το πόρισμα της επιτροπής του προηγούμενου εδαφίου εισάγεται στην Ολομέλεια της Βουλής, η οποία αποφασίζει για την άσκηση ή μη δίωξης. Η σχετική απόφαση λαμβάνεται με την απόλυτη πλειοψηφία του όλου αριθμού των βουλευτών. Η Βουλή μπορεί να ασκήσει την κατά την παράγραφο 1 αρμοδιότητά της μέχρι το πέρας της δεύτερης τακτικής συνόδου της βουλευτικής περιόδου που αρχίζει μετά την τέλεση του αδικήματος. Με τη διαδικασία και την πλειοψηφία του πρώτου εδαφίου της παραγράφου αυτής η Βουλή μπορεί οποτεδήποτε να ανακαλεί την απόφασή της ή να αναστέλλει τη δίωξη, την προδικασία ή την κύρια διαδικασία.
4. Αρμόδιο για την εκδίκαση των σχετικών υποθέσεων σε πρώτο και τελευταίο βαθμό είναι, ως ανώτατο δικαστήριο, Ειδικό Δικαστήριο που συγκροτείται για κάθε υπόθεση από έξι μέλη του Συμβουλίου της Επικρατείας και επτά μέλη του Αρείου Πάγου. Τα τακτικά και αναπληρωματικά μέλη του Ειδικού Δικαστηρίου κληρώνονται, μετά την άσκηση δίωξης, από τον Πρόεδρο της Βουλής σε δημόσια συνεδρίαση της Βουλής, μεταξύ των μελών των δύο ανώτατων αυτών δικαστηρίων, που έχουν διορισθεί ή προαχθεί στο βαθμό που κατέχουν πριν από την υποβολή πρότασης για άσκηση δίωξης. Του Ειδικού Δικαστηρίου προεδρεύει ο ανώτερος σε βαθμό από τα μέλη του Αρείου Πάγου που κληρώθηκαν και μεταξύ ομοιόβαθμών ο αρχαιότερος. Στο πλαίσιο του Ειδικού Δικαστηρίου της παραγράφου αυτής λειτουργεί Δικαστικό Συμβούλιο που συγκροτείται για κάθε υπόθεση από δύο μέλη του Συμβουλίου της Επικρατείας και τρία μέλη του Αρείου Πάγου. Τα μέλη του Δικαστικού Συμβουλίου δεν μπορεί να είναι και μέλη του Ειδικού Δικαστηρίου. Με απόφαση του Δικαστικού Συμβουλίου ορίζεται ένα από τα μέλη του που ανήκει στον Αρειο Πάγο ως ανακριτής. Η προδικασία λήγει με την έκδοση βουλεύματος. Καθήκοντα εισαγγελέα στο Ειδικό Δικαστήριο και στο Δικαστικό Συμβούλιο της παραγράφου αυτής ασκεί μέλος της Εισαγγελίας του Αρείου Πάγου που κληρώνεται μαζί με τον αναπληρωτή του. Το δεύτερο και τρίτο εδάφιο της παραγράφου αυτής εφαρμόζονται και για τα μέλη του Δικαστικού Συμβουλίου ενώ το δεύτερο εδάφιο και για τον εισαγγελέα. Σε περίπτωση παραπομπής προσώπου που είναι ή διετέλεσε μέλος της Κυβέρνησης ή Υφυπουργός ενώπιον του Ειδικού Δικαστηρίου συμπαραπέμπονται και οι τυχόν συμμέτοχοι, όπως νόμος ορίζει.
5. Αν για οποιονδήποτε άλλο λόγο, στον οποίο περιλαμβάνεται και η παραγραφή, δεν περατωθεί η διαδικασία που αφορά δίωξη κατά προσώπου που είναι ή διετέλεσε μέλος της Κυβέρνησης ή Υφυπουργός, η Βουλή μπορεί, ύστερα από αίτηση του ίδιου ή των κληρονόμων του, να συστήσει ειδική επιτροπή στην οποία μπορούν να μετέχουν και ανώτατοι δικαστικοί λειτουργοί για τον έλεγχο της κατηγορίας.
Άλλες Συνταγματικές διατάξεις:
Άρθρο 1 Σ
1. Το πολίτευμα της Ελλάδας είναι Προεδρευόμενη Κοινοβουλευτική Δημοκρατία.
2. Θεμέλιο του πολιτεύματος είναι η λαϊκή κυριαρχία.
3. Όλες οι εξουσίες πηγάζουν από το Λαό, υπάρχουν υπέρ αυτού και του Έθνους και ασκούνται όπως ορίζει το Σύνταγμα
Άρθ 4 Σ

1. Οι Έλληνες είναι ίσοι ενώπιον του νόμου.
2. Οι Έλληνες και οι Ελληνίδες έχουν ίσα δικαιώματα και υποχρεώσεις
4. Μόνο Έλληνες πολίτες είναι δεκτοί σε όλες τις δημόσιες λειτουργίες, εκτός από τις εξαιρέσεις που εισάγονται με ειδικούς νόμους.
Άρθρο 5
1. Καθένας έχει δικαίωμα να αναπτύσσει ελεύθερα την προσωπικότητά του και να συμμετέχει στην κοινωνική, οικονομική και πολιτική ζωή της Χώρας, εφόσον δεν προσβάλλει τα δικαιώματα των άλλων και δεν παραβιάζει το Σύνταγμα ή τα χρηστά ήθη.
Άρθρο 26 Σ
1. Η νομοθετική λειτουργία ασκείται από τη Βουλή και τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας.
2. Η εκτελεστική λειτουργία ασκείται από τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας και την Κυβέρνηση.
3. Η δικαστική λειτουργία ασκείται από τα δικαστήρια• οι αποφάσεις τους εκτελούνται στο όνομα του Ελληνικού Λαού
Άρθρο 110 Σ
1. Οι διατάξεις του Συντάγματος υπόκεινται σε αναθεώρηση, εκτός από εκείνες που καθορίζουν τη βάση και τη μορφή του πολιτεύματος, ως Προεδρευομένης Κοινοβουλευτικής Δημοκρατίας, καθώς και από τις διατάξεις των άρθρων 2, παράγραφος 1, 4 παράγραφοι 1, 4 και 7, 5 παράγραφοι 1 και 3, 13 παράγραφος 1 και 26.
Άρθρο 51

2. Οι βουλευτές αντιπροσωπεύουν το Έθνος

Άρθρο 70

2. Η Βουλή ασκεί το νομοθετικό της έργο σε Ολομέλεια.

Άρθρο 87
1. Η δικαιοσύνη απονέμεται από δικαστήρια συγκροτούμενα από τακτικούς δικαστές που απολαμβάνουν λειτουργική και προσωπική ανεξαρτησία
2. Οι δικαστές κατά την άσκηση των καθηκόντων τους υπόκεινται μόνο στο Σύνταγμα και στους νόμους, και σε καμία περίπτωση δεν υποχρεούνται να συμμορφώνονται με διατάξεις που έχουν τεθεί κατά κατάλυση του Συντάγματος.
3. Η επιθεώρηση των τακτικών δικαστών ενεργείται από δικαστές ανώτερου βαθμού καθώς και από τον Εισαγγελέα, τους Αντεισαγγελείς του Αρείου Πάγου, των δε εισαγγελέων από αρεοπαγίτες και εισαγγελείς ανώτερου βαθμού, σύμφωνα με τους ορισμούς του νόμου

Άρθ 120 Σ
2. Ο σεβασμός στο Σύνταγμα και τους νόμους που συμφωνούν με αυτό και η αφοσίωση στην Πατρίδα και τη Δημοκρατία αποτελούν θεμελιώδη υποχρέωση όλων των Ελλήνων.
3. Ο σφετερισμός, με οποιονδήποτε τρόπο, της λαϊκής κυριαρχίας και των εξουσιών που απορρέουν από αυτή διώκεται μόλις αποκατασταθεί η νόμιμη εξουσία, οπότε αρχίζει και η παραγραφή του εγκλήματος.
4. Η τήρηση του Συντάγματος επαφίεται στον πατριωτισμό των Ελλήνων, που δικαιούνται και υποχρεούνται να αντιστέκονται με κάθε μέσο εναντίον οποιουδήποτε επιχειρεί να το καταλύσει με τη βία.
ΠΟΙΝΙΚΟΣ ΚΩΔΙΚΑΣ
Άρθ. 134
1. Τιμωρείται με την ποινή της ισόβιας ή πρόσκαιρης κάθειρξης:
Α) όποιος αποπειράται να αποστερήσει με οποιονδήποτε τρόπο τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας** ή αυτόν που ασκεί την προεδρική εξουσία** από την εξουσία που έχουν κατά το Σύνταγμα,*
Β) όποιος αποπειράται με σωματική βία ή με απειλές σωματικής βίας:
α) να παρεμποδίσει κάποιoν απ' αυτούς από την άσκηση της συνταγματικής εξουσίας του ή να τον εξαναγκάσει να επιχειρήσει πράξη που απορρέει από αυτή την εξουσία και
β) να μεταβάλλει το πολίτευμα του Κράτους.
2. Με ισόβια ή πρόσκαιρη κάθειρξη τιμωρείται όποιος, εκτός από την περίπτωση της προηγούμενης παραγράφου:
α) επιχειρεί με βία ή απειλή βίας ή με σφετερισμό της ιδιότητάς του ως οργάνου του Κράτους να καταλύσει ή να αλλοιώσει ή να καταστήσει ανενεργό, διαρκώς ή προσκαίρως, το δημοκρατικό πολίτευμα που στηρίζεται στη λαϊκή κυριαρχία ή θεμελιώδεις αρχές ή θεσμούς του πολιτεύματος αυτού,*
β) επιχειρεί με τα μέσα που αναφέρονται στο προηγούμενο εδάφιο και με τρόπο πρόσφορο να διαταράξει την ομαλή λειτουργία του πολιτεύματος, να αποστερήσει ή να παρακωλύσει τη Βουλή, την Κυβέρνηση ή τον Πρωθυπουργό από την ενάσκηση της εξουσίας που τους παρέχει το Σύνταγμα ή να τους εξαναγκάσει να εκτελέσουν ή να παραλείψουν πράξεις που απορρέουν από την εξουσία αυτή,*
γ) ασκεί ή άσκησε την εξουσία που ο ίδιος ή άλλος κατέβαλε με τους τρόπους και με τα μέσα που προβλέπει το άρθρο αυτό.
3. Οποιος αποπειράται να θανατώσει τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας ή εκείνον που ασκεί την προεδρική εξουσία τιμωρείται με [θάνατο ή]*** ισόβια κάθειρξη.

Αρθ. 134 Α
Θεμελιώδεις αρχές και θεσμοί του πολιτεύματος θεωρούνται στο πλαίσιο του προηγούμενου άρθρου:
α) η ανάδειξη του Αρχηγού του Κράτους με εκλογή,*
β) το δικαίωμα του λαού να εκλέγει τη Βουλή με γενικές, άμεσες,
ελεύθερες, ίσες και μυστικές ψηφοφορίες μέσα στα συνταγματικά χρονικά πλαίσια,*
γ) το κοινοβουλευτικό σύστημα διακυβέρνησης,*
δ) η αρχή του πολυκομματισμού,*
ε) η αρχή της διάκρισης των εξουσιών, όπως προβλέπεται
στο Σύνταγμα,*
στ) η αρχή της δέσμευσης του νομοθέτη από το Σύνταγμα και
της εκτελεστικής και της δικαστικής εξουσίας από το Σύνταγμα και τους νόμους,*
ζ) η αρχή της ανεξαρτησίας της δικαιοσύνης, και
η) η γενική ισχύς και προστασία των ατομικών δικαιωμάτων που προβλέπει το Σύνταγμα.


Σύνταγμα http://el.wikisource.org/wiki/%CE%A3%CF%8D%CE%BD%CF%84%CE%B1%CE%B3%CE%BC%CE%B1_%CF%84%CE%B7%CF%82_%CE%95%CE%BB%CE%BB%CE%AC%CE%B4%CE%B1%CF%82
Σύμβαση της Ρώμης για την Προστασία των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου και των Θεμελιωδών Ελευθεριών (ΕΣΔΑ) http://www.echr.coe.int/NR/rdonlyres/E4317264-DB27-42FE-873E-1ECCACABB045/0/GreekGrec.pdf
Οικουμενική Διακήρυξη των Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων
http://el.wikisource.org/wiki/%CE%9F%CE%B9%CE%BA%CE%BF%CF%85%CE%BC%CE%B5%CE%BD%CE%B9%CE%BA%CE%AE_%CE%94%CE%B9%CE%B1%CE%BA%CE%AE%CF%81%CF%85%CE%BE%CE%B7_%CE%B3%CE%B9%CE%B1_%CF%84%CE%B1_%CE%91%CE%BD%CE%B8%CF%81%CF%8E%CF%80%CE%B9%CE%BD%CE%B1_%CE%94%CE%B9%CE%BA%CE%B1%CE%B9%CF%8E%CE%BC%CE%B1%CF%84%CE%B1
ΝΟΜΟΣ περί ευθύνης υπουργών – 3126/2003
http://docs.google.com/viewer?a=v&q=cache:iluUT1GkjlwJ:www.civilitas.gr/books/laws/3126-2003.pdf+%CE%9D%CE%9F%CE%9C%CE%9F%CE%A3+-+3126+-+2003&hl=el&pid=bl&srcid=ADGEESiX6oBNzTu-m4ofT0Lg3vO2nJkiQxUtbSocbWo-G-Ai2lnrosa_Ij8P5odO7GGolMPrbvbI8kdHoU2XVUsouOc1m0_1g_QEyBLBvKzQspKi29OQbGqOFHwf9pP2OTM8KUUa6Mah&sig=AHIEtbS--adsPbRcHdDrGqD7mWf0WRn-tw
Άλλες πήγες :
http://www.dsa.gr/
http://www.tovima.gr/default.asp?pid=46&ct=32&artid=149708&dt=19/06/2005
http://www.tovima.gr/default.asp?pid=2&artid=173478&ct=32&dt=28/05/2006
http://kostasbeys.gr/articles.php?s=4&mid=1479&mnu=3&id=23212
http://www.eklektiko.gr/%CE%B5%CF%80%CF%83%CE%B5-e%CF%86%CE%B5%CF%84%CE%B5%CE%AF%CE%BF-%CE%B1%CE%B8%CE%B7%CE%BD%CF%8E%CE%BD-%CE%B1%CE%B3%CE%BD%CE%BF%CE%B5%CE%AF-%CE%B5%CF%85%CF%81%CF%89%CE%BA%CE%B1%CF%84%CE%B1%CE%B4%CE%AF

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου