Στὴ μνήμη τοῦ γενναίου προδρόμου τοῦ Μακεδονικοῦ Ἀγώνα Ἀθανασίου Μπρούφα (1851-1896), μάστορα ἀπὸ τὰ Ἀηδόνια Γρεβενῶν*
Η ἀντίθεση ποὺ συνοδεύει καὶ σημαδεύει τὶς σχέσεις τῶν
ὀρεινῶν ἀγροτικῶν πληθυσμῶν, κυρίως τῶν κτηνοτρόφων τοῦ ὀρεινοῦ στεριανοῦ καὶ νησιωτικοῦ χώρου, μὲ τὴν ὑπόλοιπη κοινωνία εἶναι παλαιότατη καὶ συνακόλουθα μακρόχρονη. Ὀφείλεται ἀφενὸς στὴν πολεμικὴ παράδοση καὶ τὶς τάσεις ἐπικυριαρχίας τῶν πρώτων καὶ ἀφετέρου στὶς ἐγγενεῖς δυσκολίες, ἰδίως στὶς παραδοσιακὲς κοινωνίες, συνύπαρξης τῆς κτηνοτροφίας, προπαντὸς τῆς νομαδικῆς καὶ τῆς ἡμινομαδικῆς, μὲ τὴ γεωργία. Ἡ ἀντίθεση αὐτὴ ὁδήγησε στὴν ἐμφάνιση καὶ ἀνάπτυξη τῆς ζωοκλοπῆς καὶ τῆς ληστείας.1
Ἡ ζωκλοπὴ καὶ ἡ ληστεία2 ἀποτελοῦν δύο σχεδόν «θεσμοθετημένες», παράλληλες καὶ ἀλληλοσυμπλεκόμενες ἐκφράσεις3 τῆς ἀντιπαράθεσης τῶν
* Βλ. ἐνδεικτικὰ Γ. Λυριτζῆς, Ὁ Δυτικομακεδὼν ὁπλαρχηγὸς Ἀθανάσιος Μπρούφας, Κοζάνη 1965· Ἀλέξ. Ἀδαμίδης, Τὰ Ἀηδόνια καὶ τὸ Δασάκι νομοῦ Γρεβενῶν, Θεσσαλονίκη 1988, σ. 55-71.
992___________________________________ ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ Ι. ΚΑΜΗΛΑΚΗΣ
ἀγροτοποιμενικῶν πληθυσμῶν στὴν ἑκάστοτε καθεστηκυΐα τάξη καὶ τὶς ἀγροτικές-γεωργικὲς κοινωνίες, ποὺ ὑποτάσσονται σὲ αὐτήν, ἐκδηλώσεις τῆς παράδοσης ἀνυποταγῆς τῶν λαϊκῶν στρωμάτων, ἀνυποταγῆς ἡ ὁποία ἦταν καὶ ἐξακολουθεῖ, σὲ ἕναν βαθμό, νὰ εἶναι ζωντανὴ στοὺς ἑλληνικοὺς ποιμενικοὺς πληθυσμούς. Τὴν ἀνυποταγὴ αὐτὴ ὀνομάζει ὁ Eric Hobsbawm «πρωτόγονη ἐπανάσταση».4
Ἡ ζωοκλοπή, ἡ ὁποία ‒ὅπως καὶ ἡ ληστεία, ποὺ ἀποτελεῖ πολὺ πιὸ βίαιη μορφὴ ἀντιπαράθεσης στὶς προβιομηχανικὲς κοινωνίες ἔχει ὡς γνωστὸν ἐκπέσει σήμερα στὴν κατηγορία τῶν ἐντελῶς ἔκνομων καὶ μάλιστα τῶν ἐγκληματικῶν ἐνεργειῶν ἤ, πάντως, στὶς δράσεις «τοῦ περιθωρίου», θεωρήθηκε στὸ παρελθὸν σχεδὸν κανονική «ἐπαγγελματική» ἀπασχόληση.5
[Πολιτιστικὸς Σύλλογος Μηλιᾶς], Θεσσαλονίκη 1987, σ. 58-60, 70-75. Ληστὲς εἶχαν ἀναδείξει ἀρκετὰ Κοπατσαροχώρια, ὅπως τὸ Πολυνέρι (Ψαλίδας, Ντρόγκουντας κ.ἄ.), τὸ Μέγαρο (βλ. Μακεδονικὰ 8 [1968] 284), οἱ Φιλιππαῖοι, ἡ Λάβδα κ.ἄ., Βλαχοχώρια, ὅπως ἡ Σαμαρίνα (Τζήμας κ.ἄ.) καὶ τὸ Περιβόλι. Βλ. γιὰ τὴ ληστεία στὴν περιοχὴ καὶ Θεόδ. Κ. Π. Σαράντης, Τὸ χωριὸ Περιβόλι Γρεβενῶν (Συμβολὴ στὴν ἱστορία τοῦ ἀρμα-τολικίου τῆς Πίνδου), Ἀθήνα 1977, σ. 57-58, 64-66, 73 σημ., 75, 76, 89, 90, 110, 112, 122. Γιὰ τούς «κλέφτες» (ληστὲς ἀλλὰ συχνὰ καὶ ζωοκλέφτες) τοῦ Πολυνερίου βλ. ΚΛ, χφ 4433, σ. 5-6 (Πολυνέρι Γρεβενῶν, συλλ. Παν. Ι. Καμηλάκης, 1986), ὅπου ὁ κλέφτης θεωρεῖται ἐπάγγελμα, ὅπως ὁ μάστορας, ὁ κτηνοτρόφος κλπ., καὶ σημειώνεται ὅτι «κι οἱ ἴδιοι οἱ κτηνοτρόφοι ἔκλεβαν πολλὲς φορές».
Η ΖΩΟΚΛΟΠΗ ΣΤΗΝ ΠΕΡΙΟΧΗ ΤΩΝ ΓΡΕΒΕΝΩΝ___________________________ 993
Παρόμοια εὐνοϊκὴ ἀντιμετώπιση εἶχε στὶς παραδοσιακὲς κοινωνίες καὶ ἡ ἐπαιτεία.6
Ἡ ζωοκλοπή, ἰδιόμορφο καὶ σύνθετο πολιτισμικὸ φαινόμενο, παρουσιάστηκε καὶ διαδόθηκε ἰδιαίτερα στὴν Ἑλλάδα, στὴ Μ. Ἀσία καὶ τὰ Βαλκάνια ‒ καὶ γενικότερα σὲ περιοχὲς τῆς Μεσογείου. Στὸν ἑλληνικὸ μάλιστα κόσμο ἡ παρουσία της εἶναι μπορεῖ νὰ πεῖ κανείς διαχρονικὴ ἀπὸ τὴν ὁμηρικὴ τουλάχιστον ἐποχὴ στὴν Ἀρχαιότητα, τὸ Βυζάντιο καὶ στὴ συνέχεια ὣς τὴν τουρκοκρατούμενη καὶ τὴ νεώτερη Ἑλλάδα. Ἡ ὁμηρικὴ φράση «ἐπι-δήμιοι ἁρπακτῆρες» (Ἰλιάδα Ω 253 κ.ἑ.), δηλ. ζωοκλέφτες ποὺ κλέβουν ἀπὸ τοὺς συντοπίτες τους («ἐπιδήμιους»), μᾶς ὁδηγεῖ στὴ ζωοκλοπὴ τῶν Ἑλλήνων τῶν ἀρχαϊκῶν τουλάχιστον χρόνων, ὁπότε ἡ πράξη αὐτὴ θεωρήθηκε ἀνέντιμη, μόνο ὅταν γινόταν μέσα στὴν κοινότητα, ὅπου ζοῦσαν καὶ οἱ ζωοκλέφτες. Ὅπως παρατηρεῖ στὰ σχετικὰ ὁμηρικὰ σχόλιά του ὁ Ι. Κακριδῆς, «ἂν κάποιος ἁρπάζει ζῶα ποὺ ἀνήκουν σὲ ξένες κοινότητες, τότε αὐτὸ εἶναι μιὰ ἐπικίνδυνη, ἀλλὰ διόλου ἀτιμωτικὴ ἀσχολία» καὶ συμπληρώνει τὸν σχολιασμό του στὴν παραπάνω φράση μὲ ἀναφορὰ στὰ νεοελληνικὰ δεδομένα κάνοντας λόγο γιὰ τούς «τίμιους κλέφτες» στ᾽ Ἀπεράθου (Ἀπείρανθο) τῆς ὀρεινῆς Νάξου, ποὺ δὲν κλέβουν ζῶα ἀπὸ τὸ χωριό τους, ἀλλὰ ἀπὸ τὰ ἄλλα, τὰ πεδινὰ κυρίως, χωριὰ τοῦ νησιοῦ, κάτι ποὺ εἶναι βέβαια πιὸ δύσκολο καὶ πιὸ ἐπικίνδυνο. Ἀντιθέτως, ὅπως συμβαίνει ὄχι μόνο στὴ Νάξο, στὴν Κρήτη καὶ σὲ ἄλλα μέρη τοῦ ἑλληνικοῦ χώρου (ὅπως στὴν Κωστάνα Θεσπρωτίας), ὅποιος κλέβει ζῶα στὸ χωριό του εἶναι κοινωνικὰ περιφρονημένος καί, ἂν συλληφθεῖ κατὰ τὴ διάρκεια τῆς κλεψιᾶς, τιμωρεῖται αὐστηρά.7
Ἡ ἀνάπτυξη τῆς ζωοκλοπῆς στὴ μεταβυζαντινή, τὴν τουρκοκρατούμενη καὶ τὴν ἐλεύθερη Ἑλλάδα ὑπῆρξε μεγάλη, τόσο σὲ ἔνταση ὅσο καὶ σὲ εὐρύτατη γεωγραφικὴ ἐξάπλωση, ἰδίως σὲ ὀρεινὲς περιοχὲς τοῦ στεριανοῦ χώρου, ὅπως ἡ Δυτικὴ Μακεδονία καὶ οἱ γειτονικὲς Θεσσαλία καὶ Ἤπειρος, ποὺ ἀποτέλεσαν συγκοινωνοῦντα δοχεῖα μὲ αὐτή, τόσο γιὰ τὴ ζωοκλοπὴ ὅσο καὶ γιὰ τὴ ληστεία. Ἐπίσης, ἡ Στερεὰ Ἑλλάδα καὶ ἡ Πελοπόννησος,
994___________________________________ ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ Ι. ΚΑΜΗΛΑΚΗΣ
ἀλλὰ καὶ περιοχὲς τοῦ νησιωτικοῦ χώρου, ὅπως ἡ Κρήτη, ἡ Νάξος κ.ἄ.8 νησιά, ὑπῆρξαν τόποι, ὅπου τὸ φαινόμενο τῆς ζωοκλοπῆς εἶχε μακρόχρονη καὶ μεγάλη ἔξαρση.
Ἡ ζωοκλοπή, ἐνδιαφέρουσα πτυχὴ τοῦ νεοελληνικοῦ βίου τῶν ἀγροτικῶν καὶ κτηνοτροφικῶν περιοχῶν ἰδίως, ἔχει ποικίλες καὶ διάφορες παραμέτρους, ἱστορικές, λαογραφικές, κοινωνικές, νομικές, πολιτικές κ.ἄ. Ἐδῶ θὰ περιοριστοῦμε σὲ μιὰ σύντομη λαογραφικὴ κυρίως ἀναφορὰ στὴ ζωοκλοπὴ στὴν περιοχὴ Γρεβενῶν (ἐπαρχία-νομό). Θὰ γίνουν καὶ ἐλάχιστες, λόγω τοῦ περιορισμένου χώρου τῶν πρακτικῶν, ἀντιπαραβολὲς μὲ ἀνάλογα φαινόμενα ζωοκλοπῆς στὴν ἄλλη Ἑλλάδα.
Οἱ μαρτυρίες σὲ ἱστορικὲς πηγὲς δὲν εἶναι γιὰ τὴν περιοχὴ Γρεβενῶν τόσο παλαιές, ὅπως π.χ. γιὰ τὴν Κρήτη, ὅπου ἔχουμε ἀναφορὲς σὲ ζωοκλο-πὲς τουλάχιστον ἀπὸ τὶς ἀρχὲς τοῦ 13ου αἰώνα.9 Σημαντικὴ ἔμμεση πηγή, ὄχι μόνο γιὰ τὰ Γρεβενά, ἀλλὰ καὶ γιὰ πολλὲς ἄλλες περιοχές, εἶναι οἱ ζωγραφικὲς παραστάσεις τιμωρίας ζωοκλεπτῶν σὲ μεταβυζαντινοὺς ἰδίως ναοὺς στὸ πλαίσιο τῆς εὐρύτερης εἰκονογραφικῆς σύνθεσης τῆς «Δευτέρας Παρουσίας», παραστάσεις ποὺ ἔχουν διδακτικὸ κυρίως χαρακτήρα γιὰ τὸ λαϊκὸ ἐκκλησίασμα, ὥστε νὰ ἀποφεύγει ὄχι μόνο τὶς θρησκευτικὲς παραβάσεις, ἀλλὰ καὶ αὐτὲς τῶν κανόνων κοινωνικῆς συμπεριφορᾶς.10
Κατὰ τὸν 19ο αἰ. φαίνεται ὅτι ἡ ζωοκλοπὴ ἦταν ἰδιαίτερα διαδεδομένη στὴν περιοχὴ Γρεβενῶν, ὅπως καὶ ἡ ληστεία.11 Οἱ μαρτυρίες ὅμως ποὺ ἔχουμε τόσο ἀπὸ τὴν προφορικὴ παράδοση τοῦ τόπου, καταγραμμένες στὴ διάρκεια ἐπιτόπιων ἐρευνῶν μας (λαογραφικῶν ἀποστολῶν) ἀπὸ τὸ 1979 κ.ἑ. σὲ χωριὰ τοῦ νομοῦ, ὅσο καὶ ἀπὸ γραπτὲς ἀναφορὲς ἰδίως στὸν τύπο, τὸν τοπι-
Η ΖΩΟΚΛΟΠΗ ΣΤΗΝ ΠΕΡΙΟΧΗ ΤΩΝ ΓΡΕΒΕΝΩΝ___________________________ 995
κὸ προπαντὸς τῆς Δυτ. Μακεδονίας, ἀλλὰ καὶ ἀπὸ τὴν ὑπάρχουσα βιβλιογραφία, ἀναφέρονται κατὰ κύριο λόγο στὴν ἀνάπτυξη τοῦ φαινομένου τῆς ζωοκλοπῆς στὸν 20ὸ αἰ. καὶ μάλιστα στὸ πρῶτο ἥμισύ του.12 Ἔτσι, εἶναι μεγάλο τὸ πλῆθος τῶν δημοσιευμάτων (ἄρθρων, εἰδήσεων, ρεπορτὰζ κλπ.) τῶν δυτικομακεδονικῶν καὶ ὄχι μόνο ἐφημερίδων, ἰδίως τῆς περιόδου τοῦ Μεσοπολέμου, γιὰ τὴ ληστεία προπαντὸς καὶ λιγότερο γιὰ τὴ ζωοκλοπὴ στὰ Γρεβενά, ἀλλὰ καὶ σὲ ὁλόκληρη τὴ Δυτ. Μακεδονία. Ἀπὸ τὰ δημοσιεύματα αὐτὰ διαπιστώνει κανεὶς ὅτι τόσο ἡ ζωοκλοπὴ ὅσο καὶ ἡ ληστεία εἶχαν γίνει ἐνδημικὲς στὴν εὐρύτερη περιοχὴ τῆς Δυτ. Μακεδονίας.
Στὰ νεώτερα χρόνια, ἰδίως στὸν Μεσοπόλεμο, ὑπῆρχαν ζωοκλέφτες, λίγοι ἢ πολλοί, σὲ πολλὰ χωριὰ τῶν Γρεβενῶν.13 Ὅμως ὁρισμένες περιοχὲς τῆς τότε ἐπαρχίας Γρεβενῶν τοῦ νομοῦ Κοζάνης, ὅπως τὰ Χάσια,14 καὶ ὁρι-
996_________________________________________ ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ Ι. ΚΑΜΗΛΑΚΗΣ
σμένα ἀπὸ τὴ μεγάλη συστάδα χωριῶν, ποὺ εἶναι γνωστὰ ὡς «Κοπατσαρο-χώρια»,15 ἰδίως τὸ Πολυνέρι16 καὶ σὲ μικρότερο βαθμὸ ἀρκετὰ ἄλλα,17 ὅπως..
Περισσότερα εδώ
Η ἀντίθεση ποὺ συνοδεύει καὶ σημαδεύει τὶς σχέσεις τῶν
ὀρεινῶν ἀγροτικῶν πληθυσμῶν, κυρίως τῶν κτηνοτρόφων τοῦ ὀρεινοῦ στεριανοῦ καὶ νησιωτικοῦ χώρου, μὲ τὴν ὑπόλοιπη κοινωνία εἶναι παλαιότατη καὶ συνακόλουθα μακρόχρονη. Ὀφείλεται ἀφενὸς στὴν πολεμικὴ παράδοση καὶ τὶς τάσεις ἐπικυριαρχίας τῶν πρώτων καὶ ἀφετέρου στὶς ἐγγενεῖς δυσκολίες, ἰδίως στὶς παραδοσιακὲς κοινωνίες, συνύπαρξης τῆς κτηνοτροφίας, προπαντὸς τῆς νομαδικῆς καὶ τῆς ἡμινομαδικῆς, μὲ τὴ γεωργία. Ἡ ἀντίθεση αὐτὴ ὁδήγησε στὴν ἐμφάνιση καὶ ἀνάπτυξη τῆς ζωοκλοπῆς καὶ τῆς ληστείας.1
Ἡ ζωκλοπὴ καὶ ἡ ληστεία2 ἀποτελοῦν δύο σχεδόν «θεσμοθετημένες», παράλληλες καὶ ἀλληλοσυμπλεκόμενες ἐκφράσεις3 τῆς ἀντιπαράθεσης τῶν
* Βλ. ἐνδεικτικὰ Γ. Λυριτζῆς, Ὁ Δυτικομακεδὼν ὁπλαρχηγὸς Ἀθανάσιος Μπρούφας, Κοζάνη 1965· Ἀλέξ. Ἀδαμίδης, Τὰ Ἀηδόνια καὶ τὸ Δασάκι νομοῦ Γρεβενῶν, Θεσσαλονίκη 1988, σ. 55-71.
- Στάθης Δαμιανάκος, Παράδοση ἀνταρσίας καὶ λαϊκὸς πολιτισμός, ἐκδ. Πλέθρον, Ἀθήνα 1987, σ. 71-107 («Κοινωνικὴ ληστεία καὶ ἀγρο-ποιμενικὸς πολιτισμὸς στὴν Ἑλλάδα», ἰδίως σ. 96 κ.ἑ.
- Γιὰ τὴ ληστεία στὴν εὐρύτερη περιοχὴ Γρεβενῶν βλ. Σέργιος Σιγάλας, μητροπ. Γρεβενῶν, Μιὰ ἄγνωστη πτυχὴ τῆς νεότερης ἱστορίας τῆς Ἱερᾶς Μονῆς Ζάβορδας: Ἡ ληστεία τοῦ 1923, [Ἱερὰ Μητρόπολις Γρεβενῶν], Γρεβενὰ 2006, ἰδίως σ.11-16 («Ἡ ληστεία στὴν περιοχὴ Γρεβενῶν»)· Ἀλέξ. Τζιόλας, Ὁρόσημα. Γεγονότα καὶ πρόσωπα στὰ Γρεβενὰ καὶ τὴ Δυτικὴ Μακεδονία, ἐκδ. Ζήτη, χ.τ. [2007], σ. 163-170· Εὐάγγ. Θ. Καραμανές, Ὀργάνωση τοῦ χώρου, τεχνικὲς καὶ τοπικὴ ταυτότητα στὰ Κοπατσαροχώρια τῶν Γρεβενῶν, ἐπιμ. Παν. Ι. Καμηλάκης, [Κέντρον Ἐρεύνης τῆς Ἑλλην. Λαογραφίας Ἀκαδημίας Ἀθηνῶν, ἀρ. 25], Ἀθήνα 2011, σ. 26, 166-169, 302, 336-337. Βλ. καὶ Στέργ. Ι. Πουρνά-ρας, Ἡ Βλαχομηλιὰ τῆς Πίνδου «Ἀμέρου». Ἱστορία-λαογραφία, ἀναφορὰ στοὺς Βλάχους,
992___________________________________ ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ Ι. ΚΑΜΗΛΑΚΗΣ
ἀγροτοποιμενικῶν πληθυσμῶν στὴν ἑκάστοτε καθεστηκυΐα τάξη καὶ τὶς ἀγροτικές-γεωργικὲς κοινωνίες, ποὺ ὑποτάσσονται σὲ αὐτήν, ἐκδηλώσεις τῆς παράδοσης ἀνυποταγῆς τῶν λαϊκῶν στρωμάτων, ἀνυποταγῆς ἡ ὁποία ἦταν καὶ ἐξακολουθεῖ, σὲ ἕναν βαθμό, νὰ εἶναι ζωντανὴ στοὺς ἑλληνικοὺς ποιμενικοὺς πληθυσμούς. Τὴν ἀνυποταγὴ αὐτὴ ὀνομάζει ὁ Eric Hobsbawm «πρωτόγονη ἐπανάσταση».4
Ἡ ζωοκλοπή, ἡ ὁποία ‒ὅπως καὶ ἡ ληστεία, ποὺ ἀποτελεῖ πολὺ πιὸ βίαιη μορφὴ ἀντιπαράθεσης στὶς προβιομηχανικὲς κοινωνίες ἔχει ὡς γνωστὸν ἐκπέσει σήμερα στὴν κατηγορία τῶν ἐντελῶς ἔκνομων καὶ μάλιστα τῶν ἐγκληματικῶν ἐνεργειῶν ἤ, πάντως, στὶς δράσεις «τοῦ περιθωρίου», θεωρήθηκε στὸ παρελθὸν σχεδὸν κανονική «ἐπαγγελματική» ἀπασχόληση.5
[Πολιτιστικὸς Σύλλογος Μηλιᾶς], Θεσσαλονίκη 1987, σ. 58-60, 70-75. Ληστὲς εἶχαν ἀναδείξει ἀρκετὰ Κοπατσαροχώρια, ὅπως τὸ Πολυνέρι (Ψαλίδας, Ντρόγκουντας κ.ἄ.), τὸ Μέγαρο (βλ. Μακεδονικὰ 8 [1968] 284), οἱ Φιλιππαῖοι, ἡ Λάβδα κ.ἄ., Βλαχοχώρια, ὅπως ἡ Σαμαρίνα (Τζήμας κ.ἄ.) καὶ τὸ Περιβόλι. Βλ. γιὰ τὴ ληστεία στὴν περιοχὴ καὶ Θεόδ. Κ. Π. Σαράντης, Τὸ χωριὸ Περιβόλι Γρεβενῶν (Συμβολὴ στὴν ἱστορία τοῦ ἀρμα-τολικίου τῆς Πίνδου), Ἀθήνα 1977, σ. 57-58, 64-66, 73 σημ., 75, 76, 89, 90, 110, 112, 122. Γιὰ τούς «κλέφτες» (ληστὲς ἀλλὰ συχνὰ καὶ ζωοκλέφτες) τοῦ Πολυνερίου βλ. ΚΛ, χφ 4433, σ. 5-6 (Πολυνέρι Γρεβενῶν, συλλ. Παν. Ι. Καμηλάκης, 1986), ὅπου ὁ κλέφτης θεωρεῖται ἐπάγγελμα, ὅπως ὁ μάστορας, ὁ κτηνοτρόφος κλπ., καὶ σημειώνεται ὅτι «κι οἱ ἴδιοι οἱ κτηνοτρόφοι ἔκλεβαν πολλὲς φορές».
- Στὴν περιοχὴ Γρεβενῶν «οἱ ζωοκλέφτες συνεργάζονταν μὲ τοὺς ληστές. Πολλοὶ ζωοκλέφτες κατέληγαν νὰ γίνουν ληστές» (ΚΛ, χφ 4132, σ. 652: Σμίξη Γρεβενῶν, συλλ. Παν. Ι. Καμηλάκης, 1979).
- Παν. Ι. Καμηλάκης, «Λαογραφικὲς ἐπισημάνσεις γιὰ τὴν ζωοκλοπὴ στὴν Κρήτη», Εὐ-τυχισμός: τιμὴ στὸν Ἐρατοσθένη Γ. Καψωμένο, ἐπιμ. Γεωργία Λαδογιάννη ‒ Ἀπ. Μπε-νάτσης ‒ Ἐλπινίκη Νικολουδάκη, [Πανεπιστήμιο Ἰωαννίνων], Ἰωάννινα 2010, σ. 243.
- Ἡ ἐνασχόληση κυρίως μὲ τὴ ληστεία θεωρήθηκε κατὰ τὴν προβιομηχανικὴ περίοδο καὶ ὣς τὸν Β΄ Παγκόσμιο πόλεμο ἐπαγγελματικὴ ἀσχολία, ὅπως διαπιστώνεται σὲ παλαιότερα δημοσιεύματα, ἀλλὰ καὶ στὸν ἑλληνικὸ τύπο τῆς ἐποχῆς. Βλ. σχετικὰ ὅσα γράφει ὁ γνωστὸς Γερμανὸς γλωσσολόγος καὶ περιηγητὴς Gustav Weigand [1860-1930], Οἱ Ἀρωμοῦνοι (Βλάχοι), τ. 1: Ὁ χῶρος καὶ οἱ ἄνθρωποι, μτφ. Th. Kahl, προλεγ.-σχόλια Ἀχ Γ. Λαζάρου, ἐπιμ. Θεόδ. Α. Νημᾶς, ἐκδ. Ἀ/φοὶ Κυριακίδη, Θεσσαλονίκη 2001, σ. 247-249. Πβ. τὴν ἀρχικὴ μετάφραση τοῦ ἔργου στὴν ἐφημ. Παλιγγενεσία, Ἀθήνα, ἔτ. ΛΔ΄ (1896), φ. 9/760, 2.2.1896, σ. 2. Γιὰ τὴν κατάταξη τοῦ ληστῆ-«καρατζῆ» μεταξὺ τῶν παραδοσιακῶν ἐπαγγελμάτων τοῦ ἑλληνικοῦ χώρου βλ. Στέφ. Δ. Ἤμελλος ‒ Αἰκατερίνη Πολυμέρου-Καμηλάκη, Παραδοσιακὸς ὑλικὸς βίος τοῦ ἑλληνικοῦ λαοῦ (Ἐρωτηματολόγιο), [Κέντρον Ἐρεύνης τῆς Ἑλληνικῆς Λαογραφίας τῆς Ἀκαδημίας Ἀθηνῶν], Ἀθήνα, 1983, σ. 289.
Η ΖΩΟΚΛΟΠΗ ΣΤΗΝ ΠΕΡΙΟΧΗ ΤΩΝ ΓΡΕΒΕΝΩΝ___________________________ 993
Παρόμοια εὐνοϊκὴ ἀντιμετώπιση εἶχε στὶς παραδοσιακὲς κοινωνίες καὶ ἡ ἐπαιτεία.6
Ἡ ζωοκλοπή, ἰδιόμορφο καὶ σύνθετο πολιτισμικὸ φαινόμενο, παρουσιάστηκε καὶ διαδόθηκε ἰδιαίτερα στὴν Ἑλλάδα, στὴ Μ. Ἀσία καὶ τὰ Βαλκάνια ‒ καὶ γενικότερα σὲ περιοχὲς τῆς Μεσογείου. Στὸν ἑλληνικὸ μάλιστα κόσμο ἡ παρουσία της εἶναι μπορεῖ νὰ πεῖ κανείς διαχρονικὴ ἀπὸ τὴν ὁμηρικὴ τουλάχιστον ἐποχὴ στὴν Ἀρχαιότητα, τὸ Βυζάντιο καὶ στὴ συνέχεια ὣς τὴν τουρκοκρατούμενη καὶ τὴ νεώτερη Ἑλλάδα. Ἡ ὁμηρικὴ φράση «ἐπι-δήμιοι ἁρπακτῆρες» (Ἰλιάδα Ω 253 κ.ἑ.), δηλ. ζωοκλέφτες ποὺ κλέβουν ἀπὸ τοὺς συντοπίτες τους («ἐπιδήμιους»), μᾶς ὁδηγεῖ στὴ ζωοκλοπὴ τῶν Ἑλλήνων τῶν ἀρχαϊκῶν τουλάχιστον χρόνων, ὁπότε ἡ πράξη αὐτὴ θεωρήθηκε ἀνέντιμη, μόνο ὅταν γινόταν μέσα στὴν κοινότητα, ὅπου ζοῦσαν καὶ οἱ ζωοκλέφτες. Ὅπως παρατηρεῖ στὰ σχετικὰ ὁμηρικὰ σχόλιά του ὁ Ι. Κακριδῆς, «ἂν κάποιος ἁρπάζει ζῶα ποὺ ἀνήκουν σὲ ξένες κοινότητες, τότε αὐτὸ εἶναι μιὰ ἐπικίνδυνη, ἀλλὰ διόλου ἀτιμωτικὴ ἀσχολία» καὶ συμπληρώνει τὸν σχολιασμό του στὴν παραπάνω φράση μὲ ἀναφορὰ στὰ νεοελληνικὰ δεδομένα κάνοντας λόγο γιὰ τούς «τίμιους κλέφτες» στ᾽ Ἀπεράθου (Ἀπείρανθο) τῆς ὀρεινῆς Νάξου, ποὺ δὲν κλέβουν ζῶα ἀπὸ τὸ χωριό τους, ἀλλὰ ἀπὸ τὰ ἄλλα, τὰ πεδινὰ κυρίως, χωριὰ τοῦ νησιοῦ, κάτι ποὺ εἶναι βέβαια πιὸ δύσκολο καὶ πιὸ ἐπικίνδυνο. Ἀντιθέτως, ὅπως συμβαίνει ὄχι μόνο στὴ Νάξο, στὴν Κρήτη καὶ σὲ ἄλλα μέρη τοῦ ἑλληνικοῦ χώρου (ὅπως στὴν Κωστάνα Θεσπρωτίας), ὅποιος κλέβει ζῶα στὸ χωριό του εἶναι κοινωνικὰ περιφρονημένος καί, ἂν συλληφθεῖ κατὰ τὴ διάρκεια τῆς κλεψιᾶς, τιμωρεῖται αὐστηρά.7
Ἡ ἀνάπτυξη τῆς ζωοκλοπῆς στὴ μεταβυζαντινή, τὴν τουρκοκρατούμενη καὶ τὴν ἐλεύθερη Ἑλλάδα ὑπῆρξε μεγάλη, τόσο σὲ ἔνταση ὅσο καὶ σὲ εὐρύτατη γεωγραφικὴ ἐξάπλωση, ἰδίως σὲ ὀρεινὲς περιοχὲς τοῦ στεριανοῦ χώρου, ὅπως ἡ Δυτικὴ Μακεδονία καὶ οἱ γειτονικὲς Θεσσαλία καὶ Ἤπειρος, ποὺ ἀποτέλεσαν συγκοινωνοῦντα δοχεῖα μὲ αὐτή, τόσο γιὰ τὴ ζωοκλοπὴ ὅσο καὶ γιὰ τὴ ληστεία. Ἐπίσης, ἡ Στερεὰ Ἑλλάδα καὶ ἡ Πελοπόννησος,
- Καμηλάκης, «Λαογραφικὲς ἐπισημάνσεις», ὅ. π.
- Καμηλάκης, «Λαογραφικὲς ἐπισημάνσεις», ὅ.π. Σχετικὴ μὲ τὴν κλεψιὰ ἀποκλειστικὰ ἀπὸ ἄλλο τόπο εἶναι καὶ ἡ παροιμία: «Ὁ λύκος δὲν τρώει ποτὲ στὴ γειτονιά του» (Κέ-ντρον Ἐρεύνης τῆς Ἑλληνικῆς Λαογραφίας τῆς Ἀκαδημίας Ἀθηνῶν, στὸ ἑξῆς ΚΛ, χειρόγραφο (χφ) 4197, σ. 108: Ξηροκαρύταινα Γορτυνίας, συλλ. Γιῶργος Σιέττος, 1982).
994___________________________________ ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ Ι. ΚΑΜΗΛΑΚΗΣ
ἀλλὰ καὶ περιοχὲς τοῦ νησιωτικοῦ χώρου, ὅπως ἡ Κρήτη, ἡ Νάξος κ.ἄ.8 νησιά, ὑπῆρξαν τόποι, ὅπου τὸ φαινόμενο τῆς ζωοκλοπῆς εἶχε μακρόχρονη καὶ μεγάλη ἔξαρση.
Ἡ ζωοκλοπή, ἐνδιαφέρουσα πτυχὴ τοῦ νεοελληνικοῦ βίου τῶν ἀγροτικῶν καὶ κτηνοτροφικῶν περιοχῶν ἰδίως, ἔχει ποικίλες καὶ διάφορες παραμέτρους, ἱστορικές, λαογραφικές, κοινωνικές, νομικές, πολιτικές κ.ἄ. Ἐδῶ θὰ περιοριστοῦμε σὲ μιὰ σύντομη λαογραφικὴ κυρίως ἀναφορὰ στὴ ζωοκλοπὴ στὴν περιοχὴ Γρεβενῶν (ἐπαρχία-νομό). Θὰ γίνουν καὶ ἐλάχιστες, λόγω τοῦ περιορισμένου χώρου τῶν πρακτικῶν, ἀντιπαραβολὲς μὲ ἀνάλογα φαινόμενα ζωοκλοπῆς στὴν ἄλλη Ἑλλάδα.
Οἱ μαρτυρίες σὲ ἱστορικὲς πηγὲς δὲν εἶναι γιὰ τὴν περιοχὴ Γρεβενῶν τόσο παλαιές, ὅπως π.χ. γιὰ τὴν Κρήτη, ὅπου ἔχουμε ἀναφορὲς σὲ ζωοκλο-πὲς τουλάχιστον ἀπὸ τὶς ἀρχὲς τοῦ 13ου αἰώνα.9 Σημαντικὴ ἔμμεση πηγή, ὄχι μόνο γιὰ τὰ Γρεβενά, ἀλλὰ καὶ γιὰ πολλὲς ἄλλες περιοχές, εἶναι οἱ ζωγραφικὲς παραστάσεις τιμωρίας ζωοκλεπτῶν σὲ μεταβυζαντινοὺς ἰδίως ναοὺς στὸ πλαίσιο τῆς εὐρύτερης εἰκονογραφικῆς σύνθεσης τῆς «Δευτέρας Παρουσίας», παραστάσεις ποὺ ἔχουν διδακτικὸ κυρίως χαρακτήρα γιὰ τὸ λαϊκὸ ἐκκλησίασμα, ὥστε νὰ ἀποφεύγει ὄχι μόνο τὶς θρησκευτικὲς παραβάσεις, ἀλλὰ καὶ αὐτὲς τῶν κανόνων κοινωνικῆς συμπεριφορᾶς.10
Κατὰ τὸν 19ο αἰ. φαίνεται ὅτι ἡ ζωοκλοπὴ ἦταν ἰδιαίτερα διαδεδομένη στὴν περιοχὴ Γρεβενῶν, ὅπως καὶ ἡ ληστεία.11 Οἱ μαρτυρίες ὅμως ποὺ ἔχουμε τόσο ἀπὸ τὴν προφορικὴ παράδοση τοῦ τόπου, καταγραμμένες στὴ διάρκεια ἐπιτόπιων ἐρευνῶν μας (λαογραφικῶν ἀποστολῶν) ἀπὸ τὸ 1979 κ.ἑ. σὲ χωριὰ τοῦ νομοῦ, ὅσο καὶ ἀπὸ γραπτὲς ἀναφορὲς ἰδίως στὸν τύπο, τὸν τοπι-
- Καμηλάκης, «Λαογραφικὲς ἐπισημάνσεις», σ. 244-245.
- Καμηλάκης, «Λαογραφικὲς ἐπισημάνσεις», σ. 245.
- Στὴ γειτονικὴ ἐπαρχία Βοΐου στὸν νάρθηκα Καθολικοῦ μονῆς καὶ στὴν παράσταση ἁπλοϊκῶν σκηνῶν τῆς Κολάσεως, μεταξὺ ἄλλων θεμάτων, εἰκονίζεται καὶ ὁ «γιδοκλέ-φτης» (Χρυσάνθη Τσιούμη, «Οἱ τοιχογραφίες τοῦ Καθολικοῦ τῆς μονῆς Σπήλιου-Ἁγ. Ἠλία-Δαμασκηνιᾶς Βοΐου», Χρονικὰ τῆς Μακεδονικῆς Φιλεκπαιδευτικῆς Ἀδελφότητος (1871-1979), τ. Α΄, 1979, σ. 199).
- Στὸ Μιχ Α. Καλινδέρης, Σημειώματα ἱστορικά (ἐκ τῆς Δυτ. Μακεδονίας), Πτολεμαΐδα 1939, καὶ ὁ ἴδιος, Γραπτὰ μνημεῖα ἀπὸ τὴ Δυτ. Μακεδονία χρόνων Τουρκοκρατίας, Πτολεμαΐδα 1940, δὲν ὑπάρχουν ἰδιαίτερες ἀναφορές (σὲ ἐνθυμήσεις κλπ.) γιὰ περιστατικὰ ζωοκλοπῆς, ἀλλὰ μόνο ληστείας, ποὺ εἶναι βέβαια σοβαρότερη ἔκνομη ἐνέργεια καὶ γι᾿ αὐτὸ προκαλοῦσε ἰσχυρότερη ἐντύπωση μὲ ἀποτύπωση περιστατικῶν ληστείας τόσο στὴν προφορικὴ μνήμη, ὅσο καὶ σὲ γραπτὲς ἐνθυμήσεις, προσωπικὰ ἡμερολόγια κλπ.
Η ΖΩΟΚΛΟΠΗ ΣΤΗΝ ΠΕΡΙΟΧΗ ΤΩΝ ΓΡΕΒΕΝΩΝ___________________________ 995
κὸ προπαντὸς τῆς Δυτ. Μακεδονίας, ἀλλὰ καὶ ἀπὸ τὴν ὑπάρχουσα βιβλιογραφία, ἀναφέρονται κατὰ κύριο λόγο στὴν ἀνάπτυξη τοῦ φαινομένου τῆς ζωοκλοπῆς στὸν 20ὸ αἰ. καὶ μάλιστα στὸ πρῶτο ἥμισύ του.12 Ἔτσι, εἶναι μεγάλο τὸ πλῆθος τῶν δημοσιευμάτων (ἄρθρων, εἰδήσεων, ρεπορτὰζ κλπ.) τῶν δυτικομακεδονικῶν καὶ ὄχι μόνο ἐφημερίδων, ἰδίως τῆς περιόδου τοῦ Μεσοπολέμου, γιὰ τὴ ληστεία προπαντὸς καὶ λιγότερο γιὰ τὴ ζωοκλοπὴ στὰ Γρεβενά, ἀλλὰ καὶ σὲ ὁλόκληρη τὴ Δυτ. Μακεδονία. Ἀπὸ τὰ δημοσιεύματα αὐτὰ διαπιστώνει κανεὶς ὅτι τόσο ἡ ζωοκλοπὴ ὅσο καὶ ἡ ληστεία εἶχαν γίνει ἐνδημικὲς στὴν εὐρύτερη περιοχὴ τῆς Δυτ. Μακεδονίας.
Στὰ νεώτερα χρόνια, ἰδίως στὸν Μεσοπόλεμο, ὑπῆρχαν ζωοκλέφτες, λίγοι ἢ πολλοί, σὲ πολλὰ χωριὰ τῶν Γρεβενῶν.13 Ὅμως ὁρισμένες περιοχὲς τῆς τότε ἐπαρχίας Γρεβενῶν τοῦ νομοῦ Κοζάνης, ὅπως τὰ Χάσια,14 καὶ ὁρι-
- Αὐτὸ ὀφείλεται κυρίως στὸ γεγονὸς ὅτι δὲν ὑπῆρχαν τοπικὲς ἐφημερίδες στὴν περιοχὴ τῆς Δυτ. Μακεδονίας κατὰ τὸν 19ο αἰ., γιὰ νὰ καταγράψουν περιστατικὰ τόσο ζωοκλοπῆς ὅσο καὶ ληστείας. Ἡ πρώτη ἐφημερίδα, ἡ Ἠχὼ τῆς Μακεδονίας, ἱδρύθηκε στὴν Κοζάνη μόλις τὸ 1914 μὲ πλῆθος εἰδήσεων καὶ ρεπορτάζ γιὰ τὴ ληστεία προπαντός. Ἐνδεικτικὰ παραπέμπουμε σὲ φύλλα τῆς Ἠχοῦς τῆς Μακεδονίας τῶν ἐτῶν 1916-1925 μὲ εἰδήσεις γιὰ περιστατικὰ ληστειῶν σὲ ὁλόκληρη τὴ Δυτ. Μακεδονία: φ. 156 (τοῦ 1916, γιὰ ληστεία στὸ Βόϊο), 365 καὶ 373 (τοῦ 1918, γιὰ τὸν φόνο τοῦ ληστῆ Νικ. Βήτ-του ἀπὸ τὸ Σπήλαιο Γρεβενῶν καὶ γιὰ ληστεία περιφ. Κοζάνης), 432 (1919, λ. Πτολε-μαΐδας), 500, 508 (1920, λ. Κοζάνης), 539, 550, 551, 554 καὶ 567 (1922, λ. Σερβίων, Βλάστης, Πτολεμαΐδας), 586, 604, 606 (1923, Σέρβια, Γρεβενά, Βόϊο), 614, 617, 629, 630 (1924, λ. Κοζάνης, Σερβίων), 682 (1925, Κοζάνη, ἐξόντωση ληστῶν Γιαγκούλα, Μπαμπάνη κ.ἄ.). Στὴν πόλη τῶν Γρεβενῶν ἡ πρώτη ἐφημερίδα ἐκδόθηκε μόλις τὸ
- Ὁ νομὸς Γρεβενῶν εἶναι ὀρεινὸς καὶ κατεξοχὴν γεωργοκτηνοτροφικός. Τὸ μεγαλύτερο ποσοστὸ τῶν ἀπασχολουμένων ἀνήκει ἀκόμη καὶ σήμερα στὸν πρωτογενῆ τομέα, ὁ ὁποῖος παράγει τουλάχιστον τὸ 30% τοῦ συνολικοῦ προϊόντος (Ἀντ. Ι. Πέτσας, «Τὰ Γρεβενά. Ἱστορία-τέχνη-πολιτισμός», Πρακτικὰ Συνεδρίου 2002 “Γρεβενά: Ἱστορία-τέχνη-πολιτισμός”, ἐπιμ. Μιλτ. Μ. Παπανικολάου, ἐκδ. Παρατηρητής, Θεσσαλονίκη ‒ Γρεβενὰ 2004, σ. 12-13). Τὸ ὀρεινὸ τοῦ ἐδάφους καὶ ὁ γεωργοκτηνοτροφικὸς χαρακτήρας τοῦ νομοῦ σὲ συνδυασμὸ μὲ τὴ μεγάλη ἀπομόνωσή του καὶ τὴ φτώχεια τῶν κατοίκων του παλαιότερα (ὣς τὴ δεκαετία τοῦ 1960 τουλάχιστον) μποροῦν νὰ δικαιολογήσουν, κατὰ κάποιο τρόπο, τὴ μεγάλη ἔξαρση τῆς ζωοκλοπῆς ἀλλὰ καὶ τῆς ληστείας.
- Τὰ χωριὰ τῶν Χασίων (οἱ κάτοικοι Χασιῶτες) καταλαμβάνουν τὸ Ν.-ΝΑ. τμῆμα τοῦ νομοῦ Γρεβενῶν καὶ χωρίζονται ἀπὸ τὰ Κοπατσαροχώρια στὰ δυτικὰ ἀπὸ τὸν ποταμὸ Βενέτικο, ἐνῶ ἀνατολικὰ φθάνουν μέχρι τὴν ὀροσειρὰ τῶν Καμβουνίων. Στὰ βόρεια, ἀπὸ τὰ χωριὰ τῶν Βεντζίων τὰ Χάσια τὰ χωρίζει ὁ ποταμὸς Ἁλιάκμονας, ἐνῶ ἀπὸ τὰ χωριὰ τοῦ κάμπου τῶν Γρεβενῶν ὁ Βενέτικος. Γιὰ τὶς πολιτισμικὲς περιοχὲς καὶ τὶς ἀνθρωπογεωγραφικὲς ἑνότητες τῶν χωριῶν τοῦ ν. Γρεβενῶν βλ. ἐνδεικτικὰ Μιλτ. Παπανικολάου, «Ἱστορικὴ ἐπισκόπηση τῆς περιοχῆς Γρεβενῶν», Πρακτικὰ Α΄ Συνεδρίου
996_________________________________________ ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ Ι. ΚΑΜΗΛΑΚΗΣ
σμένα ἀπὸ τὴ μεγάλη συστάδα χωριῶν, ποὺ εἶναι γνωστὰ ὡς «Κοπατσαρο-χώρια»,15 ἰδίως τὸ Πολυνέρι16 καὶ σὲ μικρότερο βαθμὸ ἀρκετὰ ἄλλα,17 ὅπως..
Περισσότερα εδώ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου