Δε συνηθίζω να εκφράζω το θυμό μου στα λόγια και τις πράξεις που με βρίσκουν αντίθετη, ούτε να υψώνω φωνή σε δημόσιους χώρους, ή να μη δείχνω ανοχή στις απόψεις που μου φαίνονται ανόητες ή ανούσιες. Αλλά ο τρόπος που κάποιες ομάδες και μεμονωμένα άτομα αντιμετωπίζουν την απαγόρευση του καπνίσματος... στους δημόσιους χώρους με κάνει να διαπιστώνω πόση στενότητα σκέψης και κακομοιριά κρύβεται στη χώρα μας. Έχει δημιουργηθεί ομάδα δράσης των ιδιοκτητών μπαρ και συναφών ενάντια στην απαγόρευση – μια κίνηση που, αντιγράφοντας παρόμοιες μείζονος όμως σημασίας, κάνει έκκληση «υπέρ των δικαιωμάτων μας…» και τα λοιπά. Γράφονται άρθρα του τύπου «αχ, και πού να πάμε τώρα πια τα Σαββατόβραδα να διασκεδάσουμε… σε κανένα νοσοκομείο καλύτερα», που δημοσιεύονται σε δημοφιλή κυριακάτικα περιοδικά.
Τι είναι τώρα αυτό; Ποιο φόβο αγαπήσαμε πάλι; Και γιατί υπάρχει αυτή η τάση των αριστερών να υπερασπίζονται κοντόφθαλμα οτιδήποτε τάσσεται κατά κάτι άλλου, ακόμα και μιας απλής συνήθειας; Αριστεροί όλου του τόπου, ενωθείτε και πείτε μας αν η υπεράσπιση των οικονομικών συμφερόντων των καφετεριών και νυχτομάγαζων, έναν τόσο κυνικά καπιταλιστικό στόχο που θέτετε, είναι σημαντικότερη από την υπεράσπιση της δημόσιας υγείας. Ποιο είναι το άλλο επιχείρημα των πολέμιων του μέτρου; Λένε ότι παλιά δεν ίσχυε η απαγόρευση, και δήθεν η κοινωνία, τα μέλη της οποίας συγχρωτίζονταν στους χώρους μαζικής εστίασης, βρισκόταν σε αρμονία(!)… Μας λένε, δηλαδή, «Ε, παλιά δεν ίσχυε η απαγόρευση». Σαν κακομαθημένα νήπια ή σαστισμένα εξάχρονα, αναπηδούν από τη δυσάρεστη έκπληξη: «Εεε! Μπαμπά! Σήμερα δε μου πήρες παγωτό… Αφού παλιά μού έπαιρνες! Γιατί τώρα όχι;» Τόσο μπορεί να σκεφτεί ένα παιδί. Αφού παλιά συνέβαινε… Το μόνο που του φαίνεται λογικό είναι εκείνο να συνεχιστεί, γιατί το μυαλό του δεν έχει φτάσει να αναλύει καταστάσεις και να συνθέτει απόψεις. Εγώ, λοιπόν, θα τους απαντήσω όπως μιλούμε στα παιδιά: «Το ότι συνέβαινε αυτό το γεγονός κάποτε δε σημαίνει ότι θα πρέπει να συμβαίνει για πάντα. Γιατί αυτό δεν ήταν καλό, ούτε για μας ούτε για τους άλλους. Οπότε τώρα, μωρό μου, θα το αλλάξουμε, για να γίνουμε πιο καλοί άνθρωποι. Τώρα που είδαμε ότι άρχισες να παχαίνεις, δε θα ξαναγοράσουμε παγωτό». Τόσο απλά. Αφού δε μπορείς να κάνεις το δώρο της υγείας στον εαυτό σου, γκρινιάρη κι αδικημένε καπνιστή, θα σου το χαρίσω εγώ με το ζόρι, για να βρω κι εγώ την υγειά μου.
Όταν, πάλι, ακούω το επιχείρημα «Όλα μάς κάνουν κακό, οι διαφημίσεις, τα αυτοκίνητα – τα απαγόρεψε κανείς;», με πιάνουν γέλια, ευθυμίας και θυμού μαζί. Αν δε σε νοιάζει να πάρεις στο χέρι σου την υγεία σου όπου εσύ το μπορείς, τότε σε καλώ ν’ αρχίσεις και το αλκοόλ, γιατί όχι και το χασίσι, και την πρέζα. Δε σ’ αρέσουν τα σκληρά; Εντάξει, τ’ άλλα όμως γιατί δε τα ξεκινάς; Φοβάσαι για την υγεία σου, ε; Κι ύστερα τα βάζεις με μένα, γιατί φοβάμαι για τη δικιά μου; Εγώ δεν ανήκω στους (αντι)παθητικούς (αντι)καπνιστές. Δε δυσανασχετώ που οι φίλοι μου καπνίζουν μπροστά μου, ούτε μου αρέσει που μπαίνω σε σπίτια κι ο ιδιοκτήτης αναγκάζει τους μουσαφίρηδες να βγουν στο μπαλκόνι, μα κι αν έβαζε ένας ελεγκτής πρόστιμο στο συμπαθή μεσήλικα που βρήκε συναισθηματικό καταφύγιο να ξεχαρμανιάσει στο μισοάδειο συνοικιακό καφενείο βραδιάτικα, θα ξυπνούσαν μέσα μου έννοιες κοινωνικής ανυπακοής και αλληλεγγύης. Από την άλλη, καταλαβαίνω γιατί εξοργίζονται, χρόνια τώρα, όσοι λόγου χάρη έχουν χάσει ή κοντέψει να χάσουν συγγενή ή φίλο από καρκίνο ή καρδιά. Ποιος μιλά για φασισμό; Γνωρίζεις την έννοια της λέξης; Ποιος μιλά για στέρηση δικαιώματος; Έχεις στερηθεί ποτέ από μένα την τροφή σου, φυσική και πνευματική, την ελευθερία σου, κάτι έστω που να σε δικαιολογεί να μιλάς για στέρηση δικαιώματος; Έλα, γίνε σοβαρός. Άνθρωποι θρηνούν, νοσούν, βήχουν και βασανίζονται, γιατί «παλιά» δε σε υποχρέωναν να μη καπνίζεις στα – πώς τα είπαμε;… – στέκια σύσφιγξης κοινωνικών σχέσεων;.. Ούτε καν σε προειδοποιούσαν στην κούτα για τις συνέπειες στην υγεία σου. Ούτε ζώνη σε υποχρέωναν να φοράς, ούτε σου μιλούσαν για την υποβάθμιση του περιβάλλοντος. Ακόμη πιο παλιά δε, αν είσαι γυναίκα, δε σ’ αφήναν να ψηφίσεις.
Γιατί να κάνουμε τα εύκολα δύσκολα; Πόσο ασόβαρα στέκουν τα επιχειρήματα περί «αναγκαιότητας του τσιγάρου για συνοδεία με το ποτό, χαλάρωση, γκομενιλίκι, να μας πάρει τα βάσανα, βρε αδερφέ...» Σώπα, ρε μεγάλε. Ε, τότε, για να σου φύγουν τα βάσανα, έλα και να μας πηδ…ξεις, γιατί στην ουσία αυτό κάνεις με την υγεία μας. Όλος ο κόσμος έχει βάσανα, αλλά δε πάει να τα ξεφορτώσει αφοδεύοντας στα πνευμόνια των άλλων. Κι από πάνω να τα βάζει μαζί τους, γιατί θέλουν να του στερήσουν την ελευθερία! Άλα τις! Άλλο ένα θέατρο του παραλόγου στην Ελλάδα. Και τι παράλογο… Για κλάματα. Άλλο σοβαρό θέμα δεν έχουμε ν’ ασχοληθούμε; Δε μας πειράζει το κακοδομημένο κράτος, η πλημμελής παιδεία, η μεσημεριανή υποκουλτούρα, η επιδειξιομανία, ο σνομπισμός κι άλλα τόσα, και θα τα βάλουμε μ’ ένα μέτρο που μας κάνει όλους καλό – και τους μετανιωμένους καπνιστές και τους αμετανόητους; Δεν είναι ευχάριστο να μη μπορείς να βγάλεις τον καπνό από την τσέπη σου όταν το θέλεις, ναι, αλλά αυτό είναι το σωστό, το μη χείρον. Δε σου αρέσει να είσαι υγιής; Δε το πιστεύω. Χίλια κακά έγιναν και γίνονται στη χώρα. Αυτό το ένα καλό που προσπαθεί να γίνει, μη το χαλάς. Οι περισσότεροι παλεύουμε με δαίμονες που δημιουργούν τα πάθη μας: το αλκοόλ, τα λίπη, τη στεναχώρια, την ανασφάλεια, όλα. Η μόνη ελπίδα για επιτυχία είναι να το παλεύεις, τι να κάνουμε.
Αθηνά Πανά
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου